Εικονίσεις χωρίς υπαρκτά πρωτότυπα είναι είδωλα και όχι εικόνες
Στην πραγματικότητα, δεν υπήρχαν τέτοιες εικόνες στον καιρό της Εικονομαχίας. Αλλά ο κανόνας αυτός αποτελεί ένα πρακτικό κριτήριο βασισμένο στην έννοια του πρωτοτύπου. Και μάλιστα ένα κριτήριο που το χρησιμοποιούσαν πολύ οι χριστιανοί προκειμένου να κάνουν τη διάκριση ανάμεσα στις εικόνες και στα είδωλα: τα ομοιώματα των ειδωλολατρικών θεών ήταν είδωλα επειδή ήταν φανταστικά και ψεύτικα. Ήταν εικόνες χωρίς πρωτότυπα. Κάποιος άγιος συζητώντας το θέμα αυτό μ’ έναν ειδωλολάτρη, του είπε: “Εμείς κατασκευάζουμε εικόνες ανθρώπων που υπήρξαν και είχαν σώματα. Δεν κάνουμε τίποτε το άτοπο απεικονίζοντάς τους όπως ήταν στη ζωή. Δεν επινοούμε τίποτε, όπως κάνετε εσείς”. (Ιωάννου, Επισκόπου Θεσσαλονίκης, έβδομος αιώνας) (11) Τα λόγια του συμπυκνώνουν το χριστιανικό κριτήριο γιά τη διάκριση ανάμεσα σε είδωλα και εικόνες. Αυτά τα αρχαία μέτρα μας βοηθούν να καταλάβουμε πώς εικόνες χωρίς πραγματικά πρωτότυπα δεν είναι εικόνες, αλλά είδωλα. Ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης, πολύ πρίν από μας, έθεσε το ζήτημα ως εξής: “Ο κίνδυνος της ειδωλολατρίας προέρχεται και από τα είδωλα αλλά και από τις εικόνες” (12).
Με το ίδιο κριτήριο, εικονογραφήσεις του Θεού Πατρός με τη μορφή γέρου ανθρώπου και του Αγίου Πνεύματος με μορφή περιστεριού, δεν έχουν πρωτότυπα. Δεν αντιστοιχούν σε τίποτε. Η μόνη ενσάρκωση που έγινε ήταν του Χριστού. Πώς πήρε το Άγιον Πνεύμα τη φύση ενός πουλιού; Τολμά κανείς να συλλογιστεί ποιά ήταν η φύση της μητέρας του περιστεριού; Που βρίσκεται σήμερα το περιστέρι; Πότε γεννήθηκε ο Πατήρ σαν άνθρωπος; Ποιά ήταν η μητέρα Του; Με ποιο τρόπο έγινε η σύλληψή Του; Είχε γιά μητέρα μια θνητή; Βλέπετε πώς ο ανθρωπομορφισμός οδηγεί στον παγανισμό και στους μύθους; Η εικόνα του Πατρός είναι εξ’ ολοκλήρου φανταστική και ψεύτικη. Και αφού η προσκύνηση μεταφέρεται στό πρωτότυπο, τι συμβαίνει όταν δεν υπάρχει πρωτότυπο; Παραμένει η προσκύνηση στό ξύλο και στη μπογιά; Αυτό δεν είναι καθόλου κενό ερώτημα.
Άραγε, δέχεται ο Θεός μια τέτοια προσκύνηση, παρ’ όλη την κραυγαλέα ανυπακοή της συγκεκριμένης Του εντολής, και παρ’ όλη την άρνηση της διδασκαλίας Του ότι “τον Πατέρα ουδείς εώρακεν” και την απαγόρευση της Εκκλησίας γιά τέτοιες εικόνες; Ξέρουμε ότι ο Θεός “ελέησει όν αν ελεεί”. Μπορεί δικαίως να πιστεύει κανείς ότι ο Θεός ακούει τις προσευχές και δέχεται την προσκύνηση από ανθρώπους που πλησιάζουν την εικόνα με πίστη, αλλά και άγνοια των πολλών απαγορεύσεων εναντίον της. Τι να πεί όμως κανείς γιά όλους τους ενεργούς υποστηρικτές της εικόνας της Αγίας Τριάδος, που ενώ ξέρουν καλά όλες τις καταδίκες εναντίον της, επιμένουν στό λάθος τους και φτάνουν στό σημείο να κηρύττουν και να διδάσκουν υπερασπιζόμενοι μια εικόνα που είναι αντίθετη στην παράδοση της Εκκλησίας; Πώς τολμούν να βγάζουν ψεύτη το Θεό που είπε “Ου μη ίδη άνθρωπος το πρόσωπόν μου και ζήσηται;” Σε τι διαφέρουν από τον Άρειο και το Νεστόριο που κι αυτοί επέμεναν στα λάθη τους;
Εξ’ ορισμού, εικόνες του Πατρός και του Αγίου Πνεύματος με υλική μορφή χωρίς να υπάρχει το πρωτότυπο κάποιας αληθινής σωματικής φύσης, γίνονται είδωλα και η προσκύνησή τους ειδωλολατρία. Μια οπτασία, όπως αυτή της περιστεράς κατά τη Βάπτιση, δεν μπορεί να είναι υλικό πρωτότυπο.
Η δικαίωση των εικόνων είναι θεμελιωμένη στην αληθινή υλικότητα και τη σωματική ύπαρξη των φυσικών τους πρωτοτύπων, καταρχήν του Χριστού και δεύτερο των αγίων. Η υλική απεικόνιση του Χριστού γίνεται δυνατή εξ’ αιτίας της αληθινής Του ανθρωπότητας με σάρκα και αίμα, διότι η απεικόνισή Του αποδεικνύει την ενανθρώπιση, και η ενανθρώπισή Του έδειξε την εικόνα του προσώπου του. “Το ένα βρίσκεται στό άλλο, με εξαίρεση την διαφορά της ουσίας”. (Άγ. Διονύσιος Αρρεοπαγίτης) (13) Η Έβδομη Οικουμενική Σύνοδος (787) επιβεβαίωσε αυτή την αντίληψη με τις αποφάσεις της: “Και συνελόντες φαμέν^ απάσας τάς εκκλησιαστικάς εγγράφ ς ή αγράφως τεθεσπισμένας ημίν παραδόσεις ακαινοτομήτως φυλάττομεν^ ών μία εστί και η της εικονικής αναζωγραφήσεως εκτύπωσις, ως τη ιστορίΆα του ευαγγελικού κηρύγματος συνάδουσα, πρός πίστωσιν της αληθινής και ου κατά φαντασίαν του Θεού λόγου ενανθρωπήσεως... τα γάρ αλλήλων δηλωτικά αναμφιβόλως και τάς αλλήλων έχουσιν εμφάσεις”. (Όρος πίστεως Ζ΄ Οικ. Συνόδου).
Άρα λοιπόν, οι εικόνες είναι ομοιώσεις φυσικών μονάχα πραγμάτων και προσώπων. “Κατάλληλα γιά απεικόνιση, είναι τα φυσικά πράγματα που έχουν σχήμα και τα σώματα που είναι περιγραπτά κι έχουν τα φυσικά χρώματα”. (Αγ. Ιω. Δαμασκηνός) (14) Αυτή η βασική προϋπόθεση αναφέρεται σε όλες τις εικόνες, είτε των αγίων είτε του ίδιου του Θεού. Και δεν υπάρχει παρά ένας Κύριος που πήρε φύση περιγραπτή και μένει πάντα ενωμένος με τη φύση αυτή, ο Χριστός ο Θεάνθρωπος.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας καταδίκασαν τις εικονίσεις της Αγίας Τριάδος
Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέει ότι μόνο πρόσωπα που είχαν σώματα μπορούν να ζωγραφίζονται σε εικόνες. Γι’ αυτόν, και μόνον η σκέψη να κάνει κανείς τον αόρατο Θεό ορατό, είναι απεχθής και ισοδυναμεί με τρέλα: “Όταν ο Αόρατος παίρνει δούλου μορφή... και αποκτά σώμα και σάρκα, τότε μπορείς να ζωγραφίσεις την εικόνα Του” (15) “Αν προσπαθούσαμε να κατασκευάσουμε εικόνα του αοράτου Θεού, θά ήταν πράγματι αμαρτία. Αν κάποιος τολμήσει να φτιάξει εικόνα της άυλης, ασώματης, αόρατης, και ασχημάτιστης Θεότητας (δηλ. της Αγίας Τριάδος), την απορρίπτουμε σαν ψευδή και νόθα”. (16) “Ποιος μπορεί να κατασκευάσει ομοίωμα του αοράτου, ασωμάτου, απεριγράπτου και ασχηματίστου Θεού; Είναι ακραία παραφροσύνη και ασέβεια να δίνει κανείς σχήμα στό Θείο”. (17)
Τα έργα του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού (πέθανε το 749) ήταν μια επίκαιρη και οργανωμένη έκθεση της παραδοσιακής διδασκαλίας της Εκκλησίας σχετικά με τις εικόνες. Γι’ αυτό η Έβδομη Οικουμενική Σύνοδος αναφέρει τα γραπτά του. Όλοι οι μετέπειτα πατέρες βρίσκονται σε συμφωνία μαζί του, όπως κι αυτός ήταν σε συμφωνία με τους πρίν απ’ αυτόν πατέρες.
Δεν είναι δυνατό να παραθέσουμε τα λόγια όλων των πατέρων που μίλησαν ενάντια στις εικόνες της αόρατης Θεότητας. Θά παραθέσουμε μόνο τους δύο κύριους υπερασπιστές των εικόνων πρός το τέλος της εποχής της εικονομαχίας: “Κατασκευάζουμε τις εικόνες Του, όχι ως Θεό Λόγο, αλίμονο αν το κάναμε, αφού είναι αόρατος και απλησίαστος και ασχημάτιστος και θά ήταν μια πράξη ακρότατης παραφροσύνης, αλλά σαν άνθρωπο, όπως εμφανίστηκε από κάθε άποψη”. (Άγ. Νικηφόρος ο Ομολογητής) (18) “Η Αγία Τριάς μόνο δε ζωγραφίζεται σε εικόνα, γιατί δεν είναι δημιούργημα, αλλά ο ακατασκεύαστος Θεός”. (Άγ. Θεόδωρος ο Στουδίτης) (19).
Η Έβδομη Οικουμενική Σύνοδος παρεμποδίζει τις απεικονίσεις της Αγίας Τριάδος
Σε κάθε περίπτωση, οι Σύνοδοι της Εκκλησίας έχουν στα μάτια των ορθοδόξων όλο το απαιτούμενο κύρος σε θεολογικά ζητήματα. Η Έβδομη Οικουμενική Σύνοδος στερέωσε και προφύλαξε τις εικόνες όχι μονάχα αναθεματίζοντας την εικονομαχία, αλλά επίσης και καταδικάζοντας την ιδέα της σχηματοποίησης της αόρατης και άυλης Τριάδος: “Η φύσις της Αγίας Τριάδος ως ανείδεος και αόρατος, ουκ εικονίζεται... Αόρατος και απερίγραπτος η θεία φύσις και ασχημάτιστος...” (Πράξεις Εβδόμης Οικ. Συνόδου) Και αλλού, τα πρακτικά της Συνόδου αναφέρουν: “Οι Χριστιανοί διδάχτηκαν να εικονίζουν το Χριστό κατά την ορατή Του φύση, και όχι κατά την αόρατη. Γιατί αυτή είναι απερίγραπτη και γνωρίζουμε από το Ευαγγέλιο ότι ποτέ κανείς άνθρωπος δεν είδε το Θεό”.
Αφού απαγόρευσε τις εικόνες της Αγίας Τριάδος, η Έβδομη Οικουμενική Σύνοδος καθόρισε και ποιές εικόνες μπορούν να ζωγραφίζονται και να προσκυνούνται:
“Τούτων ούτως εχόντων, την βασιλικής ώσπερ ερχόμενοι τρίβον, επακολουθούντες τη θεηγόρω διδασκαλίΆα των αγίων Πατέρων ημών και τη παραδόσει της Καθολικής Εκκλησίας... ορίζομεν σύν ακριβείΆα πάση και εμμελείΆα, παραπλησίως τω τύπω του τιμίου και ζωοποιού σταυρού ανατίθεσθαι τάς σεπτάς και αγίας εικόνας, τάς εκ χρωμάτων και ψηφίδος και ετέρας ύλης επιτηδείως εχούσης, εν ταίς αγίαις του Θεού εκκλησίαις, εν ιεροίς σκεύεσι και εσθήσι, τοίχοις τε και σανίσιν, οίκοις τε και οδοίς^ της τε του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού εικόνος, και της αχράντου Δεσποίνης ημών της αγίας Θεοτόκου, τιμίων τε αγγέλων, και πάντων αγίων και οσίων ανδρών”. (Όρος πίστεως Εβδόμης Οικ. Συνόδου).
Όπως είναι γνωστό, εικόνες των αγγέλων κατασκευάστηκαν μετά από ειδική εντολή του Θεού στό Μωϋσή. Αλλά θά μπορούσε κανείς δικαιολογημένα να αναρωτηθεί: γιατί αυτά τα άυλα και ασώματα και αόρατα όντα μπορούν να ζωγραφίζονται σε εικόνες αφού δεν έχουν ορατή μορφή; Οι πατέρες της Εβδόμης Οικουμενικής Συνόδου έγραψαν: “Διότι φανερώθηκαν με ανθρώπινη μορφή σ’ αυτούς που λογαριάστηκαν άξιοι”. Εκτός απ’ αυτό, πρέπει να καταλάβουμε, ότι όροι όπως άυλος, ασώματος, πνεύμα κλπ. αληθεύουν απόλυτα μόνο γιά το Θεό. Όταν αναφερόμαστε σε δημιουργήματα αυτοί οι όροι είναι σχετικοί και όχι απόλυτοι, αφού όλα τα δημιουργήματα, ορατά και αόρατα, είναι φτιαγμένα από κάτι. Μόνον ο Θεός είναι πραγματικό πνεύμα, απόλυτα άυλος και πραγματικά ασώματος. Οι άγγελοι είναι ασώματοι μόνο με τη σχετική έννοια, σε σύγκριση δηλαδή με μας τους ανθρώπους και με την υπόλοιπη δημιουργία. Στην Έκδοση της Ορθοδόξου Πίστεως (Βιβλίο Δ΄, Κεφ. γ΄), ο Άγ. Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέει: “Οι άγγελοι είναι παχείς και υλικοί” σε σύγκριση με το Θεό, “γιατί στην πραγματικότητα μόνο η Θεότης είναι άυλη και ασώματη”. (20)
Η Πανορθόδοξος Σύνοδος του 1666 - 7 (Μόσχα) καταδίκασε τις εικόνες της Αγίας Τριάδος και όρισε στό εξής να μη ζωγραφίζονται
Από το δέκατο και ενδέκατο κιόλας αιώνα, τόσο στη Δύση όσο και στην Ανατολή, μερικά σχέδια και μινιατούρες σε χειρόγραφα άρχισαν να παριστάνουν το Θεό Πατέρα και την Αγία Τριάδα.
Στην Ανατολή, γιά παράδειγμα, εικόνες του Θεού Πατρός εμφανίζονται σε ελληνικά ευαγγελιστάρια: Κώδικας 587, φύλλο 3b, 34b (1059). Κώδικας 740, φύλλο 3ν, ενδέκατος αιώνας, Μοναστήρι Διονυσίου, Άγιον Όρος. Ομιλίες του Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος, στη βιβλιοθήκη του Βατικανού (MS. gr. 394, φύλλο 7). Στό χειρόγραφο αυτό φαίνεται ο Θεός Πατήρ καθισμένος, με το Χριστό καθισμένο στην αγκαλιά του και το Άγιο Πνεύμα σαν Περιστέρι στην αγκαλιά του Χριστού. Υπάρχουν κάποιες διαφωνίες εδώ όσον αφορά το περιστέρι. Μερικοί ειδικοί λένε, οτι αυτό που φαίνεται σαν περιστέρι δεν είναι παρά ένα σημάδι καταστροφής σ’ εκείνο το σημείο της εικόνας. Οι ιστορικοί της τέχνης λένε ότι πρώτο το Βυζάντιο επηρέασε τους Δυτικούς ώστε να ζωγραφίσουν εικόνες του Πατρός και της Αγίας Τριάδος. Ορισμένοι αντικρούουν λέγοντας ότι τα “βυζαντινά” πρότυπα της Δύσης δεν ήταν παρά δυτικής προέλευσης “βυζαντινοποιημένες” εικόνες από τη Γαλλία και την Ιταλία. Πάντως οι εικόνες που αναφέρθηκαν στα παραπάνω χειρόγραφα, είναι πραγματικά Βυζαντινής προέλευσης. Οπωσδήποτε όμως, η συνηθισμένη απεικόνιση της Αγίας Τριάδος που χρησιμοποιείται σήμερα προέρχεται από τη Δύση.
Στη Δύση επίσης, σε πολλά χειρόγραφα συναντούμε παρόμοιες μινιατούρες. Οι μινιατούρες οδήγησαν σε μεγαλύτερες παραστάσεις με το Θεό Πατέρα, γιά παράδειγμα η “Δημιουργία” του Μικελλαντζελο στην Καπέλλα Σιξτίνα. Επίσης με την Αγία Τριάδα, όπως “Η στέψη της Παρθένου” του Καρράκι (δέκατος έκτος αιώνας) κ.ά.
Γύρω στον δέκατο έκτο αιώνα, η απεικόνιση της Αγίας Τριάδος (ο γέρος Πατήρ, ο Ιησούς Χριστός και το περιστέρι) διείσδυσε στην ορθόδοξη Ανατολή.
Το 1666, η Πανορθόδοξος Σύνοδος που έγινε στη Μόσχα καταδίκασε και απαγόρευσε ειδικά τις εικόνες της Αγίας Τριάδος, τις απεικονίσεις του Θεού Πατρός με κάθε μορφή, όπως επίσης και εικονίσεις του περιστεριού σε εικόνες άλλες από αυτές των Θεοφανείων. Στη Σύνοδο αυτή παραβρέθηκαν περισσότεροι Πατριάρχες απ’ ότι στην Τρίτη, στην Τέταρτη, στην Έκτη και στην Έβδομη Οικουμενική Σύνοδο. Οι κυριότερες αποφάσεις είναι οι εξής:
Περί ζωγράφων και εικόνων
Απόφασις ΝΑ΄
Κωλύομεν τάς αχαμνάς και αμαθείς ζωγραφίας ανεπιστημόνων και ματαιοφρόνων ανδρών, και θέλομεν ότι από του νύν κάποιοι οπού εσυνήθισαν αφ’ εαυτών να ζωγραφίζουν αγίας εικόνας, χωρίς καμμίαν μαρτυρίαν και αληθινήν παράδοσιν, π.χ. τον Κύριον Σαβαώθ εις πολυποίκιλα και διάφορα είδη, και ποιάς άλλας συνθέσεις παραξένους, και άλλα τοιαύτα ατοπήματα απρεπή, εμποδίζομεν. Ορίζομεν δε από του νύν την εικόνα του Κυρίου Σαβαώθ πλέον μη ζωγραφίζεσθαι ούτε εικονίζεσθαι, διότι τον Κύριον Σαβαώθ (ήγουν τον Πατέρα) ουδείς είδε ποτέ φανέντα εν σαρκί, αλλά τον Χριστόν μόνον χρωματίζομεν, καθώς εφάνη μετά σαρκός επί γής, και ουχί κατά την Θεότητα, ως ότι εστί και απερίγραπτος ομού και ασχημάτιστος η Θεότης αύτη^ ομοίως και την Παναγίαν Θεοτόκον και τους λοιπούς αγίους και φίλους του Θεού ζωγραφίζεσθαι κατά την σάρκα και το είδος της σαρκός αυτών θέλομεν, κατά τον όρον της αγίας Εβδόμης Οικουμενικής Συνόδου.
Απόφασις ΝΒ΄
Τον Κύριον Σαβαώθ ήτοι τον Πατέρα, πολιόν και τον μονογενή του Υιόν εις την γαστέρα αυτού, και περιστεράν αναμέσον αυτών ζωγραφίζειν, λίαν απρεπές και ανάρμοστον υπάρχει. Διότι ποίος είδε τον Πατέρα και την Θεότητα; Ο Πατήρ γάρ ουκ έχει σάρκα, και ο Υιός ουχί με σάρκα εγεννήθη εκ Πατρός πρό αιώνων^ εάν και ο Δαβίδ λέγει: εκ γαστρός πρό Εωσφόρου εγέννησά σε: όμως εκείνη η γέννησις ουχί σαρκικώς έχει νοείσθαι, αλλά ρητώς και ακαταλήπτως. Φησί γάρ αυτός η αυτοαλήθεια ο Χριστός, εις το θείον και ιερόν Ευαγγέλιον: “ουδείς είδε τον Πατέρα ειμή ο Υιός” και ο προφήτης Ησαϊας λέγει εν κεφαλαίω μη΄ “τίνι ομοιώσατε τον Κύριον και τίνι ομοιώματι ομοιώσατε αυτόν; μη εικόνα εποίησε τέκτων, ή χρυσοχόος χωνεύσας χρυσίον περιεχρύσωσεν αυτόν, ομοίωμα κατεσκεύασεν αυτόν;” Και ο θείος Απόστολος Παύλος εις τάς πράξεις λέγει: “γένος ούν υπάρχοντες του Θεού, ουκ οφείλομεν νομίζειν χρυσώ ή αργύρω ή λίθω, χαράγματι τέχνης και ενθυμήσεως ανθρώπου το θείον είναι όμοιον”. Και ο θεολογικώτατος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, εν βιβλίω δ’ περί εικόνων: “Πρός δε τούτοις, φησί, του αοράτου και απεριγράπτου και ασχηματίστου Θεού τις δύναται ποιήσαι μίμημα; Παραφροσύνης τοίνυν άκρας και ασεβείας το σχηματίζειν το Θείον”. Και ο Άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος ομοιως τούτο κωλύει και απείργει. Διά τούτο εκείνην την προαιώνιον γέννησιν του μονογενούς Υιού εκ του Πατρός μόνον με τον νούν πρέπει να την γροικώμεν^ αλλά ζωγραφίζειν εις εικόνας και τοίχους παντάπασι δεν πρέπει και αδύνατον εστι. Και το άγιον Πνεύμα ουκ έστι φύσει περιστερά, αλλά φύσει Θεός εστι, και τον Θεόν ουδείς είδεν, ως Ιωάννης ο Ευαγγελιστής μας μαρτυρεί. Λοιπόν εάν εις τον Ιορδάνην, εις την βάπτισιν του Χριστού, εφάνη το Άγιον Πνεύμα εν είδει περιστεράς, και διά τούτο μόνον εκεί εις την βάπτισιν πρέπει να ζωγραφίζεται το Άγιον Πνεύμα εν είδει περιστεράς, εις δε άλλο μέρος ο έχων σύνεσιν δεν θέλει ζωγραφίσει το Άγιον Πνεύμα ωσάν περιστεράν, διότι εις το Θαβώριον όρος ωσάν σύννεφον εφάνη, εις δε την Πεντηκοστήν εν είδει πυρίνων γλωσσών και άλλοτε άλλως. Αλλά και Σαβαώθ δεν ονομάζεται μόνον ο Πατήρ, αλλά η Αγία Τριάς κατά τον ουρανομύστην Διονύσιον τον Αρεοπαγίτη: “Σαβαώθ ερμηνεύεται κατά την Ιουδαϊκήν γλώσσαν Κύριος των δυνάμεων”. Ιδού όπου ο Κύριος των δυνάμεων εστίν η Αγία Τριάς ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα. Όμως εάν και ο προφήτης Δανιήλ λέγει ότι είδε τον παλαιόν των ημερών καθήμενον επί βήματος, και εκείνο όχι τόσον διά τον Πατέρα γροικάται, αλλά και διά τον Υιόν όπου θέλει και εις την δευτέραν αυτού Παρουσίαν να κρίνη πάσας τάς φυλάς και γλώσσας εις εκείνο το φοβερόν κριτήριον. Αλλά και εις την Αποκάλυψιν του Αγίου Ιωάννου έχει να ζωγραφίζεται ο Υιός ως παλιός, διά τάς οράσεις εκείνας τάς σεβασμίας όπου εφάνησαν τω αγίω εις εκείνην την Αποκάλυψιν^ ως ότι εξ ανάγκης να γροικάται ο Υιός. Άλφα διά την άνω γέννησιν, Ωμέγα δε διά την κάτω γέννησιν. Όθεν και ο Άγιος Μάξιμος εις το ζ΄ κεφάλαιον του Αρεοπαγίτου λέγων, ότι παλιός και νέος ο Κύριος ούτω σχολιάζει: “ποτέ μέν πολιός ποτέ δε νέος ο Κύριος γράφεται, ως το Ιησούς Χριστός χθές και σήμερα ο αυτός και εις τους αιώνας. Το γούν σήμερον του χθές νεώτερον”.
Αι υπογραφαί των οικείων χειρών των Μακαριωτάτων Πατριαρχών και πάσης της Ιεράς Συνόδου:
Παϊσιος Πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας.
Μακάριος Πατριάρχης Αντιοχείας και πάσης Ανατολής.
Ιωάσαφ Πατριάρχης Μοσχοβίας και πάσης Ρωσίας.
Ο Μητροπολίτης Ικονίου Αθανάσιος.
Ο Τραπεζούντος Μητροπολίτης Θεόφιλος.
Ο Χίου Θεόφιλος.
Ο Σινά Όρους Ανανίας.
Ο Βάρνης Δανιήλ.
Ο Νοβογραδίου Πιτυρούν.
Ο Καζανίου Λαυρέντιος.
Ο Αστραχανίου Ιωσήφ, και οι λοιποί Αρχιερείς και Ιερείς της Συνόδου.
(Κώδιξ Α.Μ. 90 και Κώδ. Νομ. Συναγ. 377-389- Πατριαρχικό τυπογραφείο, 1905, σελ. 127-182).
Οι Πανορθόδοξες Σύνοδοι έχουν ίδιο κύρος με τις Οικουμενικές οι οποίες ονομάστηκαν Οικουμενικές γιατί αντιπροσώπευαν όλες τις κατά τόπους Εκκλησίες και συγκαλούνταν από τους αυτοκράτορες της Βυζαντινής (Ρωμαϊκής) Αυτοκρατορίας που ονομάζονταν “οικουμένη”. Το κύρος και η ισχύς των αποφάσεων κάθε συνόδου εξαρτώνται από την ορθοδοξία των επισκόπων που συμμετέχουν και από την ομόφωνη συμφωνία τους με την Παράδοση της Εκκλησίας, γιατί αυτή είναι “ο στύλος και το στερέωμα της αληθείας”. (Τιμ. Α΄, γ΄: 15)
Το 1780, η τοπική Σύνοδος της Κωνσταντινουπόλεως, με πρόεδρο τον Πατριάρχη Σωφρόνιο, αντιμετώπισε κι αυτή το ίδιο πρόβλημα και καταδίκασε και απαγόρευσε την εικόνα της Αγίας Τριάδος με το Θεό Πατέρα σαν γέρο άνδρα: “Αποφαινόμαστε συνοδικώς ότι η ονομαζόμενη εικόνα της Αγίας Τριάδος, ως πρόσφατη επινόηση, είναι ξένη και απαράδεκτη γιά την αποστολική και καθολική ορθόδοξη Εκκλησία. Διαδόθηκε στην ορθόδοξη Εκκλησία από τους Λατίνους”.
Ένας μόνο Κύριος μίλησε και πήρε τη μορφή ανθρώπου στην Παλαιά Διαθήκη. Αυτός ο Υιός του Ανθρώπου
Μερικοί οπαδοί της εικόνας της Αγίας Τριάδος ισχυρίζονται ότι οι Γραφές λένε πώς ο Θεός Πατήρ εμφανίστηκε στους ανθρώπους και συνεπώς, μπορεί να εικονιστεί. Λένε, πώς ο Πατήρ εμφανίστηκε με τη μορφή ανθρώπου στην Παλαιά Διαθήκη. Σύμφωνα όμως με την ορθόδοξη θεολογία, ο Κύριος που εμφανίστηκε στον Παλαιό Ισραήλ με ανθρώπινη μορφή (όπως και με άλλες) ήταν ο Υιός του Θεού και όχι ο Πατέρας, όπως πιστεύουν μέχρι σήμερα οι Δυτικοί. (21) Οι θεοφάνειες με μορφή ανθρώπου ήταν προεικονίσεις της μελλοντικής Του σαρκώσεως. Και όταν “εις τα ίδια ήλθεν, οι ίδιοι αυτόν ου παρέλαβον”. (Ιω. α΄: 11) Ο Χριστός ο ίδιος μας έχει πεί πώς τον Πατέρα Τον γνωρίζουμε μόνο διά του Υιού: “Ουχ ότι τον πατέρα τις εώρακεν, ει μη ο ών παρά του Θεού... ο μονογενής υιός ο ών εις τον κόλπον του πατρός, εκείνος εξηγήσατο... Εγώ και ο πατήρ έν εσμέν”. “Τοσούτον χρόνον μεθ’ υμών ειμί και ουχ έγνωκάς με, Φίλιππε; ο εωρακώς εμέ εώρακε τον πατέρα, και πώς σύ λέγεις, δείξον ημίν τον πατέρα;” (Βλέπε Ιω. στ΄: 46, α΄: 18, ι΄: 30, ιδ΄: 9. Βλέπε επίσης και την παραπομπή (21) στη σελ. 59). Ο Χριστός είναι ο άμεσος Δημιουργός του Αδάμ και όλου του σύμπαντος. Ο Υιός του Θεού, “η Σοφία και η Δύναμις του Θεού”, ένα από τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, εκτελεί τη μία δημιουργική θέληση που είναι κοινή και στα Τρία Πρόσωπα: “Πάντα δι’ αυτού εγένετο, και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ έν ό γέγονεν” (Ιω. α΄: 3). Η ιδέα αυτή ξαφνιάζει πολλούς ορθοδόξους, σαν να πρόκειται γιά κάποια καινοφανή και αντορθόδοξη διδασκαλία, παρ’ όλον ότι επαναλαμβάνουμε διαρκώς τα ίδια πράγματα στό Σύμβολο της Πίστεως λέγοντας “Δι’ ού τα πάντα εγένετο”.
Σύμφωνα με τα Ευαγγέλια, κατά τη Μεταμόρφωση του Χριστού, εμφανίστηκαν ο Μωϋσής και ο Ηλίας συνομιλώντας μ’ Αυτόν και βεβαιώνοντας χάρη των μαθητών, ότι Αυτο΄ς είναι ο Κύριος που κι αυτοί γνώρισαν και με τον οποίο σύνομίλησαν: “... Συλλαλούντες δε τω Χριστώ, Μωϋσής και Ηλίας εδείκνυον, ότι ζώντων και νεκρών κυριεύει^ και ο πάλαι διά νόμου και Προφητών λαλήσας υπήρχε Θεός...” (Στιχ. ιδιόμελον εσπερινού Μεταμορφώσεως).
Ο παλαιός των ημερών είναι ο Υιός του Θεού και όχι ο Πατήρ
Ο προφήτης Δανιήλ είδε το Θεό με τη μορφή ανθρώπου με άσπρα μαλλιά που τον ονόμασε “παλαιόν των ημερών”. Μερικοί λένε πώς ήταν ο Θεός Πατήρ και το χρησιμοποιούν αυτό σαν επιχείρημα υπέρ της εικόνας της Αγίας Τριάδος. Η διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας είναι ότι επρόκειτο γιά τον Υιό του Θεού. Το βιβλίο του Δανιήλ είναι η “Αποκάλυψη” της Παλαιάς Διαθήκης. Γραμμένο περισσότερο από πεντακόσια χρόνια πρό Χριστού, το βιβλίο αυτό είναι καθαρά εσχατολογικό στα κεφάλια 7 έως 12, με προφητείες γιά το τέλος των καιρών. Οι προφητείες αρχίζουν με τις νυχτερινές οράσεις του Δανιήλ, στό έβδομο κεφάλαιο. Ο προφήτης είδε το βήμα της κρίσεως:
“Θρόνοι ετέθησαν, και παλαιός ημερών εκάθετο, και το ένδυμα αυτού λευκόν ωσεί χιών, και η θρίξ της κεφαλής αυτού ωσεί έριον καθαρόν, ο θρόνος αυτού φλόξ πυρός... ποταμός πυρός είλκεν έμπροσθεν αυτού... κριτήριον εκάθησε, και βίβλοι ηνεώχθησαν... και ανηρέθη το θηρίον και το σώμα αυτού εδόθη εις καύσιν πυρός”. (ζ΄: 7-9)
Κατόπιν, ο Δανιήλ περιγράφει μια διαδοχή από αυτοκρατορίες και έθνη, που καταλήγει στον ισχυρότερο ηγέτη της ιστορίας, τον Αντίχριστο, που “εποίησε πόλεμον μετά των αγίων... έως καιρού και καιρών και ήμισυ καιρού” (τρισήμισυ χρόνια). (ζ΄: 20, 25) “Και ίσχυσε πρός τους αγίους, έως ού ήλθεν ο παλαιός ημερών και το κρίμα έδωκεν αγίοις Υψίστου”. Δυό φορές ο Δανιήλ μας βεβαιώνει πώς η κυριαρχία τοή θηρίου θά καταστραφεί ολοσχερώς και η βασιλεία του Υψίστου θά είναι αιώνια.
Είναι εύκολο μέχρις εδώ να αναγνωρίσει κανείς στό πρόσωπο του παλαιού των ημερών το Χριστό, που “πάλιν ερχόμενος κρινεί ζώντας και νεκρούς, ού της βασιλείας ουκ έσται τέλος”. Μα υπάρχουν περιπλοκές: τα άσπρα μαλλιά, το όνομα “παλαιός των ημερών”, καθώς και το εξής όραμα που περιγράφεται ανάμεσα σε δύο διηγήσεις σχετικές με την αναίρεση της κυριαρχίας του Αντιχρίστου (ζ΄: 13-14):
“Και ιδού μετά των νεφελών του ουρανού ως υιός ανθρώπου ερχόμενος ήν και έως του παλαιού των ημερών έφθασε και ενώπιον αυτού προσηνέχθη. Και αυτώ εδόθη η αρχή και η τιμή και η βασιλεία. Η εξουσία αυτού εξουσία αιώνιος, ήτις ου παρελεύσεται”. Εδώ είναι που μπορεί κανείς να μπερδευτεί, δικαιολογημένα και να πεί: “Ο Υιός του Ανθρώπου είναι ο Χριστός, άρα λοιπόν ο παλαιός των ημερών πρέπει να είναι ο Θεός Πατήρ”. Αλλά μια πιο προσεχτική ματιά στη Γραφή και στη διδασκαλία της Εκκλησίας θά μας βεβαιώσει και πάλι ότι ο παλαιός των ημερών είναι ο Υιός του Θεού.
Ο Δανιήλ λέει πώς ο παλαιός των ημερών “έρχεται μετά των νεφελών”. Ο Χριστός λέει ότι θά ρθεί “επί των νεφελών μετά δυνάμεως και δόξης πολλής” (Ματθ. κδ΄: 30)
Ο Δανιήλ λέει πώς ο παλαιός των ημερών έρχεται “του αφανίσαι και του απολέσαι έως τέλους την βασιλείαν του θηρίου που ποιήσει πόλεμον μετά των αγίων και ισχύσει πρός αυτούς”. Ο Χριστός είπε ότι “ει μη εκκολοβώθησαν αι ημέραι εκείναι, ουκ αν εσώθη πάσα σάρξ”. (Ματθ. κδ΄: 22)
Ο Δανιήλ λέει ότι ο παλαιός των ημερών κάθεται στό βήμα της κρίσης. Ο Χριστός είπε “ο πατήρ, την κρίσιν πάσαν δέδωκε τω υιώ”. (Ιω. ε΄: 22)
Ο Δανιήλ λέει ότι “ανηρέθη το θηρίον και απώλετο, και το σώμα αυτού εδόθη εις καύσιν πυρός” από τον παλαιό των ημερών. Ο Απόστολος Παύλος λέει ότι ο Χριστός “αναλώσει (τον άνομον) τω πνεύματι του στόματος αυτού” (Θεσσ. Β΄, β΄: 8), “και επιάσθη το θηρίον και ο μετ’ αυτού ψευδοπροφήτης ο ποιήσας τα σημεία ενώπιον αυτού... και ζώντες εβλήθησαν οι δύο εις την λίμνην του πυρός... και βασανισθήσονται ημέρας και νυκτός εις τους αιώνας των αιώνων”. (Αποκ. ιθ΄: 20, κ΄: 10)
Ο Δανιήλ λέει γιά τον παλαιό των ημερών: “Χίλιαι χιλιάδες ελειτούργουν αυτώ, και μύριαι μυριάδες παρειστήκεισαν αυτώ”. Ο Ιωάννης γράφει “ήν ο αριθμός αυτών μυριάδες μυριάδων και χιλιάδες χιλιάδων, λέγοντες φωνή μεγάλη^ άξιον εστί το αρνίον το εσφαγμένον...”. (Αποκ. ε΄: 11, 12)
“Το απ’ αιώνων κεκρυμμένον μυστήριον”
Η Αποκάλυψη του Αγίου Ιωάννου, ρίχνει φώς στό όραμα του Δανιήλ: “Εγενόμην εν πνεύματι εν τη Κυριακή ημέρΆα, και ήκουσα φωνήν οπίσω μου μεγάλην ως σάλπιγγος... και επιστρέψας είδον όμοιον υιώ ανθρώπου... η δε κεφαλή αυτού και αι τρίχες λευκαί ως έριον λευκόν, ως χιών”. (Αποκ.α΄: 10) Και είπεν: “Εγώ ειμί ο πρώτος και ο έσχατος και ο ζών, και εγενόμην νεκρός, και ιδού ζών ειμι εις τους αιώνας των αιώνων, και έχω τάς κλείς του θανάτου και του άδου. Γράψον ούν...”. (Αποκ. α΄: 17-19) Ονομάζει τον εαυτό Του “Υιό του Θεού”, “αρχή της κτίσεως του θεού” (β΄: 18 και γ΄: 14), “Α και Ω, ο πρώτος και ο έσχατος, αρχή και τέλος... Εγώ Ιησούς...”. (κβ΄: 13, 16) Αυτό δεν ήταν όραμα νυχτερινό. Ο Άγιος Ιωάννης γνώρισε και έζησε τον Κύριο και υπήρξε μάρτυρας των έργων Του από κοντά. Μα γιά τον Δανιήλ αυτά ήταν μελλοντικές υποσχέσεις και ο Υιός του Ανθρώπου όνειρο μέσα στη νύχτα. Ο Δανιήλ πέθανε πιστός, “μη λαβών τάς επαγγελίας, αλλά πόρρωθεν αυτάς ιδών”. (Εβρ. ια΄: 13) Ο Ιωάννης ήταν ο αγαπημένος μαθητής που ακούμπησε το κεφάλι του στό στήθος του Κυρίου. Ο συγγραφέας του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου λέει πώς Αυτός που εμφανίστηκε με “τρίχες λευκές ως έριον” είναι ο Υιός του Ανθρώπου και Θεός. Ποιος μπορεί να αμφιβάλλει;
Το όραμα του Δανιήλ στό οποίο ο Υιός του Ανθρώπου πλησιάζει τον παλαιό των ημερών, ερμηνεύεται από τους πατέρες σαν μια όραση από μακριά της ένωσης του Λόγου με τη Σάρκα.
Εμφανίζεται ο Λόγος με τη μορφή του ασπρομάλλη παλαιού των ημερών, αποκαλύπτοντας έτσι “την οικονομία του μυστηρίου του αποκεκρυμμένου από των αιώνων και από γενεών” (Κολ. α΄: 26), και προεικονίζοντας επίσης τη μελλοντική ενανθρώπισή Του. Τα άσπρα Του μαλλιά, ένα παλαιό σύμβολο σεβασμιότητας, μας δείχνουν ότι Αυτός είναι ο Κύριος, το Α και το Ω, χωρίς ηλικία και άναρχος. Το Άλφα διότι υπάρχει πρίν από τους αιώνες και πρίν γεννηθεί ο χρόνος, και το Ωμέγα επειδή η Δευτέρα Παρουσία Του θά σημάνει το τέλος της Εβδόμης ημέρας, το τέλος του χρόνου, την αυγή της αιώνιας Ογδόης Ημέρας.
Βλέπουμε λοιπόν, πώς η Αποκάλυψη συνδέει τον παλαιό των ημερών που είδε ο Δανιήλ με το Χριστό. Το βιβλίο της Αποκάλυψης δεν ήταν πολύ γνωστό στους πρώτους αιώνες, μέχρι το 500 μ.Χ. Έτσι, ο παλαιός των ημερών ήταν κάτι το αινιγματικό γιά ορισμένους πατέρες. Αλλά σιγά σιγά όλη η Εκκλησία κατανόησε σωστά το όραμα του Δανιήλ, όπως μαρτυρούν οι άγιοι και η υμνολογία: “Την δε ανθρωπότητα αυτού, Υιόν ανθρώπου ονομάζει”. (Αγ. Αθανασίου, επιστολή πρός Αντίοχον άρχοντα, οβ΄ ΒΕΠ 35, 121).
“Ο Δανιήλ είδε τον τύπο και την εικόνα όσων επρόκειτο να συμβούν, δηλαδή ότι ο αόρατος Υιός και Λόγος του Θεού θά γινόταν άνθρωπος αληθινός, ώστε να ενωθεί με τη δικιά μας φύση”. )Άγ. Ιω. Δαμασκηνός) (22)
“Στην μορφή του Υιού του Ανθρώπου, βλέπει (ο προφήτης) την ενσάρκωση του Μονογενούς Υιού, ονομάζοντας Υιό Ανθρώπου Αυτόν που έμελλε να γεννηθεί από τη Μαρία”. (Αγ. Αμμωνίου) (23)
“Αλλά τι να πώ και τι να λαλήσω; Με εκπλήσσει το θαύμα. Ο παλαιός των ημερών έγινε βρέφος, Αυτός που κάθεται σε θρόνο υψηλό και απρόσιτο βρίσκεται στη φάτνη”. (Άγ. Ιω. Χρυσοστόμου) (24)
“Άς προσκυνήσει όλη η γή, άς ψάλλει κάθε γλώσσα κι άς δοξολογήσει τον Θεό ως βρέφος τεσσαρακονθήμερο και προαιώνιο, βρέφος μικρό και παλαιό των ημερών, βρέφος που θηλάζει και ποιητή των αιώνων” (Κύριλλος Ιεροσολύμων) (25)
“Ο δίκαιος Συμεών υποδέχθηκε στη γέρικη αγκαλιά του τον παλαιό των ημερών ως νήπιο, και δόξασε το Θεό λέγοντας: απόλυσέ με τώρα τον δούλο σου με ειρήνη...” (Μεθόδιος Ολύμπου) (26)
“Ο παλαιός των ημερών παιδίον γέγονε”. (Μ. Αθανάσιος, ΒΕΠ 36, 225.20)
“Νηπιάζει δι’ εμέ ο παλαιός των ημερών...” (Κάθισμα όρθρου υπαπαντής)
“Ο παλαιός των ημερών, που και παλιότερα στό Σινά έδωσε τον νόμο στον Μωσή, φανερώνεται σήμερα ως βρέφος”. (Στιχηρόν ιδιόμελον λιτής Υπαπαντής) (27)
“Ο παλαιός των ημερών, σαν τη βροχή στην προβιά, κατέβηκε Πάναγνε στην αγιασμένη σου κοιλιά, και φανερώθηκε σαν νέος Αδάμ, ο φίλος του ανθρώπου”. (Θεοτόκιον) (28)
“Με απερίγραπτο τρόπο γέννησες Παρθένε, τον παλαιό των ημερών σαν βρέφος μικρό, που έδειξε στους ανθρώπους καινούριους δρόμους αρετής πάνω στη γή”ξ. (Θεοτόκιον) (29)
“Σάν βρέφος μικρό, γέννησες γιά χάρη μας Παρθένε αγνή, τον παλαιό των ημερών...” (Θεοτόκιον) (30)
“Ξεφεύγοντας παράδοξα από τους νόμους της φύσεως Παρθένε, έφερες στον κόσμο αγνή, τον νομοδότη και παλαιό των ημερών, σαν βρέφος πρωτόγνωρο, νοητέ ουρανέ του ποιητή των όλων”. (Θεοτόκιον) (31)
Είναι φανερό ότι η Γραφή και η υμνολογία και οι λόγοι των αγίων, δεν επιτρέπουν καμμιά αμφιβολία γιά τη γνώμη της Εκκλησίας πάνω σ’ αυτό το θέμα.
“Δείξε μου τις εικόνες που προσκυνάς γιά να σού πώ τι πίστη έχεις”
Τιμούμε και σεβόμαστε εξίσου τις εικόνες και τα Ευαγγέλια. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει