9 Μαρτίου 2017

Η ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΜΕΝΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΩΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΩΝ Π. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ ΠΟΥ ΕΚΑΝΕ ΣΤΗΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΛΗΣΤΡΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟ ΤΟΥ ΚΟΛΥΜΠΑΡΙΟΥ ΜΕ ΘΕΜΑ Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΛΛΗΣΙΑ

Εισήγηση Πρωτοπρ. Θεοδώρου Ζήση, στην Ημερίδα για τη Μεγάλη Σύνοδο

ΠΑΛΑΙΟ ΚΑΙ ΝΕΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ

ΚΑΙ Ο ΚΟΙΝΟΣ ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ

Γιατί ἀπέσυρε τὸ φλέγον θέμα ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος;

Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης,Ὁμότιμος Καθηγητὴς Α.Π.Θ.

1. Ἡ ἡμερολογιακὴ ἀλλαγὴ τοῦ 1924 διέσπασε τὴν λειτουργικὴ ἑνότητα καὶ προκάλεσε διαιρέσεις

Ἕνα ἀπὸ τὰ φλέγοντα καὶ ἐπείγονταθέματα ποὺ ἐκαλεῖτο νὰ ἀντιμετωπίσει ἡμέλλουσα νὰ συνέλθει Ἁγία καὶ ΜεγάληΣύνοδος ἦτο καὶ τὸ θέμα τῆςἡμερολογιακῆς μεταρρύθμισης, τῆςἀλλαγῆς τοῦ Ἡμερολογίου, τὴν ὁποία,χωρὶς πανορθόδοξη ἀπόφαση,μονομερῶς καὶ πραξικοπηματικῶς,ἐπέβαλαν ἀπὸ τὸ 1924 τὸ ΟἰκουμενικὸΠατριαρχεῖο καὶ ἡ Ἐκκλησία τῆςἙλλάδος. Τὴν μεταρρύθμιση δέχθηκε καὶ ἡ Ἐκκλησία τῆς Κύπρου, ἐνῶ ὅλες οἱ ἄλλες Ὀρθόδοξες ᾽Εκκλησίες ἀντέδρασαν καὶ τὴν ἀπέρριψαν, ὅπως τὰ τρία πρεσβυγενῆ πατριαρχεῖα Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας, Ἱεροσολύμων, οἱ λοιπὲς Ἐκκλησίες καὶ τὸ Ἅγιον Ὄρος.

Ἡ ἀντισυνοδική, ἀντικανονικὴ καὶ ἀναμφιβόλως λανθασμένη αὐτὴ ἐνέργεια, ποὺ δὲν ἀνταποκρινόταν σὲ καμμία ποιμαντικὴ ἀναγκαιότητα, ἐτραυμάτισε τὴν ἑνότητα τῆς ᾽Εκκλησίας ἑορτολογικὰ καὶ λειτουργικά, ἡ ὁποία ἑνότητα ἐπὶ δεκαέξι αἰῶνες, ἀπὸ τὴν Α´ δηλαδὴ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο (325), ποὺ καθόρισε τὸν κοινὸ ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα, παρέμενε ἀδιατάρακτη.

Ἡ ἑνότητα τραυματίσθηκε σὲ δύο ἐπίπεδα. Στὸ ἐπίπεδο ἐν πρώτοις τῶν τοπικῶν αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν, πολλὲς ἀπὸ τὶς ὁποῖες δὲν ἀποδέχθηκαν τὴν μεταρρύθμιση καὶ ἐξακολουθοῦν μέχρι σήμερα νὰ ἑορτάζουν τὶς ἑορτὲς καὶ τὶς μνῆμες τῶν Ἁγίων κατὰ τὸ παραδεδομένο Πάτριο Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο, ποὺ χαρακτηρίζεται τώρα ὡς Παλαιό. Ἄλλες ἐκκλησίες προσχώρησαν σταδιακὰ στὴν μεταρρύθμιση καὶ ἀποδέχθηκαν τὸ ἀποκληθὲν Νέο Ἡμερολόγιο, τὸ ὁποῖο μερικοὶ ἀποκαλοῦν «διορθωμένο» Ἰουλιανό, ἐνῶ οὐσιαστικὰ πρόκειται γιὰ τὸ παπικὸ Γρηγοριανὸ Ἡμερολόγιο, ποὺ πῆρε τὸ ὄνομά του ἀπὸ τὸν πάπα Γρηγόριο ΙΓ, ὁ ὁποῖος τὸ 1582 ἔκανε τὴν ἀλλαγὴ Ἡμερολογίου-Πασχαλίου στὴν Δύση, ὅπου καὶ ἐκεῖ στὴν ἀρχὴ ὑπῆρξαν ἀντιδράσεις, σιγά-σιγὰ ὅμως υἱοθετήθηκε ἀπὸ ὅλους καὶ ἰσχύει μέχρι σήμερα ὡς κοινὸ Εὐρωπαϊκὸ Ἡμερολόγιο.

Ἡ μεταξὺ τῶν δύο ἡμερολογίων χρονικὴ διαφορὰ τῶν 13 ἡμερῶν, γιὰ τὴν διόρθωση τῆς ὁποίας ἔγινε καὶ ἡ ἀλλαγή, συντελεῖ τώρα, ὥστε σὲ μεγαλύτερη ἔκταση νὰ ἔχουμε διάσπαση τῆς ἑορτολογικῆς ἑνότητας ἀπὸ τὴν πρὸ τῆς Α´ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικῆς Συνόδου περίοδο, διότι τότε ὑπῆρχε ἡ διαφορὰ στὸν ἑορτασμὸ μόνον τοῦ Πάσχα, ἐνῶ τώρα ἡ διαφορὰ περιλαμβάνει ὅλες τὶς ἑορτές, Δεσποτικὲς, Θεομητορικὲς καὶ μνῆμες Ἁγίων. Ἕνας ἀπὸ τοὺς δύο βασικοὺς λόγους ποὺ συνεκλήθη ἡ Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν καταδίκη τῆς αἱρέσεως τοῦ Ἀρείου, ἦταν νὰ ἀποκαταστήσει τὴν ἑνότητα στὸν ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα καὶ νὰ προσδιορίσει καὶ τὸν χρόνο ἑορτασμοῦ του μὲ ἀστρονομικὰ δεδομένα (ἐαρινὴ ἰσημερία, πανσέληνος), ὥστε νὰ μὴ συμπίπτει ὁ ἑορτασμός του μὲ τὸ ἑβραϊκὸ Πάσχα. Ἡ ἀπόφαση αὐτὴ δυσκόλεψε τοὺς μεταρρυθμιστὰς νὰ προχωρήσουν καὶ στὴν ἀλλαγὴ τοῦ Πασχαλίου, διότι θὰ ἀνέτρεπαν ἐμφανῶς κανόνες καὶ ἀποφάσεις Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Γι᾽ αὐτὸ ἄφησαν ἄθικτο τὸ Πάσχα, νὰ ἑορτάζεται κατὰ τὸ Παλαιὸ Ἡμερολόγιο, καὶ αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ ἑορτάζουμε τὸ Πάσχα ἀπὸ κοινοῦ ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι, γιατὶ δὲν ἐθίγη ὁ ἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα. Ἔτσι ὅμως ἔχουμε πολλὲς παραδοξότητες· υἱοθετήσαμε τὸ Νέο Ἡμερολόγιο, ἀλλὰ ἔχουμε καὶ τὸ Παλαιὸ στὸν ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα. Γιορτάζουμε ὅλες οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες ἀπὸ κοινοῦ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ χωριστά, μὲ διαφορὰ δεκατριῶν ἡμερῶν τὰ Χριστούγεννα, τὰ Θεοφάνεια, τὴν Κοίμηση τῆς Παναγίας καὶ ὅλες τὶς μνῆμες Ἁγίων, ὅλες δηλαδὴ τὶς ἀκίνητες ἑορτὲς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἔτους. Καὶ αὐτὸ γίνεται γιὰ πρώτη φορὰ στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, ἕνα ἀπὸ τὰ βασικὰ γνωρίσματα τῆς ὁποίας εἶναι ἡ ἑνότητα στὴ λατρεία, μαζὶ μὲ τὴν ἑνότητα στὴν πίστη καὶ στὴν διοίκηση.

Περισσότερο ἐπώδυνη εἶναι ἡ διάσπαση τῆς ἑνότητας σὲ τοπικὸ ἐπίπεδο. Ἐπειδὴ ἡ ἡμερολογιακὴ ἀλλαγὴ δὲν ἀνταποκρινόταν σὲ ποιμαντικὴ ἀνάγκη, δὲν προῆλθε δηλαδὴ ἀπὸ τὸ ποίμνιο, ἀλλὰ ἐπεβλήθη ἐκ τῶν ἄνω, γιὰ νὰ ὑπηρετήσει ἐξωεκκλησιαστικὲς σκοπιμότητες, ὑπῆρξε σφοδρὴ καὶ δικαιολογημένη ἡ ἀντίδραση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος, πολλῶν ἀρχιερέων, ἱερέων, μοναχῶν καὶ λαϊκῶν μὲ συνέπεια νὰ δημιουργηθοῦν διαιρέσεις καὶ διαστάσεις μεταξὺ ἐπισκόπων καὶ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, μεταξὺ ἱερέων καὶ ἐπισκόπων, μοναστηριῶν καὶ ἐπισκόπων, μεταξὺ ἱερέων καὶ λαϊκῶν σὲ ἐπίπεδο ἐνορίας, ἀκόμη καὶ μεταξὺ τῶν μελῶν τῆς ἰδίας τῆς οἰκογενείας. Ποιός βάσκανος νοῦς σοφίσθηκε αὐτὴν τὴν ἀλλαγὴ καὶ κατέστρεψε σὲ μεγάλη ἔκταση τὴν ἑορτολογικὴ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ σὲ τοπικὸ καὶ σὲ ὑπερτοπικὸ ἐπίπεδο; Ἡ Α´ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ἀποκατέστησε τὴν ἑνότητα μὲ τὸν κοινὸ ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα, καὶ τώρα γιατί κάποιοι κατέστρεψαν ἀντισυνοδικὰ καὶ ἀντικανονικὰ σὲ μεγαλύτερη ἔκταση αὐτὴ τὴν ἑνότητα; Δὲν θὰ ὑπάρξει κάποια ἄλλη Σύνοδος ποὺ θὰ ἐπαναφέρει τὴν ἑνότητα καὶ τὴν εἰρήνη, θὰ θεραπεύσει τὰ τραύματα ποὺ προκάλεσε ἡ μονομερής, ἀντισυνοδική, χωρὶς πανορθόδοξη ἀπόφαση, ἡμερολογιακὴ μεταρρύθμιση τοῦ 1924; Κοντεύει νὰ συμπληρωθεῖ ἕνας αἰώνας καὶ τὸ τραῦμα στὴν ἑνότητα παραμένει. Φροντίζουμε νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τοὺς αἱρετικοὺς Παπικούς, Προτεστάντες, Μονοφυσίτες, χωρὶς νὰ ἀποκηρύξουν τὶς αἱρέσεις τους, καὶ μένουμε χωρισμένοι ἀπὸ τοὺς ἀδελφούς μας τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου, μὲ τοὺς ὁποίους δὲν ἔχουμε καμμία διαφορὰ σὲ θέματα πίστεως.

2. Ἡ πανορθόδοξη ἀπόφαση τοῦ 1904: Εἶναι ἀδύνατο νὰ ἀλλάξει τὸ Ἡμερολόγιο. «Οὐκ ἐξὸν περὶ τοῦτοκαινοτομῆσαι»

Εἶναι πολὺ πικρὴ ἡ ἱστορία τῆςἡμερολογιακῆς μεταρρύθμισης καὶ ἔ-χουν γραφῆ γι᾽ αὐτὴν πλῆθος πολὺἄρθρων καὶ βιβλίων, μὲ ἀλληλοσυγ-κρουόμενη καὶ ἀλληλοαναιρούμενηἐπιχειρηματολογία, ὥστε νὰ φαίνεταιδύσκολο κατ᾽ ἀρχὴν νὰ βγάλει κανεὶςἄκρη γιὰ τὸ ποῦ βρίσκεται τὸ δίκαιο.Πολὺ ἁπλᾶ καὶ σύντομα ἡ πορεία τοῦ πράγματος κατὰ τὸν 20ὸ αἰώνα ἔχει ὡς ἑξῆς:

Σὲ ἐπιστημονικοὺς κύκλους στὴν Ὀρθόδοξη Ἀνατολή, ἀλλὰ καὶ σὲ δυτικίζοντες καὶ ἐκκοσμικευμένους κύκλους ἐκκλησιαστικῶν ἡγετῶν, ἄρχισε νὰ συζητεῖται τὸ θέμα περὶ τὸ τέλος τοῦ 19ου αἰῶνος, χωρὶς καμμία εὐρύτερη ἀπήχηση στὸ σύνολο τοῦ κλήρου καὶ στοὺς λαϊκούς. Γιὰ πρώτη φορὰ ἔθεσε ἐπισήμως τὸ θέμα ὁ πατριάρχης Ἰωακεὶμ Γ´ στὴν γνωστὴ πατριαρχικὴ καὶ συνοδικὴ ἐγκύκλιο τοῦ 1902, πρὸς τοὺς προκαθημένους τῶν αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν. Πρόκειται γιὰ ἐγκύκλιο ποὺ ἐπιχειρεῖ νὰ ἀλλάξει τὴν αὐστηρὴ παραδοσιακὴ θέση τῶν Ὀρθοδόξων ἀπέναντι στοὺς ἀπεσχισμένους Χριστιανοὺς τῆς Δύσεως, ἡ ὁποία πάντως δὲν πέρασε πανορθοδόξως μέχρι σήμερα· ἐπιχειρεῖται τώρα μὲ τὴν ἐγγίζουσα Σύνοδο τῆς Κρήτης καὶ μὲ ἀνατροπὴ βέβαια τῆς προηγουμένης συνοδικῆς καὶ πατερικῆς παραδόσεως. Ἡ ἐγκύκλιος φαίνεται νὰ τηρεῖ ἴσες ἀποστάσεις ἀπέναντι τῶν δύο πλευρῶν, αὐτῶν δηλαδὴ ποὺ ἐπιθυμοῦν τὴν ἀλλαγὴ τοῦ Ἡμερολογίου καὶ αὐτῶν ποὺ ἀντιτίθενται σ᾽ αὐτή, καταλήγει ὅμως μὲ τὴν σωστὴ ἐπισήμανση ὅτι ὁποιαδήποτε ἀπόφαση πρέπει νὰ εἶναι κοινὴ ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων· «διαμείψασθαι πρὸς ἀλλήλας τὰς ἁγίας ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας σχετικὰς ἀνακοινώσεις, ἵνα καὶ περὶ τούτου διαμορφωθῆ κοινὸν ἐν αὐταῖς φρόνημα, μία δὲ γνώμη καὶ ἀπόφασις τῆς καθόλου ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας»[1]Ἡ οὐδέτερη στάση τῆς ἐγκυκλίου δὲν ἀπαλλάσει τῆς εὐθύνης οὔτε τὸν πατριάρχη, οὔτε τοὺς συνοδικούς, διότι προέβαλαν πρὸς συζήτηση καὶ ἐπίλυση ἕνα θέμα, γιὰ τὸ ὁποῖο δὲν ὑπῆρχε καμμία ποιμαντικὴ καὶ ἐκκλησιαστικὴ ἀνάγκη, ἀλλὰ ἄλλες σκοπιμότητες, πολιτικές, οἰκονομικές, διαχριστιανικές, ἄνωθεν ἐπιβαλλόμενες. Αὐτὸ προκύπτει ὁλοφάνερα ἀπὸ τὶς ἀπαντήσεις τῶν αὐτοκεφάλων ἐκκλησιῶν, ποὺ εἶναι στὸ σύνολό τους αὐστηρὰ ἀρνητικές. Μνημονεύουμε τὴν κατακλεῖδα τῆς ἐπὶ τοῦ σχετικοῦ θέματος ἀπαντήσεως τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας, ἡ ὁποία ἐπισημαίνει τὶς διαιρέσεις καὶ τὴν ἀταξία ποὺ ἐπρόκειτο νὰ προκληθοῦν, χωρὶς νὰ ὑπάρχει κάποια ἐκκλησιαστικὴ ἀνάγκη:«Ἡ τοιαύτη γὰρ μεταβολή, ὡς διασαλεύουσα τὴν ἀνέκαθεν καὶ πολλάκις καθαγιασθεῖσαν ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας τάξιν, συνεπήγετο ἂν ἀναμφιβόλως διασαλεύσεις τινὰς καὶ ἐν τῷ ἐκκλησιαστικῷ βίῳ, ἐνῷ ἐν τῇ προκειμένῃ περιπτώσει τοιαῦται διασαλεύσεις οὐδεμίαν ἑαυταῖς εὑρίσκουσιν ἐπαρκῆ δικαιολογίαν οὔτε ἐν τῇ ἀποκλειστικῇ ὀρθότητι τῆς προτεινομένης μεταρρυθμίσεως οὔτε ἐν ὡριμασάσῃ τινι ἐκκλησιαστικῇ ἀνάγκῃ»[2]. Στὸ ἴδιο πνεῦμα καὶ ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρουμανίας: «Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς ἁγίας Αὐτοκεφάλου Ὀρθοδόξου Ρουμανικῆς Ἐκκλησίας φρονεῖ καὶ ἐξαιτεῖται ἵνα μένωμεν εἰς ἅπερ εὑρισκόμεθα σήμερον· ἐπειδὴ εἶναι ἀδύνατον νὰ μὴ θίξωμεν τὰς κανονικὰς διατάξεις, ἐὰν ἠθέλομεν σκεφθῇ περὶ μεταβολῆς τινος ἢ μεταρρυθμίσεως τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου, μεθ᾽ οὗ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ζῆ ἀπὸ τοσούτου χρόνου ἢ καὶ νὰ μὴ αἰσθανθῇ στενοχωρίαν. Ἐκτὸς τούτου οὔτε διὰ τοῦ δακτύλου δὲν ἐπιτρέπεται ἡμῖν νὰ θίξωμεν τὰς ἀπηρχαιωμένας ἀποφάσεις, αἵτινες ἀποτελοῦσι τὴν ἡμετέραν ἐκκλησιαστικὴν δόξαν»[3].

Εἶναι πάντως πρὸς τιμὴν καὶ τοῦ πατριάρχου Ἰωακεὶμ καὶ τῶν συνοδικῶν ἀρχιερέων τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως ὅτι, μετὰ τὶς ἀρνητικὲς ἀπαντήσεις τῶν τοπικῶν ἐκκλησιῶν, ὄχι μόνον ἔκλεισαν τὸ θέμα, ἀλλὰ καὶ ἐκτιμοῦν ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ γίνει ὁποιαδήποτε ἀλλαγὴ στὸ θέμα τοῦ Ἡμερολογίου καὶ Πασχαλίου: «Οὐκ ἐξὸν περὶ τοῦτο καινοτομῆσαι». Πόσο θὰ εὐχόμασταν ἡ ἴδια στάση νὰ ἐτηρεῖτο ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο σήμερα καὶ στὸ θέμα τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τῆς συμμετοχῆς μας στὸ λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», γιὰ τὰ ὁποῖα ὑπάρχει συνεχὴς καὶ μεγάλη ἀντίδραση πολλῶν ἐκκλησιῶν, μερικὲς ἀπὸ τὶς ὁποῖες καλῶς ἔπραξαν καὶ ἀποχώρησαν, ἄλλες δὲ τὸ εἶχαν ἀποφασίσει καὶ ἀνέστειλαν τὴν ἀποχώρηση μετὰ ἀπὸ πιέσεις καὶ ἀπειλές! Καμμία ἀπειλὴ οὔτε πίεση τότε, ἀλλὰ γιὰ νὰ μὴ διασπασθεῖ ἡ ἑνότητα σύμπλευση πρὸς τοὺς διαφωνοῦντες. Γράφει ὡς ἀνταπάντηση πρὸς τὶς αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες τὸ 1904 διὰ τοῦ πατριάρχου Ἰωακεὶμ Γ´ καὶ τῶν συνοδικῶν ἀρχιερέων ἡ Ἐκκλησία Κωνσταντινουπόλεως: «Περὶ δὲ τοῦ καθ᾽ ἡμᾶς ἡμερολογίου τοιαύτην ἔχομεν γνώμην· αἰδέσιμον εἶναι καὶ ἔμπεδον τὸ ἀπὸ αἰώνων μὲν ἤδη καθωρισμένον, κεκυρωμένον δὲ τῇ διηνεκεῖ τῆς Ἐκκλησίας πράξει Πασχάλιον... ὡς οὐκ ἐξὸν περὶ τοῦτο καινοτομῆσαι»[4].

Εἶναι λοιπό, σεβαστὸ καὶ ἑδραῖο, δηλαδὴ ἀμετακίνητο, (αἰδέσιμον καὶ ἔμπεδον) τὸ Πάτριο παραδεδομένο Ἡμερολόγιο καὶ εἶναι ἀδύνατη ὁποιαδήποτε ἡμερολογιακὴ ἀλλαγὴ καὶ καινοτομία: «Ὡς οὐκ ἐξὸν περὶ τοῦτο καινοτομῆσαι». Οὐσιαστικῶς πρόκειται γιὰ πανορθόδοξη ἀπόφαση, ἀφοῦ συμφωνοῦν ὅλες οἱ ἐκκλησίες, εἶναι σύμψηφες, ὡς πρὸς τὸ ὅτι εἶναι ἀδύνατη ἡ ἡμερολογιακὴ μεταρρύθμιση. Δὲν ἐχρειάζετο τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὸ νὰ τηρηθεῖ αὐτὴ ἡ πανορθόδοξη ἀπόφαση, καὶ νὰ κλείσει τὸ θέμα, ὁπότε θὰ ἀποφεύγονταν ὅλες οἱ διαιρέσεις καὶ τὰ τραύματα στὴν ἑνότητα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος. Στὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰῶνος ἡ Ἐκκλησία ἔβγαινε ἀλώβητη ἀπὸ τὴν ἐπίθεση τοῦ Πονηροῦ.

3. Μονομερής, ἀντισυνοδικὴ καὶ πραξικοπηματικὴ ἐνέργεια τοῦ πατριάρχου Μελετίου Μεταξάκη καὶ τοῦ ἀρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου

Δυστυχῶς αὐτὸ δὲν κράτησε γιὰπολύ, διότι τὰ ἐκκλησιαστικὰ πράγματατῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀναστάτωσεκαὶ ἀνατάραξε μία πολυτάλαντη, ἰσχυρή,ἀλλὰ καὶ γι᾽ αὐτὸ πολὺ ἐπικίνδυνηπροσωπικότητα, ὁ Μελέτιος Μεταξάκης,ἀναλαβὼν ὑψηλὰ ἐκκλησιαστικὰἀξιώματα σὲ τέσσερις αὐτοκέφαλεςἐκκλησίες, σπάνιο καὶ μοναδικὸφαινόμενο στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας,ὅπως σπάνια καὶ μοναδικὴ εἶναι καὶ ἡζημία ποὺ προκάλεσε στὴν ἑνότητα τῆςἘκκλησίας καὶ ὁ ἴδιος καὶ διὰ τῶνδιαδόχων του πατριαρχῶν στὴνΚωνσταντινούπολη Ἀθηναγόρα καὶΒαρθολομαίου, ποὺ βαδίζουν στὰ ἴχνητου. Μητροπολίτης Κιτίου στὴν Κύπρο (1910-1918), μητροπολίτης (=ἀρχιεπίσκοπος) Ἀθηνῶν (1918-1920), οἰκουμενικὸς πατριάρχης ὡς Μελέτιος Δ´ (1921-1923) καὶ πατριάρχης Ἀλεξανδρείας ὡς Μελέτιος Β´ (1926-1935). Τὴν εὔκολη καὶ πολλὲς φορὲς παράνομη καὶ ἀντικανονικὴ ἀναρρίχησή του σὲ ὕπατα ἐκκλησιαστικὰ ἀξιώματα καὶ δι᾽ αὐτῶν τὴν ἐκθεμελίωση τῶν παραδόσεων τῆς Ἐκκλησίας, πολλοὶ ἀποδίδουν εἰς τὸ ὅτι ἦτο μεγαλομασόνος 33ου βαθμοῦ. Δὲν ἀγνοοῦμε τὶς προσπάθειες τῶν Οἰκουμενιστῶν σὲ ἐκκλησιαστικοὺς καὶ πανεπιστημιακοὺς κύκλους νὰ τὸν προβάλουν ὡς μεγάλη καὶ σημαντικὴ ἐκκλησιαστικὴ προσωπικότητα μὲ ἄρθρα, μελέτες καὶ συνέδρια, ὀργανούμενα μέχρι καὶ τῶν προσφάτων ἡμερῶν μας. Ὅσα ὅμως ἐπαινετικὰ καὶ ἂν εἰπωθοῦν, καὶ ὅσες ἐνέργειές του, μερικὲς πράγματι σημαντικές, καὶ ἂν ἐξαρθοῦν, συνολικὰ ἡ προσφορά του εἶναι ἀρνητική, διότι προκάλεσε σχίσματα, διαιρέσεις, ἀντιγνωμίες, συγκρούσεις μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἰδιαίτερα μὲ τὴν ἡμερολογιακὴ μεταρρύθμιση, καὶ ὡς γνωστὸν εἶναι ἀναντίρρητο τὸ ἀπόφθεγμα «ἐκ τοῦ καρποῦ τὸ δένδρον γινώσκεται». Ὡς ἀντίβαρο στοὺς ἐπαίνους γιὰ τὸν Μεταξάκη προτείνουμε νὰ διαβάσουν οἱ ὑποστηρικτές του ὅσα λέγει περὶ αὐτοῦ μία μεγάλη ὁσιακὴ μορφὴ τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ Γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος, τὰ ὁποῖα παρουσιάσαμε σὲ πρόσφατο ἔργο μας[5], καὶ ἐλάχιστα ἀπὸ τὰ πάμπολα ποὺ ἔχουν γράψει ἐναντίον του ἐπιφανεῖς ἄλλες ἐκκλησιαστικὲς μορφές, στὶς ὁποῖες θὰ ἀναφερθοῦμε.

Δὲν θὰ μποῦμε σὲ λεπτομέρειες γιὰ τὸ πῶς ἐπανῆλθε ἡ συζήτηση γιὰ τὸ Ἡμερολόγιο καὶ τὸ Πασχάλιο. Τὴν ἐπανέφερε ὁ Μεταξάκης ὡς πανίσχυρος μητροπολίτης Ἀθηνῶν, ὅπου τὸν ἀναβίβασε ὁ μεσουρανῶν τότε στὸ πολιτικὸ στερέωμα τῆς Ἑλλάδος συντοπίτης καὶ φίλος του Ἐλευθέριος Βενιζέλος· παρὰ ταῦτα δὲν μπόρεσε νὰ τὴν ἐπιβάλει τότε παρὰ ἀργότερα, ὡς πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, συνεργασθεὶς μὲ τὸν ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καὶ πανεπιστημιακὸ καθηγητὴ Χρυσόστομο Παπαδόπουλο, ὁ ὁποῖος, σημειωτέον, πρὶν γίνει ἀρχιεπίσκοπος εἶχε γνωματεύσει ὡς μέλος εἰδικῆς ἐπιτροπῆς τὸ 1919 ὅτι «ἡ μεταβολὴ τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου, μὴ προσκρούουσα εἰς δογματικοὺς καὶ κανονικοὺς λόγους, δύναται νὰ γίνῃ μετὰ συνεννόησιν μετὰ πασῶν τῶν λοιπῶν Ὀρθοδόξων Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν, ἰδίως μετὰ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, εἰς ὃ καὶ θὰ ἦτο ἀνάγκη ν᾽ ἀνατεθῇ, ἡ πρωτοβουλία πάσης σχετικῆς ἐνεργείας»[6].

Ἡ συνεννόηση αὐτή «μετὰ πασῶν τῶν λοιπῶν Ὀρθοδόξων Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν» οὐδέποτε ἔγινε, διότι ἦσαν ὅλες σχεδὸν ἀντίθετες. Ἡ μεταρρύθμιση τοῦ Ἡμερολογίου ἔγινε μονομερῶς καὶ πραξικοπηματικῶς ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τὴν Ἀθήνα, τὶς ὁποῖες ἀκολούθησε καὶ ἡ Κύπρος. Ὡς πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως συνεκάλεσε ὁ Μελέτιος τὸ γνωστό «Πανορθόδοξο Συνέδριο» τῆς Κωνσταντινούπολης τὸ 1923 (10 Μαΐου - 8 Ἰουνίου), στὸ ὁποῖο πάντως δὲν ἔλαβαν μέρος ὅλες οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, καὶ κυρίως οἱ περισσότερες ἀπέρριψαν τὶς ἀποφάσεις του γιὰ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ Ἡμερολογίου. Στὴν «Πατριαρχικὴ Ἐπιστολή» ποὺ ἔστειλε «Πρὸς τοὺς Μακαριωτάτους καὶ Σεβασμιωτάτους Προέδρους τῶν Ἁγίων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας, Ἱεροσολύμων, Σερβίας, Κύπρου, Ἑλλάδος καὶ Ρουμανίας» (3 Φεβρουαρίου 1923), μὲ τὴν ὁποία παρακαλοῦσε νὰ ἀποστείλουν ἕνα ἢ δύο ἀντιπροσώπους στὸ Συνέδριο, ποὺ ἀρχικῶς ὀνόμαζε «Ἐπιτροπή», συνδέει τὴν ἡμερολογιακὴ μεταρρύθμιση μὲ τὸ αἴτημα τῆς παγχριστιανικῆς ἑνότητος, ἐξομοιώνοντας Ὀρθοδόξους καὶ αἱρετικοὺς καὶ ἐνισχύοντας ἔτσι τὰ οἰκουμενιστικὰ ἀνοίγματα τῶν δύο προηγουμένων πατριαρχικῶν ἐγκυκλίων τοῦ 1902 καὶ τοῦ 1920. Γράφει: «Διὰ τοι τοῦτο καὶ πανταχόθεν ἐκφέρεται εὐχὴ καὶ παράκλησις πρὸς τὴν Ἐκκλησίαν, ὅπως ἐξευρεθῇ τρόπος ἐπικρατήσεως ἑνὸς καὶ μόνον ἡμερολογίου ἔν τε τοῖς κοσμικοῖς καὶ τοῖς θρησκευτικοῖς, οὐ μόνον πρὸς ἁρμονίαν αὐτοῦ τούτου τοῦ ὀρθοδόξου πρὸς ἑαυτὸν ὥς τε πολίτην καὶ χριστιανόν, ἀλλὰ καὶ πρὸς ἐξυπηρέτησιν ἔν γε τούτῳ τῷ μέρει τῆς παγχριστιανικῆς ἑνότητος πάντων τῶν ἐπικαλουμένων τῷ ὀνόματι Κυρίου, ἑορταζόντων τὴν αὐτὴν ἡμέραν τὴν Γέννησιν αὐτοῦ καὶ τὴν Ἀνάστασιν»[7]. Τὰ ἴδια ἐπανέλαβε καὶ κατὰ τὸν ἐναρκτήριο λόγο του κατὰ τὴν πρώτη ἡμέρα τῶν ἐργασιῶν τοῦ «Πανορθοδόξου Συνεδρίου» (10 Μαΐου 1923). Προσπαθώντας νὰ ἀνατρέψει τὴν προηγούμενη πανορθόδοξη ἀπόφαση, ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρξει ὁποιαδήποτε ἀλλαγὴ στὸ Ἡμερολόγιο, ὅπως τὴν ἐξέφρασε ὁ πατριάρχης Ἰωακεὶμ Γ´ στὴν ἀνταπάντησή του πρὸς τὶς τοπικὲς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, «ὡς οὐκ ἐξὸν περὶ τοῦτο καινοτομῆσαι»,ἐπικαλεῖται τὸ γεγονὸς ὅτι «τὰ ὀρθόδοξα κράτη ὡς ἀπὸ συνθήματος ἑνὸς ἐχώρησαν εἰς τὴν διὰ νόμου ἀντικατάστασιν τοῦ παλαιοῦ ἡμερολογίου διὰ τοῦ νέου», ἑπομένως πρέπει καὶ οἱ ἐκκλησιαστικὲς ἀρχὲς νὰ πράξουν τὸ ἴδιο, ὥστε οἱ πιστοὶ νὰ ἀκολουθοῦν τὸ ἴδιο ἡμερολόγιο καὶ στὸν κοσμικὸ καὶ στὸν θρησκευτικὸ βίο. Συσκοτίζοντας δὲ περισσότερο τὰ πράγματα ἐμφανίζεται καὶ ὡς ἀντιπαπικός, ἐνῷ προσπαθεῖ νὰ εἰσαγάγει τὸ παπικὸ Γρηγοριανὸ ἡμερολόγιο, λέγοντας ὅτι τὴν ἑνότητα στὸν ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα, ποὺ διατηρήθηκε ἐπὶ δεκατρεῖς αἰῶνες, μετὰ τὴν Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, τήν«διέσπασεν πρὸ τριῶν καὶ ἡμίσεως αἰώνων ἡ μονομερὴς ἀπόφασις τοῦ Ἀρχηγοῦ μιᾶς Μεγάλης Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας», ἐννοώντας τὴν ἡμερολογιακὴ μεταρρύθμιση τοῦ 1582 ἀπὸ τὸν πάπα Γρηγόριο ΙΓ´, καὶ ὅτι τώρα ἦλθε ἡ ὥρα «τῆς ἐκ νέου ἀποκαταστάσεως τῆς ἑνότητος τῶν Χριστιανῶν τουλάχιστον ἐν τῷ σημείῳ τούτῳ»[8]. Ἀσύγγνωστη ἐπιπολαιότητα καὶ ἀδιακρισία, ἡ ὁποία οὔτε τὴν ἑνότητα στὸν ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα ἐπέτυχε μὲ τοὺς ἄλλους Χριστιανούς, ἀφοῦ τὸ Πασχάλιο ρυθμίζεται ἐπὶ τῇ βάσει τοῦ Πατρίου Ἰουλιανοῦ Ἡμερολογίου, ἀλλὰ προκάλεσε νέες διαιρέσεις μέσα στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, στὸ σῶμα τῶν Ὀρθοδόξων, μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἀποδοχὴ τοῦ Νέου Ἡμερολογίου, ἡ ὁποία εἶχε καὶ ἔχει ὡς συνέπεια μεταξὺ τῶν τοπικῶν αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν νὰ ἑορτάζονται τὰ Χριστούγεννα, οἱ Θεομητορικὲς ἑορτὲς καὶ οἱ μνῆμες τῶν Ἁγίων μὲ διαφορὰ δεκατριῶν (13) ἡμερῶν, νὰ ἐπέλθει δὲ μεγάλη ἀναταραχὴ μεταξὺ τῶν πιστῶν, ἀκόμη καὶ στὰ πλαίσια τῆς ἴδιας τῆς οἰκογενείας, καὶ νὰ δημιουργηθοῦν εὐνοϊκὲς καταστάσεις γιὰ τὴν δημιουργία στὴ συνέχεια σχισμάτων ποὺ διατηροῦνται μέχρι σήμερα. Ἔτσι ὁ στόχος τοῦ Μεταξάκη γιὰ παγχριστιανικὸ ἑορτασμὸ τὴν ἴδια ἡμέρα τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου ὄχι μόνον δὲν ἐπέτυχε, ἀλλὰ τραυμάτισε τὴν λειτουργικὴ ἑνότητα τῶν Ὀρθοδόξων κατὰ τὴν ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων, τῶν Θεομητορικῶν ἑορτῶν καὶ τῶν ἑορτῶν τῶν Ἁγίων.

Τό «Πανορθόδοξο Συνέδριο» τοῦ Μεταξάκη τελικῶς ἀποφάσισε νὰ «διορθωθεῖ» τὸ Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο μὲ τὴν ἀφαίρεση 13 ἡμερῶν, οὐσιαστικῶς δηλαδὴ νὰ γίνει δεκτὸ τὸ Γρηγοριανό, ἐκτὸς τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα ποὺ μένει ἀμετακίνητη. Γιὰ τὴν ἀφαίρεση τῶν 13 ἡμερῶν ὁρίσθηκε κατ᾽ ἀρχὴν νὰ ἀριθμηθεῖ ἡ 1η Ὀκτωβρίου τοῦ 1923 ὡς 14 Ὀκτωβρίου, οἱ δὲ ἑορτὲς τῶν παραλειπομένων ἑορτῶν νὰ ἑορτασθοῦν ἐφ᾽ ἅπαξ τὴν 14η Ὀκτωβρίου καὶ ἐφεξῆς ἢ ὅπως ὁρίσει ὁ ἀρχιερεὺς τῆς ἐπαρχίας[9].

Παρὰ ταῦτα οὐδεμία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία προχώρησε στὴν ἐφαρμογὴ αὐτῆς τῆς ἀποφάσεως, οὔτε ἡ ἴδια ἡ Κωνσταντινούπολη, μέχρις ὅτου ἐνεργοποιήθηκε δυναμικὰ καὶ ἀποφασιστικὰ ὁ «συνεταῖρος» τοῦ Μεταξάκη, ὅπως τὸν ἀποκαλεῖ ἐπιφανὴς καὶ διακεκριμένος ἱεράρχης τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ὁ μητροπολίτης Κασσανδρείας Εἰρηναῖος, δηλαδὴ ὁ τότε ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Χρυσόστομος Παπαδόπουλος. Σὲ συνεννόηση μὲ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ἀποφασίσθηκε καὶ ἀνακοινώθηκε πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τῶν δύο δικαιοδοσιῶν, ὅτι ἡ 10η Μαρτίου τοῦ 1924 θὰ λογισθεῖ καὶ θὰ ὀνομασθεῖ 23η, χωρὶς μεταβολὴ τοῦ Πασχαλίου.

4. Ἡ ἀντίδραση κατὰ τοῦ ἡμερολογιακοῦ πραξικοπήματος

α) Ὁ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Φώτιος: Μόνον Πανορθόδοξη Σύνοδος εἶναι ἁρμόδια νὰ ἀποφασίσει.

Οἱ ἀντιδράσεις ὑπῆρξαν σεισμικὲς ἀλλὰ καὶ ἀναμενόμενες. Πολλὲς ἐκκλησίες ἀντέδρασαν, ὅπως καὶ πολλοὶ ἱεράρχες, ἱερεῖς, μοναχοὶ καὶ λαϊκοὶ καὶ ἰδιαίτερα τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ὁ πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Φώτιος σὲ ἀπαντητική του ἐπιστολὴ πρὸς τὸν ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καὶ μετὰ ἀπὸ συνοδικὴ ἀπόφαση τοῦ γράφει ὅτι δὲν ὑπῆρχε καμμία ἀνάγκη γιὰ τὴν διόρθωση τοῦ Ἡμερολογίου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, καὶ εἰς αὐτὸ συμφωνοῦν καὶ οἱ λοιποὶ προκαθήμενοι τῶν ἀποστολικῶν καὶ ἀρχεγόνων Ἐκκλησιῶν τῆς Ἀνατολῆς, δηλαδὴ οἱ πατριάρχες Ἀντιοχείας Γρηγόριος, Ἱεροσολύμων Δαμιανὸς καὶ Κύπρου Κύριλλος, οἱ ὁποῖοι ἐπρότειναν«συγκρότησιν συνόδου πασῶν τῶν Ἁγιωτάτων Ἐκκλησιῶν τοῦ Θεοῦ, μόνης δυναμένης ἁρμοδίως καὶ ὁριστικῶς ἀποφήνασθαι». Δὲν ἀποκρύπτει τὴν λύπην του, διότι ἀποκρούσθηκε ἡ ἀδελφικὴ σύσταση τεσσάρων Ἀποστολικῶν θρόνων νὰ μὴ προχωρήσει ἡ «διόρθωσις» τοῦ Ἡμερολογίου, τὸ ὁποῖο εἶναι ἐν χρήσει ὄχι μόνο στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἀλλὰ σὲ ὅλη τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Θεωρεῖ ὡς πρόφαση καὶ δικαιολογία τὴν συναίνεση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, διότι ὅλοι γνωρίζουν «ἐν οἵᾳ νῦν τελεῖ καταστάσει ὁ ἁγιώτατος Ἀποστολικὸς καὶ Πατριαρχικὸς θρόνος, ἀπωρφανισμένος μὲν τὰ πολλά, κρίμασιν οἷς οἶδε Κύριος, ἀπωρφανισμένος δὲ τοῦ πλείστου, ἵνα μὴ λέγωμεν παντὸς τοῦ ποιμνίου, γυμνὸς δὲ καὶ πάσης τῆς προτέρας δυνάμεως καὶ χρήζων αὐτὸς συγκροτήσεως ἐν τῇ νέα καταστάσει καὶ πανθομολογουμένως ὑπὸ περιπετείας διατελῶν θλιβερωτάτας»[10].

Ἐνωρίτερα μετὰ τὴν λήξη καὶ τὶς ἀποφάσεις τοῦ «Πανορθοδόξου Συνεδρίου» ὁ αὐτὸς πατριάρχης Φώτιος γράφοντας πρὸς τὸν Ἀθηνῶν Χρυσόστομο (ἀριθ. Σ. Πρωτ. 2664/1/14.8.1923) λέγει ὅτι ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη μὲ ζῆλο «οὐ κατ᾽ ἐπίγνωσιν» ἐκσφενδονίσθηκαν ἀποφάσεις ἐπὶ ζημίᾳ ὅλης τῆς Ἐκκλησίας, καὶ μὲ ἁρπακτικὴ ὁρμὴ αἰώνιοι ἐχθροὶ βυσσοδομοῦν ἐναντίον τῆς ἁγιωτάτης μητρὸς τῶν Ἐκκλησιῶν, ἐννοώντας τὶς δυσμενεῖς ἐπιπτώσεις τῆς ἡμερολογιακῆς μεταρρύθμισης στὸ προσκυνηματικὸ καθεστὼς τῶν Ἁγίων Τόπων»[11

β) Ὁ μητροπολίτης ΚασσανδρείαςΕἰρηναῖος: Ἀλλόδοξες ἐκκλησίες καὶμυστικὲς ἑταιρεῖες πίσω ἀπὸ τὸνΜελέτιο Μεταξάκη.

Ὁ σοβαρός, συνετὸς καὶ ἐπιφανὴςμητροπολίτης Κασανδρείας Εἰρηναῖος,ἐνῶ εὑρίσκετο ἀκόμη ὑπὸ τὴνδικαιοδοσία τοῦ ΟἰκουμενικοῦΠατριαρχείου, πρὸ τῆς παραχωρήσεωςδηλαδὴ τὸ 1928 τῶν λεγομένων «ΝέωνΧωρῶν» ἐπιτροπικῶς στὴν Ἐκκλησία τῆςἙλλάδος, γράφει ἐπιστολὴ σὲ φίλο τουἱερομόναχο στὶς Καρυὲς τοῦ ἉγίουὌρους τὴν 1/14 Μαΐου 1924, στὴν ὁποίαἐκθέτει πῶς ἀντέδρασε στὴνμεταρρύθμιση τῆς Κωνσταντινούποληςκαὶ τῆς Ἀθήνας. Τοῦ λέγει ὅτι στὸν Γενικὸ Διοικητὴ τοῦ Ἁγίου Ὄρος ποὺ ἔδωσε ἐντολὴ ἐκ μέρους τῆς Κυβερνήσεως δι᾽ ἐγγράφου νὰ ἐφαρμοσθεῖ ἡ ἀλλαγὴ τοῦ Ἡμερολογίου ἀπήντησε ὅτι «ἐν τοσούτῳ σοβαροῖς ζητήμασιν, ἐν οἷς διακυβεύεται τὸ κῦρος Ἀποστολικῶν καὶ Συνοδικῶν κανόνων ἀδυνατοῦμεν νὰ συμμορφωθῶμεν πρὸς συστάσεις κοσμικῶν». Στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, ἐπίσης, τὸ ὁποῖο μὲ ἐγκύκλιό του τῆς 27ης Φεβρουαρίου 1924 διέτασσε νὰ ἐφαρμοσθεῖ ἡ ἀλλαγὴ τοῦ Ἡμερολογίου καὶ χαρακτήριζε «τὸ κατὰ τὸ θέρος τοῦ 1923 συνελθὸν ἐν Κωνσταντινουπόλει ὑπὸ τὴν προεδρίαν τοῦ Μεταξάκη καταφανῶς ἀντορθόδοξον Συνέδριον ὡς Πανορθόδοξον, γνωστοῦ ὄντος ὅτι οὐδεὶς τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς ἀπεδέξατο νὰ συμμετάσχη αὐτοῦ», ἔστειλε ἐκτενέστατη ἐπιστολὴ γιὰ νὰ ὑποδείξει τοὺς κινδύνους ποὺ διατρέχει ἡ γαλήνη τῆς Ἐκκλησίας, λόγῳ τῆς ἐφαρμογῆς τοῦ νέου ἡμερολογίου σὲ τόσο δύσκολους καιρούς. Προσέθετε δὲ καὶ τὰ ἑξῆς γιὰ τὸν Μεταξάκη: «Ἐχαρακτηρίσαμεν δὲ πρεπόντως τὰ ἀντορθόδοξα σχέδια καὶ ἐνεργείας τοῦ κακῇ τῇ μοίρᾳ διὰ μέσου τοσούτων παρανομιῶν ἀνελθόντος τὸν Οἰκουμενικὸν θρόνον Μεταξάκη, ὅστις νυχθημερὸν εἰργάζετο, ἵνα κλονίση τὰ ἀσάλευτα θεμέλια τῆς Ὀρθοδοξίας, ἤτοι τὰς Ἀποστολικὰς καὶ Συνοδικὰς παραδόσεις καὶ διατάξεις· ἐπιπροσθέτως ὅτι δὲν πρέπει νὰ παρασύρηται τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον ὑπὸ τῶν εἰσηγήσεων τοῦ Ἀθηνῶν, ὁ ὁποῖος ἔχει καὶ ἀποστολὴν νὰ ἐφαρμόσῃ τὸ ἀντορθόδοξον πρόγραμμα τοῦ συνεταίρουτου Μεταξάκη πρὸς ἐπικράτησιν τῆς ἀπιστίας»[12].

Ὁ αὐτὸς μητροπολίτης Εἰρηναῖος, ὡς μέλος πλέον τῆς ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὑπέβαλε βαρυσήμαντο «Ὑπόμνημα πρὸς τὴν Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας» ποὺ συνεκλήθη στὶς 14.6.1929, στὸ ὁποῖο καταφέρεται μὲ πολλὴ αὐστηρότητα ἐναντίον τοῦ Μελετίου Μεταξάκη. Γράφει εἰς αὐτὸ ὅτι τὸ πνεῦμα τῶν νεωτερισμῶν καὶ τῆς ἀνταρσίας ἐναντίον τῶν καλῶς ἐχόντων στὴν Ἀνατολικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἐνσαρκώθηκε στὸ πρόσωπο τοῦ μοιραίου Πατριάρχου Μελετίου Μεταξάκη, ὁ ὁποῖος υἱοθετώντας ὅσα σποραδικῶς γράφονται σὲ περιοδικὰ καὶ ἐφημερίδες, ἀνάλογα μὲ τὸ τὶ ἀρέσει σὲ κάθε δημοσιογράφο, «καὶ ἱκανοποιῶν ἁμαρτωλὰς θελήσεις καὶ ἰδιοτελεῖς ἐπιθυμίας ἀλλοδόξων Ἐκκλησιῶν καὶ μυστικῶν ἑταιρειῶν», οἱ ὁποῖες ἱκανοποίησαν τὴν τυφλὴ φιλοδοξία του καὶ τὸν ἐβοήθησαν νὰ ἀνέλθει στὰ ὕπατα ἀξώματα τοπικῶν Ἐκκλησιῶν, συνεκάλεσε τὸ τιτλοφορούμενο Πανορθόδοξο Συνέδριο, στὴν ἀλήθεια ὅμως ἀντορθόδοξο, στὴν Κωνσταντινούπολη τὸν Μάϊο τοῦ 1923, ὅπου ἀνάμεσα σὲ ἄλλες ἀποφάσεις ἀντικατέστησε τὸ Ἐκκλησιαστικὸ Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο μὲ τὸ Γρηγοριανό, ἀγνοώντας ὅλες τὶς σχετικὲς ἀπαγορεύσεις. Ἀναφέρεται καὶ στὶς ἄλλες ἀντορθόδοξες ἀποφάσεις τοῦ Συνεδρίου ποὺ τὶς χαρακτηρίζει καινοτομίες καὶ διερωτᾶται: «Ποῖον δικαίωμα εἶχεν ὁ ἔπηλυς οὗτος, ἄνευ τῆς γνώμης τῶν ἐπὶ μέρους μητροπολιτῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, νὰ συγκαλέσῃ Πανορθόδοξον Συνέδριον; Καὶ κατὰ ποῖον νόμον ἢ κανόνα ὁ ἀρχηγὸς μιᾶς ἐπὶ μέρους Ἐκκλησίας ἀπεφάσισε τὴν ἀκύρωσιν ἀποφάσεως ὅλων τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς, γενομένης ἐν τῇ ὑπὸ τῶν ἐξεχόντων μετὰ τὴν ἅλωσιν τῆς Κων/πόλεως, ᾽Εκκλησιαστικῇ Ἱστορίᾳ Πατριαρχῶν Ἱερεμίου τοῦ Β´ Κων/πόλεως, τοῦ Ἀλεξανδρείας Μελετίου Πηγᾶ, τοῦ Ἀντιοχείας Ἰωακεὶμ καὶ Ἱεροσολύμων Σωφρονίου, ἐπὶ τοῦ ζητήματος τοῦ Ἡμερολογίου καὶ Πασχαλίου; Ἐπιτρέπεται ἡ ἀκύρωσις ἀποφάσεως μείζονος δικαστηρίου ὑπὸ ἐλάσσονος; Δικαιοῦται τὸ Πρωτοδικεῖον, λόγου χάριν, νὰ ἀνατρέψῃ ἀπόφασιν Ἐφετείου;». Οἱ καινοτομίες τοῦ Μεταξάκη ἀπομάκρυναν τοὺς ἁπλοϊκοὺς πιστοὺς ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ ἐρήμωσαν τοὺς ναοὺς τῆς ὑπαίθρου, ἀλλὰ καὶ διήρεσαν καὶ ἐχώρισαν μεταξύ τους τὶς τοπικὲς αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες ποὺ ἦσαν μὲ ζηλευτὸ τρόπο ἑνωμένες στὴν λατρεία καὶ ἐξύμνηση τοῦ Θεοῦ. Γιὰ πρώτη φορά, λέγει, ἐγίναμε ὅλοι μάρτυρες τοῦ θλιβεροῦ γεγονότος νὰ γιορτάζει ἡ Ὀρθόδοξη Ρουμανικὴ Ἐκκλησία τὸ Πάσχα πέντε Κυριακὲς ἐνωρίτερα ἀπὸ τὶς ἄλλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες κατὰ τὸ παρὸν ἔτος (1929). Καὶ αὐτὴν τὴν καταπάτηση τῆς ἑνότητας στὸν ἑορτασμό τῆς λαμπροφόρου Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου τὴν ἐπλήρωσε πολὺ ἀκριβά, γιατὶ ἀποσχίσθηκαν περὶ τὰ 8 ἐν ὅλῳ ἑκατομμύρια Ρουμᾶνοι, κυρίως στὴν Βεσσαραβία, ποὺ γιόρτασαν τὸ Πάσχα κατὰ τὸ ἀρχαῖο καθεστὼς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.[13]

Σημαντικώτερη εἶναι ἡ ἐνέργεια στὴν ὁποία προέβη ὁ μητροπολίτης Κασσανδρείας μαζὶ μὲ τοὺς μητροπολίτες Δρυϊνουπόλεως καὶ Δημητριάδος. Στὴν συνεδριάζουσα Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στὶς 4 Ἰουλίου τοῦ 1929 ὑπέβαλε ἱστορικὴ ὄντως καταγγελία καὶ πρόταση γιὰ τὴν προσωρινὴ διευθέτηση τοῦ ἡμερολογιακοῦ ζητήματος. Εἰς αὐτὴν ἔθετε κάποιους ὅρους, οἱ ὁποῖοι, πράγματι, ἂν ἐγίνοντο δεκτοί, θὰ ἀποφεύγονταν οἱ διαιρέσεις καὶ τὰ σχίσματα. Σὲ ἀντίθεση περίπτωση ἐξέφραζαν τὴν διαμαρτυρία τους γιὰ τὴν ἀντικανονικότητα τῶν τελεσθέντων καὶ ἐπεφυλάσσοντο νὰ τὰ καταγγείλουν«ἐνώπιον τῆς θᾶσσον ἡ βράδιον συγκληθησομένης μεγάλης Πανορθοδόξου Συνόδου». Τὸ σπουδαῖο αὐτὸ κείμενο τὸ παραθέτουμε ὁλόκληρο σὲ ὑποσημείωση[14].

γ) Ὁ ὅσιος Γέροντας Γαβριὴλ Διονυσιάτης καὶ τὸ Ἅγιον Όρος

Ὁ ἀείμνηστος Γέροντας Γαβριὴλ Διονυσιάτης ἀναφέρεται ἐπαινετικὰ στὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ὁ Κασσανδρείας Εἰρηναῖος ἀντιμετώπισε τὴν ἡμερολογιακὴ μεταρρύθμιση καὶ στὴν ἐπαρχία του, στὴν Χαλκιδική, καὶ ἔναντι τῶν Ἁγιορειτῶν ποὺ ζητοῦσαν τὴν γνώμη του. Γράφει ὅτι τὰ «θρησκευτικὰ ζητήματα λύονται καὶ ρυθμίζονται διὰ τῆς πειθοῦς καὶ καλωσύνης καὶ οὐχὶ διὰ τῆς βίας καὶ δυναστείας». Καὶ συνεχίζει:«Τρανὴ ἀπόδειξις τούτου εἶναι ἡ στάσις τῆς Χαλκιδικῆς εἰς τὸ ζήτημα τοῦ ἡμερολογίου, παρ᾽ ὅλον ὅτι εἶναι συνδεδεμένη γεωγραφικῶς μὲ τὸ Ἅγιον Ὄρος, ἐν τούτοις δὲν ὑπάρχει Παλαιοημερολογιτισμὸς ἐν αὐτῇ καθ᾽ ὅλην τὴν ἔκτασίν της, μόνον 15 οἰκογένειαι εἶναι μὲ τὸ παλαιὸν εἰς τὸ χωρίον Νικήτη, καὶ αὗται ἐξυπηρετοῦντο ὑπὸ ἱερέως τῆς Μητροπόλεως καὶ μόνο ἀπὸ διετίας ἀπέκτησαν ἴδιον ἐφημέριον. Τοῦτο δὲ ὀφείλεται εἰς τὸν τότε Μητροπολίτην Κασσανδρείας ἀείμνηστον Εἰρηναῖον, ἀπολαμβάνοντα μεγάλης τιμῆς καὶ ὑπολήψεως παρὰ τῷ κλήρῳ καὶ λαῷ αὐτῆς ὡς καὶ παρὰ τοῖς Ἁγιορείταις μοναχοῖς. Ὅτε ἐγένετο ἡ ἀλλαγή, ἔτρεξαν καὶ τὸν συνεβουλεύθησαν οἱ ὡς ἄνω καὶ τῶν δύο Μητροπόλεων τοῦ Νομοῦ, ὡς καὶ οἱ μοναχοὶ τῶν Μετοχίων καὶ τὸν ἠρώτων τὶ νὰ κάμωμεν Σεβασμιώτατε; Τοῖς ἀπήντα μὲ τὴν γλῶσσαν τοῦ Παύλου. Ἐντολὴν Θεοῦ δὲν ἔχω ἐπ᾽ αὐτοῦ, καθότι δὲν ἐγένετο ὡς ἔπρεπε δι᾽ αὐτὸ καὶ εἶμαι διχασμένος. Θεωρητικῶς εἶμαι μὲ τὸ παλαιόν, πρακτικῶς δὲ μὲ τὸ νέον, τὸ παλαιὸν σέβομαι ὡς ἡνωμένον μὲ τὴ ζωὴν τῆς Ἐκκλησίας ἐπὶ αἰῶνας, ἀλλὰ δὲ μοὶ ἐπιτρέπεται νὰ παρακούσω τῆς Ἐκκλησίας καὶ θὰ ἀκολουθήσω τὸ νέον. Σεῖς κάμετε, ὅπως σᾶς φωτίση ὁ Θεός, δὲν σᾶς λέγω τίποτε ἄλλο, εἰμὴ ὅτι δὲν θὰ ἀνεχθῶ χωρισμόν σας ἀπὸ τὴν Μητρόπολίν σας καὶ τὸν Μητροπολίτην σας. Τοῦ ἔλεγον ὅτι τὸ Ἅγιον Ὄρος ἐδήλωσεν ὅτι δὲν θὰ δεχθῆ τὸ νέον. Ὀρθῶς, τοῖς εἶπεν· τὴν στάσιν τῶν Πατέρων ἐγκρίνω καλὴν καὶ πιστεύω ὅτι καὶ ἡ Ἐκκλησία θὰ τὴν δεχθῆ, διότι οἱ μοναχοὶ πρέπει νὰ ἀκολουθοῦν τὴν ἀκρίβειαν εἰς τὰ ἐκκλησιαστικὰ καὶ τὴν ἀρχαίαν τάξιν. Τὸ ἡμερολόγιον τοῖς ἔλεγε δὲν εἶναι δόγμα οὔτε κανὼν τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ζήτημα τάξεως, καὶ δι᾽ αὐτὸ θὰ ἀκολουθήσω τὴν ἀπόφασιν τῆς Ἐκκλησίας. Μετὰ μετέπεισεν ὅλους καὶ τὸν ἠκολούθησαν ὡς ἀνωτέρω εἴπομεν. Ὅταν ὅμως συνῆλθεν ἡ Ἱεραρχία τὸ 1931 διὰ τὸ ἡμερολογιακὸν ζήτημα, ἐτέθη ἐπὶ κεφαλῆς τῶν θελόντων ἐπαναφορὰν τοῦ Παλαιοῦ. Ἐψήφισαν καὶ παρ᾽ ὀλίγον νὰ τὸ ἐπιτύχη· ἐπὶ 61 Ἀρχιερέων, οἱ 28 ἐψήφισαν ὑπὲρ τῆς ἐπαναφορᾶς τοῦ Παλαιοῦ καὶ 33 ὑπὲρ τῆς διατηρήσεως τοῦ νέου»[15].

Ὁ Γέροντας Γαβριὴλ Διονυσιάτης δὲν παραλείπει νὰ μᾶς ἐξηγήσει καὶ τὴν στάση τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἀπέναντι στὴν ἀλλαγὴ τοῦ Ἡμερολογίου, γιὰ τὴν ὁποία γράφει τὰ ἑξῆς: «Κατὰ ταῦτα ἡ Ἐκκλησία ἔσφαλε κατὰ τὴν γνώμην ἐγκύρων κύκλων, ἀποφασίσασα μονομερῶς τὴν ἀλλαγὴν τοῦ ἡμερολογίου καὶ ἑορτολογίου, ἐξ οὗ παρουσιαζόμεθα σήμερον διηρημένοι Ἐκκλησιαστικῶς οἱ Ὀρθόδοξοι πρὸς σκανδαλισμὸν τῶν εὐλαβεστέρων πιστῶν, καὶ χλεύην παρὰ τῶν ἀλλοπίστων. Τὸ Ἅγιον Ὄρος, πιστὸν εἰς τὴν παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας, ἀπεδοκίμασε τὴν μονομερῆ ταύτην ἀπόφασιν καὶ ἀλλαγὴν ὡς πρωτοφανῆ εἰς τὴν μακραίωνα τάξιν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας καὶ μετὰ τοῦ προσήκοντος σεβασμοῦ ἐδήλωσε πρὸς τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον, ὅτι δὲν θὰ ἐφαρμόσῃ τὸ νέον ἡμερολόγιον καὶ ἑορτολόγιον καὶ θὰ ἐμμείνῃ ἀκραδάντως εἰς τὴν ἀνέκαθεν τάξιν καὶ τὸ Ἰουλιανὸν ἡμερολόγιον, χωρὶς νὰ ἀποστῇ ἐκκλησιαστικῶς ἀπὸ τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας καὶ διετύπωσε πρὸς αὐτὴν εὐσεβάστως τὴν γνώμην του καὶ τὴν εὐχὴν ὅπως ἀγαθυνομένη συγκαλέσῃ Πανορθόδοξον Σύνοδον πρὸς ρύθμισιν τοῦ ζητήματος. Τὴν ἀπόφασιν ταύτην ὑπέγραψαν καὶ ἀπεδέχθησαν αἱ δεκαεννέα Ἱεραὶ Μοναί, καὶ μόνον ἡ τοῦ Βατοπαιδίου ἐδήλωσεν ὅτι πειθαρχοῦσα εἰς τὴν ἀπόφασιν τῆς Ἐκκλησίας, ἐφήρμοσε καὶ θὰ ἀκολουθήσῃ τὸ νέον ἡμερολόγιον. Ἐπ᾽ αὐτοῦ ἡ Ἱερὰ Κοινότης, ἐπιεικῶς κρίνουσα τὴν στάσιν της, καὶ ἵνα μὴ προσκρούσῃ εἰς τὴν Μητέρα Μεγάλην τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίαν, ἠνέχθη τὸν χωρισμὸν ὡς ἠνέχθη καὶ ἐκείνη τὴν στάσιν της ἐν προκειμένῳ, ἀφήσασα τὰ περαιτέρω εἰς τὴν ὀρθοφροσύνην καὶ τὴν φιλαδελφίαν τῶν Πατέρων τῆς Μονῆς ταύτης, ἡ ὁποία καὶ ἐπεκράτησε μετὰ πεντήκοντα ἔτη καὶ ἐπανῆλθε καὶ ἡ γεραρὰ αὕτη Μονὴ εἰς τὸ παλαιὸν ἡμερολόγιον, καὶ οὕτως τὸ Ἅγιον Ὄρος σύσσωμον ἐμμένει εἰς τὴν παλαιὰν τάξιν τῆς Ἐκκλησίας, χωρὶς ὅμως καὶ νὰ ἀποσχισθῇ ἐξ Αὐτῆς, εὐχόμενον τῷ δομήτορι Θεῷ, ὅπως ἄρῃ ἐν καιρῷ τὸν διχασμὸν καὶ ἐπανέλθῃ ἡ παλαιὰ τάξις, ἵνα ἐν ἑνὶ στόματι καὶ μιᾷ καρδίᾳ δοξάζεται τὸ πανάγιον Αὐτοῦ ὄνομα ὑφ᾽ ἁπάντων τῶν Ὀρθοδόξων»[16].

δ) Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς: Ἡ Κωνσταντινούπολη μοντέρνα καὶ ἀντιπατερική. Δὲν θὰ ἀκολουθήσουμε.

Ὁ ἴδιος ὅσιος Γέροντας ΓαβριὴλΔιονυσιάτης, ἐκ τῶν μεγάλωνἁγιορειτικῶν μορφῶν τοῦ 20οῦ αἰῶνος,μᾶς παραδίδει, ὡς αὐτήκοος μάρτυς, ὅσασοφὰ καὶ ἀξιοπρόσεκτα εἶπε γιὰ τὸ θέματοῦ Ἡμερολογίου καὶ τὶς ἄλλεςκαινοτομίες τῆς Κωνσταντινούποληςστὴν «Προκαταρκτικὴ Ἐπιτροπὴ τῶνἉγίων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν» ποὺσυνῆλθε στὸ Ἅγιον Ὄρος τὸ 1930, ὁμεγάλος Σέρβος λογιώτατος ἱεράρχης,τώρα δὲ καὶ Ἅγιος τῆς ᾽Εκκλησίας,ἀρχιεπίσκοπος Ἀχρίδος ΝικόλαοςΒελιμίροβιτς: «Ἤμην τότε ἀντιπρόσωποςπαρὰ τῇ Ἱερᾷ Κοινότητι καὶ εἶχε συνέλθειεἰς τὴν Ἱερὰν Μονὴν Βατοπαιδίου τὸΔιορθόδοξον Συνέδριον πρὸς λύσινδιαφόρων ζητημάτωνἐν οἷς καὶ περὶ τοῦἩμερολογίου καὶ τούτου συζητουμένουἔλαβε τὸν λόγον καὶ  ἐκπρόσωπος τῆςΣερβικῆς Ἐκκλησίας Ἀχριδῶν Νικόλαος,ἐξέχουσα μορφὴ τῆς Ὀρθοδοξίαςὁποῖος εἶπεν: “Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς κατὰφυσικὸν λόγον αἱ μητέρες εἶναισυντηρητικώτεραι τῶν θυγατέρωνἐπὶτοῦ κρινομένου ὅμως θέματος ἡμεῖςβλέπομεν τὴν μητέρα μας ἙλληνικὴνἘκκλησίαν νὰ προχωρῇ εἰς ἀποφάσειςμοντερνιστικὰς καὶ ἐν ἀγνοίᾳ τῶν ἐπὶμέρους ἀδελφῶν Ἐκκλησιῶν καὶ ὡς ἐκτούτου μετὰ λύπης δηλοῦμεν ὅτι δὲν θὰἀκολουθήσωμεν τὸν χαραχθέντα ὑπὸ τῆςμητρὸς Ἐκκλησίας δρόμον καὶ θὰἐμμείνωμενἐν οἷς ἐδιδάχθημεν καὶἐμάθομεν παρὰ τῶν Ἁγίων Πατέρων”. Εἰς ταῦτα κάτι ἠθέλησε νὰ ἀπαντήσῃ ὁ τότε Κερκύρας καὶ μετέπειτα Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Ἀθηναγόρας, ἀλλὰ τὸν ἐσταμάτησε ὁ Προεδρεύων Γέρων Ἡρακλείας Φιλάρετος, δηλώσας ὅτι τὸ θέμα ἀναβάλλεται δι᾽ εὐθετώτερον χρόνον, λόγῳ ποὺ ἐλλείπει ἐκ τοῦ Συνεδρίου μας ἡ Ρωσικὴ Ἐκκλησία. Καὶ οὕτως ἔκτοτε, καίτοι κατὰ κανόνα ἀναγράφεται τὸ ζήτημα πρὸς λύσιν εἰς τὰ συνερχόμενα Πανορθόδοξα προσυνέδρια οὐδέποτε συζητεῖται, καθότι ἐν τῇ προεργασίᾳ δὲν διαβλέπεται θετικὴ λύσις καὶ ὅλοι ἀναμένουν τοιαύτην ἐκ τοῦ πανδαμάτορος χρόνου»[17].

Ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ Πρακτικὰ τῆς «Προκαταρκτικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Ἁγίου Ὄρους» προκύπτει ἡ ἀρνητικὴ γνώμη τοῦ Ἁγίου Νικολάου Ἀχρίδος γιὰ τὸ «Πανορθόδοξο Συνέδριο» τοῦ Μεταξάκη τοῦ 1923, τὸ ὁποῖο, ὅπως εἶπε, προκάλεσε «εἶδός τι σχίσματος» καὶ ἐκ τοῦ ὁποίου προῆλθον πλῆθος γνωστῶν ἀνωμαλιῶν[18].

ε) Ὅσιος Φιλόθεος Ζερβάκος: Ὁ μασόνος πατριάρχης Μελέτιος Μεταξάκης παρέσυρε τὸν ἀρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο. Νὰ ἐπανέλθουμε στὸ Παλαιὸ Ἡμερολόγιο.

Τὴν ἀναφορὰ αὐτὴ στὶς ὑγιεῖςἀντιδράσεις γιὰ τὴν μὴ ἀναγκαία,μονομερῆ, ἀντισυνοδικὴπραξικοπηματικὴ ἀλλαγὴ τοῦἩμερολογίου, ποὺ εἶναι πάμπολλες, θὰτὴν κλείσουμε μὲ ἐλάχιστα ἀπὸ ὅσαλέγει γιὰ τὸ Ἡμερολόγιο ὁ ὅσιοςΦιλόθεος Ζερβάκος, ὁ ὁποῖος, παρὰ τὸὅτι ἀκολούθησε «κατ᾽ οἰκονομίαν» τὸΝέο Ἡμερολόγιο, δὲν ἔπαυσε μέχριτέλους τῆς ζωῆς του νὰ ἀγωνίζεται, νὰσυμβουλεύει ἀρχιερεῖς, ὅπως τὸνἀγωνιστὴ καὶ ὁμολογητὴ ἐπίσκοποΑὐγουστῖνο Καντιώτη, ἀκόμη καὶ τὸνἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν Χρυσόστομο Β´Χατζησταύρου, νὰ ἐπαναφέρουν τὸπαλαιὸ ἑορτολόγιο, διότι αὐτὸ τοῦ εἶχεἀποκαλυφθῆ ὡς ὀρθὴ λύση ἐξ οὐρανοῦμετὰ ἀπὸ θερμὴ προσευχή. Ὁ τελευταῖος τοῦ εἶχε ὑποσχεθῆ πὼς θὰ τὸ πράξει, δὲν ἐπρόλαβε ὅμως λόγῳ τῆς ἐκδιώξεώς του ἀπὸ τὸν ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο τὸν Μάϊο τοῦ 1967. Διαβάζοντας τὰ κείμενα τοῦ ὁσίου Φιλοθέου γιὰ τὸ ἡμερολογιακὸ ζήτημα μποροῦμε νὰ κάνουμε τὶς ἑξῆς γενικὲς διαπιστώσεις. Ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς ξενοκίνητης δημιουργίας τοῦ προβλήματος μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του ὁ Γέροντας Φιλόθεος κράτησε ἑνιαία καὶ σταθερὴ θέση μὲ βάση τὴν ἀκριβῆ τήρηση τῶν κανόνων καὶ τῶν παραδόσεων τῆς Ἐκκλησίας. Ἦταν, γράφει, λανθασμένη ἀπόφαση ἡ ἀλλαγὴ τοῦ Ἡμερολογίου, ποὺ δὲν ἐξέφραζε συνολικὰ καὶ ὁμόφωνα τὴν γνώμη τῆς Ἐκκλησίας, ὅλων δηλαδὴ τῶν αὐτοκεφάλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν ἐν συνόδῳ, ἀλλὰ μονομερῶς καὶ πραξικοπηματικῶς δύο μόνον ἐκκλησιῶν, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καὶ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ἡ ἀπόφαση αὐτὴ ὡς ἀντικανονική, λανθασμένη, ἀντισυνοδικὴ καὶ ἐπιζήμια γιὰ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ διορθωθεῖ μὲ τὴν ἐπαναφορὰ τοῦ παραδοσιακοῦ Παλαιοῦ Ἡμερολογίου. Ὁ Γέροντας Φιλόθεος ἐπὶ πολλὰ ἔτη καὶ παρὰ τὶς πιέσεις ποὺ τοῦ ἀσκοῦσε ὁ ἐπιχώριος μητροπολίτης ἐξακολουθοῦσε στὴν Μονὴ τῆς Λογγοβάρδας νὰ τηρεῖ τὸ Παλαιὸ Ἡμερολόγιο, ὅπως ἔπρατταν καὶ πράττουν μέχρι σήμερα τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ πολλὲς Αὐτοκέφαλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες. Ἀγωνιζόταν καὶ ἔγραφε νὰ ἀντιμετωπισθεῖ γρήγορα τὸ θέμα, γιὰ νὰ ἀποφευχθεῖ τὸ σχίσμα. Ὅταν διεπίστωσε ὅτι δὲν ὑπῆρχε πλέον προοπτικὴ διορθώσεως, ἀλλὰ παγιωνόταν ἡ χρήση τοῦ Νέου Ἡμερολογίου, ὑπερσυντηρητικοὶ δὲ καὶ φανατικοὶ Ἁγιορεῖτες Ζηλωτὲς ἐξῆλθαν στὸν κόσμο καὶ ἀλλοίωναν τὸν χαρακτήρα τοῦ ζητήματος, ἀνάγοντάς το σὲ θέμα πίστεως καὶ δόγματος, μὲ ταυτόχρονη ἀποκήρυξη καὶ ἀναθεματισμὸ τῆς ἐπίσημης Ἐκκλησίας, γιατὶ δῆθεν ἐστερήθη τὴν Θεία Χάρη καὶ δὲν εἶχε πλέον ἔγκυρα μυστήρια, ἄλλαξε στάση, δέχθηκε κατ᾽ οἰκονομίαν τὸ Νέο Ἡμερολόγιο, τὸ ὁποῖο δὲν θίγει τὰ δόγματα οὔτε στερεῖ τὴν Θ. Χάρη, ἐξακολούθησε ὅμως νὰ πιστεύει καὶ νὰ γράφει ὅτι αὐτὴ ἡ κατ᾽ οἰκονομίαν ἀποδοχὴ τοῦ Νέου Ἡμερολογίου δὲν πρέπει νὰ παρατείνεται, ἀλλὰ ὀφείλει ἡ Ἐκκλησία νὰ ἐπανέλθει στὴν ἀκρίβεια μὲ τὴν ἐπαναφορὰ τοῦ παραδοσιακοῦ ἐκκλησιαστικοῦ Παλαιοῦ Ἡμερολογίου. Ἤλπιζε ὅτι αὐτὸ θὰ γίνει σύντομα καὶ πρὸς τὴν κατεύθυνση αὐτὴ ἐργαζόταν ἐπίμονα, συνιστώντας καὶ στοὺς παλαιοημερολογίτας νὰ μὴ ὀξύνουν τὰ πράγματα μὲ ἀκραῖες τοποθετήσεις ἐναντίον τῶν νεοημερολογιτῶν.

Ἀναφέρεται ἐπανειλημμένως στὸνμασόνο πατριάρχη Μελέτιο Μεταξάκη, τὸν ὁποῖο θεωρεῖ ὡς κύριο ὑπεύθυνο τῆς ἡμερολογιακῆς μεταρρύθμισης, χωρὶς βέβαια νὰ ἀπαλλάσσει τῆς εὐθύνης τὸν ἀρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο Παπαδόπουλο, ὁ ὁποῖος ἐνώπιον τοῦ Γέροντος Φιλοθέου ἐμφανίσθηκε νὰ μετανοεῖ καὶ νὰ ἐπιρρίπτει τὴν εὐθύνη στὸν Μεταξάκη, εἰπών ἐπὶ λέξει: «Νὰ μὴ τὸ ἔσωνα, νὰ μὴ τὸ ἔσωνα. Αὐτὸς ὁ διεστραμμένος ὁ Μεταξάκης μὲ πῆρε στὸ λαιμό του»Σὲ ἐπιστολή του πρὸς τὸν πατριάρχη Ἀθηναγόρα γράφει ὁ ὅσιος Φιλόθεος: «Τὴν διαίρεσιν καὶ τὸ σχίσμα ἐπέφερεν ἡ ἀπρομελέτητος, ἄσκοπος, ἄκαιρος καὶ διαβολικὴ καινοτομία, ἤτοι ἡ εἰσαγωγὴ τοῦ Γρηγοριανοῦ (Παπικοῦ) ἡμερολογίου ὑπὸ τοῦ μασόνου προκατόχου σας Μελετίου Μεταξάκη παρασύραντος τὸν τότε Ἀρχιεπίσκοπον Ἀθηνῶν Χρυσόστομον Παπαδόπουλον»[19].

5. Ὅλοι περίμεναν νὰ λύσει τὸ Ἡμερολογιακὸ ἡ μέλλουσα Σύνοδος

Ἀπὸ τὴν σύντομη ἀναφορὰ στὴν πικρὴἱστορία τῆς ἡμερολογιακῆςμεταρρύθμισης προκύπτει ὅτι μετὰ τὸμεγάλο τραῦμα στὴν λειτουργικὴἑνότητα μεταξὺ τῶν αὐτοκεφάλωνὈρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καὶ στὶςδιαιρέσεις καὶ τὰ σχίσματα μεταξὺ τῶνπιστῶν, ὅλοι ἐκτιμοῦσαν ὅτι ἡτραυματικὴ καὶ νοσηρὴ αὐτὴ κατάστασηἔπρεπε νὰ θεραπευθεῖ ἐπειγόντως μὲτὴν σύγκληση Πανορθόδοξης ἢΟἰκουμενικῆς Συνόδου. Καὶ μόνο γιὰ τὸ θέμα αὐτό, γι᾽ αὐτὴν τήν «κατεπείγουσα χρεία», ἦταν ἀναγκαία καὶ ἀπαραίτητη ἡ σύγκληση Μεγάλης Πανορθόδοξης Συνόδου. Τὸ ἐπρότειναν πολλὲς τοπικὲς ἐκκλησίες καὶ τὸ συνιστοῦσαν Ἅγιοι Γέροντες, συμβουλεύοντας νὰ κάνουν οἱ πιστοὶ ὑπομονή, γιατὶ ἐπρόκειτο περὶ προσωρινῆς ἀταξίας καὶ ἀνωμαλίας, τὴν ὁποία θὰ ἐθεράπευε ἡ Ἐκκλησία.

Εἶναι χαρακτηριστικὸ καὶ ἀξιοσημείωτο ὅτι ἐπὶ ἑβδομήντα πέντε χρόνια τώρα ποὺ διαρκεῖ ἡ προσυνοδικὴ διαδικασία, δηλαδὴ ἀπὸ τὴν «Προκαταρκτικὴ Ἐπιτροπὴ τοῦ Ἁγίου Ὄρους» ποὺ συνεδρίασε στὴ Μονὴ Βατοπαιδίου τὸ 1930, ἡ ὁποία καὶ κατήρτισε ἕνα πρῶτο κατάλογο θεμάτων, μέχρι πρὶν ἀπὸ δύο μῆνες, μέχρι τὸν Ἰανουάριο τοῦ 2016, τὸ Ἡμερολογιακὸ καὶ τὸ συνημμένο μὲ αὐτὸ θέμα τοῦ Πασχαλίου παρέμενε σταθερὰ καὶ ἀμετακίνητα ὡς κύριο καὶ βασικὸ θέμα πρὸς ἐπίλυση. Στὸν πρῶτο εὐρύτατο κατάλογο τῆς Α´ Πανορθόδοξης Διάσκεψης τῆς Ρόδου τὸ 1961 τὸ θέμα ἀναγραφόταν στὸ κεφάλαιο ΙΙΙ τῶν θεμάτων ὡς ἑξῆς: «Ἡμερολογιακὸν ζήτημα. Μελέτη τοῦ ζητήματος ἐν ἀναφορᾷ πρὸς τὴν περὶ Πασχαλίου ἀπόφασιν τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καὶ ἐξεύρεσις τρόπου πρὸς ἀποκατάστασιν συμπράξεως μεταξὺ τῶν Ἐκκλησιῶν ἐν τῷ ζητήματι τούτῳ». Ἡ Δ´ Πανορθόδοξη Διάσκεψη ποὺ συνῆλθε στὸ Σαμπεζὺ τῆς Γενεύης τὸ 1968 περιόρισε τὸν ἀριθμὸ τῶν θεμάτων, ἀλλὰ ἄφησε ἀμετακίνητο τὸ Ἡμερολογιακὸ μὲ τὸν ἴδιο τίτλο ποὺ μνημονεύσαμε. Ἡ πρώτη προσυνοδικὴ Διορθόδοξη Προπαρασκευαστικὴ Ἐπιτροπὴ τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου στὸ Σαμπεζὺ τῆς Γενεύης τὸ 1971 ἔπραξε τὸ ἴδιο. Τελικῶς στὸν ὁριστικὸ κατάλογο τῶν δέκα (10) θεμάτων ποὺ ἐπρότεινε ἡ Α´ Προσυνοδικὴ Πανορθόδοξη Διάσκεψη τῆς Γενεύης τὸ 1976 περιλαμβανόταν καὶ τὸ θέμα τοῦ Ἡμερολογίου ὑπὸ τὸν τίτλο«Τὸ ζήτημα τοῦ κοινοῦ ἡμερολογίου».

6. Μὲ παρέμβαση τοῦ Παπισμοῦ καὶ τῶν Προτεσταντῶν ἐγκαταλείπεται τὸ Ἡμερολογιακό. Νέο θέμα: Ὁ κοινὸςἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα.

Ἐν τῷ μεταξὺ ἡ συμμετοχή μας στὸ«Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» καὶτὰ «ἑνωτικά» ἀνοίγματα πρὸς τὸνΠαπισμὸ ἐνεθάρρυναν αὐτοὺς τοὺςχώρους νὰ ζητήσουν ἀπὸ τοὺςὈρθοδόξους τὴν συμφωνία γιὰ κοινὸἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα σὲ μία σταθερὴΚυριακὴ τοῦ Ἀπριλίου. Κρατήσαμε τὴν ἑνότητά μας οἱ Ὀρθόδοξοι, τουλάχιστον στὸν ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα, καὶ μετὰ τὴν ἡμερολογιακὴ καινοτομία τοῦ Μεταξάκη· τώρα ὁ ἔξωθεν πειραστής, ἀφοῦ μας διήρεσε ὡς πρὸς ὅλες τὶς μεγάλες ἀκίνητες ἑορτὲς καὶ συντηρεῖ πολὺ καλὰ αὐτὸν τὸν χωρισμό, ἐπιδιώκει καὶ ἄλλα σχίσματα μὲ τὸν προτεινόμενο κοινὸ ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα. Στὶς συζητήσεις μὲ τοὺς Παπικοὺς καὶ τοὺς Προτεστάντες δὲν ἀπορρίψαμε αὐτὴν τὴν νέα σχισματικὴ ἀντορθόδοξη πρόταση, ἀλλὰ ἁπλῶς σὲ συνέδρια οἰκουμενιστικὰ καὶ παρεμφερεῖς συναντήσεις ἐπιφυλαχθήκαμε νὰ συμφωνήσουμε, φοβούμενοι νέα σχίσματα καὶ ἀταξίες, χωρὶς νὰ παύσουν κάποιοι ἀνώτατοι ἀξιωματοῦχοι μας, ὅπως ὁ πατριάρχης Βαρθολομαῖος, νὰ δηλώνουν τὴν συμφωνία καὶ ἐπιθυμία τους γιὰ κοινὸ ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα.

Ἡ νέα αὐτὴ ἀπαίτηση καὶ ἐξέλιξη περὶ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα, κατὰ τὴν πάνσοφη πονηρία τῶν ὑποκινητῶν, ποὺ στηρίζεται στὸ ἐπιχείρημα «ζήτα περισσότερα γιὰ νὰ κρατήσεις αὐτὰ ποὺ ἔχεις», συνετέλεσε ὥστε τὸ μεγάλο ζήτημα τῆς ἡμερολογιακῆς μεταρρύθμισης τοῦ 1924 νὰ περάσει ὄχι μόνο σὲ δεύτερη μοίρα, ἀλλὰ σχεδὸν νὰ ξεχασθεῖ καὶ νὰ μὴν ὑπάρχει πλέον κάποια προοπτικὴ καὶ ἐλπίδα νὰ ἐπανέλθουν οἱ τοπικὲς αὐτοκέφαλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες σὲ λειτουργικὴ ἑνότητα, καὶ ἡ διαίρεση τῶν πιστῶν σὲ παλαιοημερολογίτες καὶ νεοημερολογίτες νὰ τραυματίζει τὴν ἑνότητα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Α´ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἀποκατέστησαν τὴν ἑνότητα στὸν ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα· οἱ σύγχρονοι «Πατέρες» διέσπασαν τὴν ἑνότητα σὲ ὅλες τὶς ἄλλες ἑορτές, καὶ ὄχι μόνον δὲν κάνουν τίποτε γιὰ νὰ τὴν ἀποκαταστήσουν, ἀλλὰ αὐθαιρέτως οἱ προκαθήμενοι τὸν περασμένο Ἰανουάριο, πραξικοπηματικῶς, χωρὶς συνοδικὲς ἀποφάσεις τῶν ἱεραρχιῶν τους, ἔβγαλαν τὸ θέμα τοῦ Ἡμερολογίου καὶ τοῦ Πασχαλίου ἀπὸ τὸν κατάλογο τῶν θεμάτων, τὸ μόνο ἐπεῖγον καὶ ἀναγκαῖο πρὸς ἐπίλυσιν θέμα.

Πρὸς τὴν κατεύθυνση αὐτὴ ἄλλωστε ἦταν προσανατολισμένο καὶ τὸ προσυνοδικὸ κείμενο ποὺ ἑτοίμασε ἡ Β´ Προσυνοδικὴ Πανορθόδοξη Διάσκεψη τῆς Γενεύης τοῦ 1982, τὸ ὁποῖο δέχθηκε ἀμετάβλητο ἡ «Εἰδικὴ Διορθόδοξη Ἐπιτροπή», ποὺ συνέστησαν οἱ Προκαθήμενοι τὸν Μάρτιο τοῦ 2014, καὶ τὸ παρέπεμψε ὡς εἶχε στὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο, ὅπου ὅμως δὲν θὰ φθάσει ποτέ, ἀφοῦ τὸ ἀπέσυραν οἱ Προκαθήμενοι.

Στὸ κείμενο αὐτό, τὸ ὁποῖο ἐπιβεβαιώνει τὶς ἐκτιμήσεις μας, καὶ τὸ παραθέτουμε ὁλόκληρο σὲ ὑποσημείωση, τὸ βάρος ρίπτεται στὸν κοινὸ ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα. Δὲν ὑπάρχει καμμία σκέψη, πρόταση, ἐκτίμηση γιὰ τὸ ἡμερολογιακὸ τραῦμα τοῦ 1924 καὶ τὴν ἀνάγκη θεραπείας του. Οὐσιαστικῶς δικαιώνεται τὸ πραξικόπημα τοῦ Μελετίου Μεταξάκη καὶ τοῦ Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, καὶ καλοῦνται σὲ ὑπακοή «οἱ τυχὸν ἀντιφρονοῦντες πρὸς τὴν κανονικὴν αὐτῶν ἐκκλησίαν»[20]

7. Γιατί ἀποσύρθηκε τὸ Ἡμερολογιακὸ ἀπὸ τὸν κατάλογο τῶν θεμάτων; Κωνσταντινούπολη καὶ Μόσχα κατώτερες τῶν περιστάσεων. Δὲν σήκωσαν τό «βάρος τῆς ἡμέρας».

Γιατί τότε ἀποσύρθηκε τὸ κείμενο ἀπὸ τὰ θέματα τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου; Οἱ ἐξηγήσεις τῶν ὑπευθύνων προσώπων δὲν συμφωνοῦν ἀπολύτως, δίδουν πάντως τὴν δυνατότητα κάποιων ἐκτιμήσεων. Ὁ μητροπολίτης Περγάμου Ἰωάννης, πρόεδρος τῆς Εἰδικῆς Διορθοδόξου Ἐπιτροπῆς καὶ τῶν δύο τελευταίων Προσυνοδικῶν Διασκέψεων, ἐνημερώνοντας τοὺς ἱεράρχες τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τὸ περασμένο καλοκαίρι (29.8.2015) εἶπε γιὰ τὸ θέμα: «Τὸ θέμα τοῦτο ἀπησχόλησε τὴν Β´ Προσυνοδικὴν Διάσκεψιν κατόπιν μακρᾶς προετοιμασίας, ἡ ὁποία περιελάμβανε γνωμοδοτήσεις καὶ συσκέψεις εἰδικῶν ἀστρονόμων, διὰ τῶν ὁποίων κατεδεικνύετο ἡ ἀνάγκη προσαρμογῆς τοῦ τρόπου ὑπολογισμοῦ τοῦ χρόνου ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα καὶ διετυποῦτο ἡ πρότασις περὶ διερευνήσεως τῆς δυνατότητος κοινοῦ χρόνου ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα ὑφ᾽ ὅλων τῶν χριστιανῶν. Κατὰ τὰς ἐργασίας τῆς εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς, εἰς τὴν ὁποίαν τὸ κείμενον παρεπέμφθη ὑπὸ τῶν Προκαθημένων δι᾽ ἐπιμέλειαν διετυπώθη ὑπὸ τῶν ἐκπροσώπων τῶν Ἐκκλησιῶν Ρωσσίας, Σερβίας καὶ Γεωργίας ἡ πρότασις ὅπως τὸ ὅλον θέμα ἐκπέσῃ τοῦ καταλόγου τῶν θεμάτων τῆς Συνόδου ὡς μὴ ἀπασχολοῦν πλέον τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, ἀλλὰ τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον καὶ αἱ λοιπαὶ ἀντιπροσωπεῖαι ἔκριναν ὅτι τὸ ζήτημα τοῦτο δὲον νὰ παραμείνῃ ἀνοικτὸν δοθέντος ὅτι, ἰδίᾳ ἐν τῇ Διασπορᾷ, τὸ θέμα κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα ἀποτελεῖ ποιμαντικὸν πρόβλημα, ἰδίᾳ εἰς περιπτώσεις μικτῶν γάμων καὶ γενικῶς λόγῳ τῆς ἀνάγκης τῆς ἁρμονικῆς συμβιώσεως μετὰ τῶν μὴ Ὀρθοδόξων. Οὕτω, τὸ Κείμενον τῆς Β´ Προσυνοδικῆς Διασκέψεως μὴ ὑποστὰν οἱανδήποτε μεταβολὴν ὑπὸ τῆς Ἐπιτροπῆς παραπέμπεται ὡς ἔχει εἰς τὴν Ἁγίαν καὶ Μεγάλην Σύνοδον».

Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Βαρθολομαῖος στὴν τελευταία καὶ ἀποφασιστικὴ συνάντηση τῶν Προκαθημένων στὴν Γενεύη τὸν προηγούμενο Ἰανουάριο (2016) στὴν ἐναρκτήρια εἰσήγησή του (22 Ἰανουαρίου 2016) εἶπε γιὰ τὸ θέμα τὰ ἑξῆς: «Ἐν τῷ μεταξὺ χρόνῳ καὶ παρὰ τὰ ὁμοφώνως ἀποφασισθέντα Ἐκκλησίαι τινὲς ἐξέφρασαν τὴν ἐπιθυμίαν ἢ καὶ ἀξίωσιν ὅπως ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος ἀναβληθῇ, μέχρις ὅτου συζητηθοῦν καὶ τύχουν ὁμοφώνου ἀποδοχῆς τόσον τὰ θέματα τοῦ Αὐτοκεφάλου καὶ τῶν Διπτύχων, ὅσον καὶ τὰ μὴ τυχόντα ὁμοφώνου τροποποιήσεως ὑπὸ τῆς ἀνωτέρω μνημονευθείσης Εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς Κείμενα τῆς Β´ Προσυνοδικῆς Πανορθοδόξου Διασκέψεως (1982) περὶ Κωλυμάτων γάμου καὶ Κοινοῦ ἡμερολογίου. ῾Ως πρὸς τὰ τελευταῖα δύο θέματα δὲν δυνάμεθα εἰμὴ νὰ ἐκφράσωμεν τὴν ἔκπληξιν ἡμῶν ἐκ τῆς ὡς ἄνω ἀξιώσεως, δοθέντος ὅτι ἡ ἀπόφασις τῆς Συνάξεως ἡμῶν τοῦ ἔτους 2014 οὐδόλως προέβλεπε ριζικὴν ἀναθεώρησιν (revision) τῶν κειμένων τούτων, ἀλλ᾽ ἁπλῆν «ἐπιμέλειαν» (editing) αὐτῶν ὑπὸ τῆς Εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς, διὸ καὶ ὀρθῶς ὁ προεδρεύων αὐτῆς δὲν ἐπέτρεψεν ριζικήν τινα ἀναθεώρησιν αὐτῶν, διότι τοῦτο θὰ ἀπετέλει παράβασιν ἢ ὑπέρβασιν τῆς δοθείσης τῇ Ἐπιτροπῇ ὑπὸ τῆς Συνάξεως ἡμῶν ἐντολῆς. Ἡ περὶ ἀναθεωρήσεως τῶν ἐν λόγῳ κειμένων ἀξίωσις ὡρισμένων Ἐκκλησιῶν θὰ ἀπῄτει σαφῶς νέαν ὁμόφωνον ἀπόφασιν τῆς Συνάξεως τῶν Προκαθημένων, διάφορον τῆς ληφθείσης ἐν ἔτει 2014 τοιαύτης περὶ ἁπλῆς ἐπιμελείας τῶν ἐν λόγῳ κειμένων, ἥτις ἐπιμέλεια, ὡς ἐκ τῆς φύσεως αὐτῆς, δὲν θὰ ἠδύνατο νὰ θίξῃ τὸν πυρῆνα τοῦ περιεχομένου τῶν κειμένων τούτων».

Ἀπὸ Ἀνακοίνωση τοῦ Τμήματος Ἐξωτερικῶν Ἐκκλησιαστικῶν Σχέσεων τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας (23 Ἰανουαρίου 2016) πληροφορούμαστε τὰ ἑξῆς: «Ὁ Προκαθήμενος τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας εἶναι βέβαιος ὅτι ἀναθεωρήσεως χρήζει τὸ σχέδιο κειμένου “Tὸ ζήτημα τοῦ Ἡμερολογίου” καὶ τόνισε ὅτι τὸ θέμα τοῦ “ἀκριβοῦς προσδιορισμοῦ τῆς ἡμερομηνίας τοῦ Πάσχα” γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν εἶναι ἐπίκαιρο καὶ μόνο σύγχυση μπορεῖ νὰ προκαλέσει στοὺς πολλοὺς πιστούς».

Ἀπὸ τὶς τοποθετήσεις τῶν τριῶν αὐτῶν κατ᾽ ἐξοχὴν ὑπευθύνων προσώπων προκύπτουν τὰ ἑξῆς. Ὁ μητροπολίτης Περγάμου ὑπεραμυνόμενος σταθερὰ τὴν γραμμὴ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἐμμένει νὰ κρατήσει ζωντανὴ τὴν πρόταση περί«κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα ὑφ᾽ ὅλων τῶν Χριστιανῶν», δεδομένου μάλιστα ὅτι στὶς χῶρες τῆς Διασπορᾶς αὐτὸ ἀποτελεῖ ποιμαντικὸ πρόβλημα, καὶ παρὰ τὶς ἀντιδράσεις τῶν ἀντιπροσώπων τῶν Ἐκκλησιῶν Ρωσίας, Σερβίας καὶ Γεωργίας, ποὺ πρότειναν νὰ ἐκπέσει τὸ θέμα καὶ νὰ μὴ συζητηθεῖ, κατόρθωσε νὰ τὸ περάσει χωρὶς ἀλλαγὲς καὶ νὰ τὸ στείλει στὴ Σύνοδο. Ἂν αὐτὸ τελικὰ γινόταν καὶ τὸ κείμενο ἐγκρινόταν ἀπὸ τὴ Σύνοδο, ὅπως ἤδη εἴπαμε, αὐτὸ θὰ ἀποτελοῦσε δικαίωση τῆς ἡμερολογιακῆς μεταρρύθμισης τοῦ Μεταξάκη καὶ διαιώνιση τοῦ ἡμερολογιακοῦ σχίσματος, ἀλλὰ καὶ θὰ ἄνοιγε εὐέλπιδες προοπτικὲς γιὰ τὸν καθορισμὸ τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα. Ὁ πατριάρχης τῆς Ρωσίας Κύριλλος, διπλωματικώτερα, δὲν ἐζήτησε νὰ ἀποσυρθεῖ τὸ κείμενο, ἀλλὰ νὰ γίνουν τροποποιήσεις. Φαίνεται ὅμως ὅτι οἱ τροποποιήσεις ποὺ ζητοῦσε ἀνέτρεπαν τὰ δύο σημαντικὰ στοιχεῖα τῆς γραμμῆς τοῦ Φαναρίου ποὺ μνημονεύσαμε, δηλαδὴ τὴν διατήρηση τοῦ Νέου Ἡμερολογίου καὶ τὸν κοινὸ ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα, ὁπότε προτίμησε καὶ ὁ Οἰκουμενικὸς νὰ μὴ συζητηθεῖ τὸ θέμα ἀπὸ τὸ νὰ ἡττηθεῖ καὶ νὰ ἀνατρέψει τὴν οἰκουμενιστικὴ πολιτικὴ τῆς Κωνσταντινούπολης. Κερδισμένη πάντως περισσότερο εἶναι ἡ Μόσχα, ποὺ καυχᾶται ἤδη στοὺς δικούς της πιστοὺς ὅτι δὲν ἄφησε νὰ προχωρήσουν καὶ νὰ δικαιωθοῦν οἱ μεταρρυθμίσεις στὸ Ἡμερολόγιο καὶ στὸ Πασχάλιο. Εἶναι χαμένη ὅμως ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, γιατὶ στερεῖται πλέον οἰκουμενικῶν διδασκάλων καὶ ἡγετῶν, οἱ ὁποῖοι δὲν βλέπουν μόνον στενὰ καὶ τοπικὰ τὸ δικό τους ποίμνιο καὶ δὲν ἀλλοιθωρίζουν πρὸς τὴν ἰσχυρὴ καὶ αἱρετικὴ Δύση, ἀλλὰ καθολικὰ καὶ φιλάδελφα βέπουν ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους, στὴν ἀντιμετώπιση τῶν αἱρέσεων καὶ τῶν σχισμάτων. Ποιός θὰ ἐπαναφέρει καὶ πότε τὴν λειτουργικὴ ἑνότητα μεταξὺ τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν στὸν ἑορτασμὸ τῶν Χριστουγέννων, τῶν Θεοφανείων, τῶν Θεομητορικῶν ἑορτῶν καὶ τῶν ἑορτῶν τῶν Ἁγίων; Δὲν ἐνδιαφέρεται γι᾽ αὐτὸ ἡ Μόσχα; Μὲ τὴν τοπικιστική, μὴ καθολικὴ αὐτὴ νοοτροπία, οὔτε τὸ θέμα τοῦ Ἀρείου, οὔτε τὸ θέμα τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα θὰ ἔλυε ἡ Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος.

Τὸ πιὸ πικρὸ ὅμως καὶ ὀδυνηρὸ εἶναι ὅτι Κωνσταντινούπολη καὶ Μόσχα, παρὰ τὶς διαφορές τους σὲ ἐπὶ μέρους ζητήματα, προχωροῦν ὁμόφρονες καὶ ἀγαλλομένῳ ποδὶ στὴν ἀποδοχὴ ἀπὸ τὴν Σύνοδο τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ μὲ τὴν ὑποστήριξη τῶν Θεολογικῶν Διαλόγων καὶ τῶν αἱρετικῶν κειμένων ποὺ αὐτοὶ ἔχουν ἐκπονήσει καὶ μὲ τὴν συνέχιση τῆς συμμετοχῆς τῶν Ὀρθοδόξων στὸ «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», ὑποβιβάζοντας καὶ εὐτελίζοντας τὴν Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, τὸ Θεανθρώπινο σῶμα τοῦ Χριστοῦ, σὲ μικρὸ κομμάτι καὶ συμπλήρωμα αὐτῆς τῆς αἱρετικῆς πανσπερμίας. Ὑπάρχει κάτι ἀνάλογο στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας; Ἐκ τῶν προτέρων διαπιστώνεται ὅτι μὲ αὐτὲς τὶς προδιαγραφὲς καὶ κατευθύνσεις ἡ Σύνοδος δὲν ἀποτελεῖ συνέχεια τῶν προηγουμένων συνόδων καὶ θὰ ἀπορριφθεῖ ἀπὸ τὴν συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας ὡς ψευδοσύνοδος.

Ἐπίλογος

Ἡ ἀλλαγὴ τοῦ Ἡμερολογίου τὸ 1924ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ τὴνἘκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἦταν μονομερὴςκαὶ πραξικοπηματικὴ ἐνέργεια, γιατὶ δὲνἔγινε μὲ πανορθόδοξη ἀπόφαση.Διέσπασε τὴν λειτουργικὴ ἑνότητα μεταξὺ τῶν Ὀρθοδόξων τοπικῶν Ἐκκλησιῶν καὶ προκάλεσε σχίσματα καὶ διαιρέσεις μεταξὺ τῶν πιστῶν.

Πολλοὶ δέχθηκαν τὴν ἀλλαγὴ ὡς προσωρινὴ «κατ᾽ οἰκονομίαν» λύση, μέχρις ὅτου μία Πανορθόδοξη Σύνοδος ἐπιληφθεῖ τοῦ θέματος καὶ ἐπαναφέρει τὴν ἑορτολογικὴ ἑνότητα, ποὺ ἦταν ἀδιατάρακτη στὴν Ἐκκλησία ἐπὶ 1600 χρόνια, ἀπὸ τὴν Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο μέχρι τὸ 1924. Στὴν ἀλλαγὴ συνήργησαν καὶ ὤθησαν ἀλλόδοξες «ἐκκλησίες» καὶ μυστικὲς ἑταιρεῖες, μέσῳ τοῦ μασόνου πατριάρχου Μελετίου Μεταξάκη.

Ἦταν προσμονὴ ὅλων καὶ δέσμευση τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἡγετῶν ἡ μέλλουσα νὰ συνέλθει «Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος» νὰ συζητήσει καὶ νὰ ἐπιλύσει τὸ θέμα. Δυστυχῶς κατὰ τὴν μακρὰ προσυνοδικὴ διαδικασία Παπικοὶ καὶ Προτεστάντες ἔθεσαν στοὺς Ὀρθοδόξους νέο θέμα, τὸν «κοινὸ ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα», μὲ συνέπεια νὰ στραφεῖ πρὸς τὰ ἐκεῖ τὸ ἐνδιαφέρον καὶ νὰ ἀτονήσει ἡ συζήτηση γιὰ τὴν θεραπεία τοῦ τραύματος τῆς λειτουργικῆς ἑνότητος στὸν ἑορτασμὸ τῶν ἀκινήτων ἑορτῶν, ποὺ προκλήθηκε χωρὶς λόγο καὶ ποιμαντικὴ ἀνάγκη.

Στὴν τελικὴ φάση τῆς Συνόδου καὶ χωρὶς συνοδικὲς ἀποφάσεις τῶν τοπικῶν Ἐκκλησιῶν τὸ θέμα τοῦ Ἡμερολογίου ἀποσύρθηκε ἀπὸ τὸν κατάλογο τῶν θεμάτων, ἐνῶ ἦταν τὸ κατ᾽ ἐξοχὴν ἐπεῖγον καὶ φλέγον θέμα. Καὶ ἀποσύρθηκε, διότι ἡ μὲν Μόσχα, ἀκολουθοῦσα πάντοτε τὸ Πάτριο Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο, δὲν ἤθελε νομιμοποίηση τῆς ἡμερολογιακῆς μεταρρύθμισης τοῦ Μεταξάκη καὶ μεταφορὰ τῶν διαιρέσεων καὶ στὸ δικό της ποίμνιο, ἡ δὲ Κωνσταντινούπολη, ἀδιαφοροῦσα γιὰ τὸ τραῦμα τῆς ἑνότητος ποὺ ἡ ἴδια προκάλεσε, ἐξακολουθεῖ νὰ ὑποστηρίζει τὸ Νέο Ἡμερολόγιο καὶ νὰ συμφωνεῖ μὲ τὴν πρόταση γιὰ κοινὸ ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα. Καὶ ἐπειδὴ ἀμφότερες οἱ ἡγεσίες συμφωνοῦν στὴν νομιμοποίηση τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ποὺ εἶναι πολὺ βαρύτερο θέμα ἀπὸ τὸ Ἡμερολόγιο καὶ τὸ Πασχάλιο, ἔβγαλαν ἀπὸ τὴ μέση τὰ «χωρίζοντα» γιὰ νὰ προχωρήσουν μὲ τά «ἑνοῦντα», ὅπως θέλουν πάλι ἐξωεκκλησιαστικὰ κέντρα καὶ μυστικὲς ἑταιρεῖες, γιὰ νὰ προκαλέσουν καὶ νέα σχίσματα.


[1]. Ιωαννου Καρμιρη, Τὰ Δογματικὰ καὶ Συμβολικὰ Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τόμος 2, Graz–Austria 19682, σελ. 1039 καὶ Αντωνιου Παπαδοπουλου, Κείμενα Διορθοδόξων καὶ Διαχριστιανικῶν Σχέσεων, Ἐκδ. Οἶκος Ἀδελφῶν Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 15.

[2]. Αντωνιου Παπαδοπουλου, Αὐτόθι, σελ. 38.

[3]. Αὐτόθι, σελ. 53.

[4]. Ιωαννου Καρμιρη, Αὐτόθι, σελ. 1043.Αντωνιου Παπαδοπουλου, Αὐτόθι σελ. 81. Ὁ ἀείμνηστος Ἁγιορείτης μοναχὸςΝικοδημος Μπιλαλησ, ἀπὸ τοὺς καλυτέρους γνῶστες καὶ μελετητὲς τοῦ θέματος τοῦ Ἡμερολογίου καὶ Πασχαλίου κρίνει διαφορετικὰ τὴν ἀπόφαση τοῦ πατριάρχου Ἰωακεὶμ Γ´, σὲ μελέτη του μὲ τίτλο «Οἰκουμενισμὸς καὶ ἀλλαγὴ Πασχαλίου», εἰς Οἰκουμενισμός. Γένεση-Προσδοκίες-Διαψεύσεις, Πρακτικὰ Διορθοδόξου Ἐπιστημονικοῦ Συνεδρίου. Αἴθουσα Τελετῶν Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης 23-25 Σεπτεμβρίου 2004, Ἐκδ. «Θεοδρομία», Θεσσαλονίκη 2008, τόμ. 2, σελ. 937. Γράφει:

«Ἔτσι ὁ Ἰωακείμ, “ἱματισμένος καὶ σωφρονῶν” (Λουκ. 8, 35), ὡς μύστης τῆς φαναριωτικῆς διπλωματίας, ἀναδιπλώθηκε καὶ ἀπέστειλε νέο Ἐγκύκλιο Γράμμα τὸ 1904, ὅπου ὑπερθεματίζει γιὰ τὴ μὴ ἀλλαγὴ Ἡμερολογίου καὶ Πασχαλίου! Πλὴν ὅμως, ὡς ἔμπειρος διπλωμάτης, μετέθετε τὸ θέμα τοῦ Ἡμερολογίου-Πασχαλίου στὸ μέλλον. Ἰδοὺ χαρακτηριστικὸ ἀπόσπασμα τοῦ Γράμματός του τοῦ 1904: “...Περὶ δὲ τοῦ καθ᾽ ἡμᾶς Ἡμερολογίου τοιαύτην ἔχομεν γνώμην· αἰδέσιμον (=σεβαστό) εἶναι καὶ ἔμπεδον (=ἑδραῖο καὶ ἀμετακίνητο) τὸ ἀπὸ αἰώνων μὲν ἤδη καθωρισμένον, κεκυρωμένον δὲ τῇ διηνεκεῖ τῆς Ἐκκλησίας πράξει Πασχάλιον, ὡς (=ὥστε) οὐκ ἐξόν (=νὰ μὴν εἶναι δυνατό) περὶ τοῦτο καινοτομῆσαι... Πρόωρον, τό γε νῦν, καὶ ὅλως περιττὸν ἡγούμεθα· ἡμεῖς τε γὰρ οὐδαμῶς ἀπὸ ἐκκλησιαστικῆς ἀπόψεως ὑποχρεούμεθα μεταλλάττειν Ἡμερολόγιον”. Πῶς νὰ χαρκατηρίσουμε τὴν ἀνωτέρω παράγραφο; Θαυμάσιο ἐγκώμιο ὑπὲρ τοῦ“αἰδεσίμου καὶ ἐμπέδου... ” Ἡμερολογίου-Πασχαλίου; Δυστυχῶς ΟΧΙ, ἐφόσον περιέχει τὴν ἀκροτελεύτια περίοδο καὶ φράση καὶ μάλιστα τὶς λέξεις“πρόωρον...τό γε νῦν...”. Προφανῶς οἱ λέξεις αὐτὲς εἶναι μιὰ χαραμάδα ἢ ρωγμὴ στὸ ἀρραγὲς ὀρθόδοξο τεῖχος ἢ μιὰ σταγόνα δηλητηρίου σ᾽ ἕνα ὡραῖο ποτὸ ἢ φαγητό!...Ἐνῶ ρητὰ προαναφέρει“ὡς οὐκ ἐξὸν περὶ τοῦτο καινοτομῆσαι...οὐδαμῶς...”, κατακλείει τὸ διπλωματικό του λόγο μὲ τὶς λέξεις“πρόωρον ..τὸ γε νῦν” ἢ ἄλλως “οὔπω καιρός”. Ὡσὰν δηλαδὴ νὰ λέγει: Περιμένετε λίγο, ὣς τὰ θλιβερὰ ἔτη 1920 καὶ 1923-24, ὁπότε ὁ δικός μου σπόρος θὰ ἔχει φυτρώσει καὶ θὰ ἔχει γίνει δένδρο μέ “μεγάλας ἀναδενδράδας...», ποὺ θὰ “ἑνωθοῦν” μὲ ἐκεῖνες τοῦ Παπισμοῦ καὶ τοῦ Προτεσταντισμοῦ».

[5]. Πρωτοπρεσβύτερος Θεοδωρος Ζησης, Ὁ Ὅσιος Φιλόθεος Ζερβάκος ὡς ἀγωνιστὴς καὶ ὁμολογητὴς τῆς Ὀρθοδοξίας. Μὲ ἀναφορὲς στὴν ἐπικαιρότητα, Ἐκδ. «Ὀρθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη 2014, σελ. 80-101.

[6]. Βλ. Χριστοδουλου Παρασκευαϊδη,μητροπολίτου Δημητριάδος (μετέπειτα ἀρχιεπι-σκόπου Ἀθηνῶν), Ἱστορικὴ καὶ κανονικὴ θεώρηση τοῦ Παλαιοημερολογιτικοῦ Ζητήματος κατά τε τὴν γένεσιν καὶ τὴν ἐξέλιξιν αὐτοῦ ἐν Ἑλλάδι, Ἀθῆναι 1982, σελ. 41.

[7]. Πρακτικὰ καὶ Ἀποφάσεις τοῦ ἐν Κωνσταντινουπόλει Πανορθοδόξου Συνεδρίου (10 Μαΐου-8 Ἰουνίου 1923), ἐν Κωνσταντινουπόλει, Ἐκ τοῦ Πατριαρχικοῦ Τυπογραφείου 1923, σελ. 6.

[8]. Αὐτόθι, σελ. 13-14.

[9]. Αὐτόθι, σελ. 67.

[10]. Ὁλόκληρη ἡ ἐπιστολὴ εἰς Γρηγ. Ευστρατιαδη, Ἡ πραγματικὴ ἀλήθεια περὶ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου, Ἀθῆναι 1924, ἐπανέκδοση ἀπὸ Ἱερὰ Ἀρχιεπισκοπὴ Γ.Ο.Χ. Ἑλλάδος, Ἀθῆναι 1977, σελ. 29-33.

[11]. Βλ. ᾽Αρχιμ. Θεοκλητου Α. Στραγκα,Ἐκκλησίας Ἑλλάδος Ἱστορία, τόμ. 2, Ἀθῆναι 1970, σελ. 1161-1162: «...καὶ περὶ ἄλλων μέντοι θεμάτων ὅσα τε ζήλῳ οὐ κατ᾽ ἐπίγνωσιν ἐξεσφενδόνισται ἀπὸ Κωνσταντινουπόλεως, ἐπὶ ζημίᾳ τῆς ὅλης Ἐκκλησίας καὶ ὅσα ἅρπαγι ὁρμῇ ἐχθρῶν αἰωνίων βυσσοδομεῖται καὶ ἐπισείεται κατὰ τῆς ἁγιωτάτης μητρὸς τῶν Ἐκκλησιῶν...».

[12]. Γρηγ. Ευστρατιαδη, Αὐτόθι, σελ. 185-186.

[13]. Μητροπολίτου ΚασσανδρείαςΕιρηναιου, Ὑπόμνημα εἰς τὴν Ἱερὰν Σύνοδον τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἑλλάδος, συγκληθεῖσαν τῇ 14 Ἰουνίου 1929, Ἐν Ἀθήναις, Τύποις «Αὐγῆς», Ἀθαν. Παπασπύρου 1929.

[14]. Βλ. Εἰς Γρηγ. Ευστρατιαδη, Αὐτόθι, σελ. 201-203: «Τῶν ἁγιωτάτων Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς ἐπὶ Ἱερεμίου τοῦ Β´ τοῦ Τρανοῦ, ἐν Μεγάλῃ Συνόδῳ ἀποκηρυξάντων τὸ Γρηγοριανὸν ἡμερολόγιον καὶ δεινοῖς ἐπιτιμίοις ἀποκλεισάντων οἱανδήποτε ἀλλαγὴν τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου καὶ Πασχαλίου, μόνον Μείζονι Συνόδῳ Τοπικῇ ἢ Οἰκουμενικῇ νόμοις καὶ Ἱεροῖς Κανόνιν ἐπιτέτραπται πᾶσα περαιτέρω ἀνακίνησις τῶν ζητημάτων τούτων.

Κατὰ ταῦτα

Οὐδεμία τῶν ἐπὶ μέρους Ἁγίων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, εἴτε Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον ὀνομάζεται αὕτη εἴτε Αὐτοκέφαλος Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἢ ἄλλη τις ἐπὶ μέρους Ἐκκλησία, ἐδικαιοῦτο μονομερῶς, ἐφ᾽ ὕβρει τῶν οὕτω ὁμοφώνως θεσπισάντων Ἱερωτάτων Πατριαρχῶν καὶ ἀσεβεῖ καταπατήσει τῶν ὑπὲρ τῆς εἰρήνης, εὐσταθείας, ἑνότητος καὶ ὁμοφωνίας τῶν Ἁγίων τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησιῶν ἐν τῷ συνεορτασμῷ τῶν Μεγάλων τῆς ἀμωμήτου ἡμῶν πίστεως ἑορτῶν καὶ ἰδίᾳ τοῦ Ἁγίου Πάσχα ὑπὸ τῶν Μ. καὶ Ἁγίων 7 Οἰκουμενικῶν Συνόδων καθορισθέντων, ἵνα διὰ τοῦτον ἢ ἐκεῖνον τὸν λόγον εἰσαγάγῃ εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν μετηρρυθμισμένα ἡμερολόγια καὶ Πασχάλια, διασπῶσα οὕτω τὴν ζηλευτῶς ἐπὶ αἰῶνας βασιλεύουσαν ἐν τῇ Μιᾷ, Ἁγίᾳ Καθολικῇ καὶ Ἀποστολικῇ κατὰ Ἀνατολὰς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίᾳ, Ἑνότητα, Ὁμόνοιαν καὶ Ἀγάπην, καὶ σκανδαλίζουσα τὰ μετ᾽ ἀφοσιώσεως καὶ ἐν ἀφελότητι καρδίας προσκεκολλημένα εἰς τὸ ἀποπνέον ἀποστολικότητα, πατερικότητα καὶ οἰκουμενικότητα ἀρχαῖον Ἐκκλησιαστικὸν καθεστὼς πιστὰ τῆς Ἐκκλησίας τέκνα.

Οἱ ὑποφαινόμενοι Μητροπολῖται τῶν ἐν ταῖς Νέαις Χώραις διοικητικῶς ἡνωμένων Μητροπόλεων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου μετὰ τῶν τῆς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, εὑρισκόμενοι ἀπέναντι τετελεσμένων γεγονότων, τὴν ἀνάγκην ποιούμενοι φιλοτιμίαν καὶ τὰ Μητρικὰ σφάλματα υἱϊκῇ στοργῇ καὶ σεβασμῷ συγκαλύπτοντες, ἀνεχόμεθα τὰ συναρπαγῇ τελεσθέντα καὶ ἑτοίμως ἔχομεν ἀποδέξασθαι ταῦτα, ἕως οὗ μείζων Σύνοδος ἐπιληφθῇ καὶ διευθετήσῃ αὐτά, ὑπὸ τοὺς ἑξῆς τρεῖς ὅρους:

1) Ἂν διὰ τοῦ ὑπὸ ὑπογραφὴν σήμερον περὶ ἡμερολογίου τῆς προχθὲς Τρίτης 2 Ἰουλίου Πρακτικοῦ ὁλόκληρος ἡ συνεδριάζουσα Ἑλληνικὴ Ἱεραρχία συνυποσχεθῇ, ὅτι ἀπὸ σήμερον κλείει ὁριστικῶς τὴν θύραν τῶν καινοτομιῶν ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἑλληνικῇ Ἐκκλησίᾳ.

2) Ἂν ἀξιοχρέῳ ποιμαντικῇ προνοίᾳ θελήσῃ νὰ παύσῃ πᾶσαν καταδίωξιν ἢ πίεσιν κατὰ τῶν στερρῶς ἐχομένων καὶ ἀνενδότως ἀφωσιωμένων εἰς τὸ ἀπὸ τῆς πρώτης συστάσεως μέχρι σήμερον ἐν τῇ Ἀγίᾳ ἡμῶν Ἐκκλησίᾳ ἐν χρήσει ὑπάρχον Ἰουλιανὸν Ἡμερολόγιον ἀγαπητῶν Ὁμογενῶν καὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφῶν καὶ τέκνων ἡμῶν καὶ

3) Ἂν ἀποφασίσῃ ἡ συνεδριάζουσα Ἱεραρχία, ἵνα ἀναθέσῃ εἰς τὴν σύνεσιν τῶν κατὰ τόπους Ἁγίων ἀδελφῶν τὴν διὰ τῶν κανονικῶν Ἱερέων ἐξοικονόμησιν καὶ θεραπείαν τῶν θρησκευτικῶν ἀναγκῶν τῶν τυπτομένων τὴν συνείδησιν εὐσεβῶν τῆς Ἐκκλησίας τέκνων “ὑπὲρ ὧν Χριστὸς ἀπέθανεν”.

Ἄλλως διαμαρτυρόμενοι διὰ τὴν ἀντικανονικότητα τῶν τελεσθέντων, ἐπιφυλασσόμεθα ἵνα καταγγείλωμεν αὐτὰ ἐνώπιον τῆς θᾶσσον ἢ βράδιον συγκληθησομένης μεγάλης Πανορθoδόξου Συνόδου».

[15]. Ἀρχιμ. Γαβριηλ Διονυσιατης, «Τὸ Ἡμερολογιακὸν Ζήτημα ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ τῆς Ἑλλάδος», εἰς Τὸ Ἡμερολογιακὸν Ζήτημα (Μικρὰ συμβολὴ εἰς τὴν ἐπίλυσίν του), Ἐκδ. «Ὀρθοδόξου Τύπου», Ἀθῆναι 2004, σελ. 18-19.

[16]. Αὐτόθι, σελ. 20-21.

[17]. Αὐτόθι, σελ. 19-20.

[18]. Συνεδρία Γ´ (10 Ἰουνίου 1930),Πρακτικὰ τῆς Προκαταρκτικῆς Ἐπιτροπῆς τῶν Ἁγίων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν τῆς συνελθούσης ἐν τῇ ἐν Ἁγίῳ Ὄρει Ἱερᾷ Μεγίστῃ Μονῇ τοῦ Βατοπεδίου (8-23 Ἰουνίου 1930), ἐν Κωνσταντινουπόλει 1930, σελ. 69: «Ἔχοντες πικρὰν τὴν πεῖραν ἐξ ἄλλης Συσκέψεως, ἐν ᾗ καὶ ἡ ἡμετέρα Ἐκκλησία εἶχεν Ἀντιπροσώπους, ἀναγκαζόμεθα νὰ εἴμεθα ὠμῶς εἰλικρινεῖς. Εἶνε γνωστὸν ὅτι αἱ ἀποφάσεις τῆς Συνελεύσεως ἐκείνης, καίπερ μὴ γενόμεναι ἀποδεκταί, ἐθεωρήθησαν ὡς Ἀποφάσεις Οἰκουμενικῆς Συνόδου, καὶ τοῦτο ἐδημιούργησεν εἶδός τι σχίσματος. Διό καὶ ἐζητήσαμεν διασαφήσεις, διότι ἀπεστάλημεν ἐνταῦθα μὲ πνεῦμα συντηρητικότητος». Στὴ δευτερολογία του: «Ὁ Σεβασμιώτατος Ἐπίσκοπος Ἀχρίδος, εὐχαριστῶν, ἐρωτᾷ μήπως ἡ παροῦσα Συνέλευσις ἔχῃ σχέσιν τινὰ πρὸς τὸ Πανορθόδοξον Συνέδριον Κωνσταντινουπόλεως, καὶ ἐπὶ τῇ ἀρνητικῇ ἀπαντήσει τοῦ Σεβασμιωτάτου Ἁγίου Προέδρου εὐχαριστεῖ καὶ αὖθις θερμῶς, δικαιολογῶν ἅμα τὴν ἐρώτησιν ἐκ τῶν τοῖς πᾶσι γνωστῶν ἀνωμαλιῶν, αἵτινες προῆλθον ἀπὸ τοῦ Συνεδρίου τούτου». Βλ. σχετικῶς ΜοναχοῦΣεραφειμ, «Ἡ Μασονία καὶ οἱ Πατριάρχες», Θεοδρομία 16 (2014) 524-525.

[19]. Περὶ ὅλων αὐτῶν καὶ ἄλλων βλ. εἰς Πρωτοπρεσβύτερος Θεοδωροσ Ζησησ, Ὁ Ὅσιος Φιλόθεος Ζερβάκος…, ἔνθ᾽ ἀνωτ., σελ. 80-101.

[20]. «Ἐπὶ τοῦ θέματος: Ἡμερολογιακὸν Ζήτημα. Μελέτη τοῦ ζητήματος ἐν ἀναφορᾷ πρὸς τὴν περὶ Πασχαλίου ἀπόφασιν τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καὶ ἐξεύρεσις τρόπου συμπράξεως μεταξὺ τῶν Ἐκκλησιῶν ἐν τῷ ζητήματι τούτῳ, ὡς ἐπίσης καὶ τὸ θέμα τοῦ κοινοῦ ὑφ᾽ ἁπάντων τῶν Χριστιανῶν ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα ἐν ὡρισμένῃ Κυριακῇ.

Ἡ Β´ Προσυνοδικὴ Πανορθόδοξος Διάσκεψις:

1. Ἤκουσε τὰς ἐπιστημονικὰς ἐπεξηγήσεις ἀστρονόμων καθηγητῶν ἐπὶ τοῦ θέματος καὶ ἀνεγνώρισεν ὅτι εἷς ἀκριβέστερος προσδιορισμὸς τῆς ἡμερομηνίας τοῦ Πάσχα -πάντοτε τὴν πρώτη Κυριακὴν μετὰ τὴν πανσέληνον μετὰ τὴν ἐαρινὴν ἰσημερίαν, κατὰ τὴν ἀπόφασιν τῆς Α´ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικῆς Συνόδου- ἐπὶ τῇ βάσει τῶν ἐπιστημονικῶν τούτων δεδομένων, θὰ ἠδύνατο νὰ συμβάλῃ εἰς τὴν λύσιν τοῦ ζητήματος.

2. Εὑρέθη σύμφωνος, ἐν τῇ περαιτέρῳ ἐξετάσει τοῦ ζητήματος, ἐπὶ τῶν ἑξῆς κεφαλαιώδους σημασίας σημείων:

α) ὅτι τὸ ὅλον θέμα, πολὺ πέραν τῆς ἐπιστημονικῆς ἀκριβείας, εἶναι θέμα ἐκκλησιολογικῆς αὐτοσυνειδησίας τῆς μιᾶς καὶ ἀδιαιρέτου Ὀρθοδοξίας, τῆς ὁποίας ἡ ἑνότης κατ᾽ οὐδένα λόγον ἢ τρόπον πρέπει νὰ διασαλευθῆ·

β) ὅτι εἶναι θέμα ὑπευθύνου ἐκτιμήσεως ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας τῶν ποιμαντικῶν εὐθυνῶν αὐτῆς καὶ τῶν ἀντιστοίχων ποιμαντικῶν ἀναγκῶν τοῦ ποιμνίου αὐτῆς· καὶ

γ) ὅτι εἰς τὴν σημερινὴν διάρθρωσιν τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων ὁ πιστὸς λαὸς τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀνέτοιμος ἢ τουλάχιστον ἀπροπαράσκευος καὶ ἀπληροφόρητος διὰ νὰ ἀντιμετωπίσῃ καὶ δεχθῇ μίαν ἀλλαγὴν εἰς τὸ θέμα τοῦ προσδιορισμοῦ τῆς ἡμερομηνίας τοῦ Πάσχα.

3. Ἔκρινε, διὰ πάντα ταῦτα, ὅτι πᾶσα ἀναθεώρησις ἐπὶ τὸ ἀκριβέστερον τῆς πράξεως ἐν τῷ καθορισμῷ τῆς ἡμερομηνίας τοῦ Πάσχα, ἐν τῇ ὁποίᾳ πράξει καὶ ἔχομεν ἄλλωστε τὸν ἀπὸ αἰώνων κοινὸν ἑορτασμὸν τοῦ Πάσχα ἡμῶν, ἀφεθῇ δι᾽ εὐθετώτερον καιρόν, τοῦ Θεοῦ εὐδοκοῦντος.

4. Θεωρεῖ ἀπαραίτητον καὶ τὴν ἐφ᾽ ἑξῆς συστηματικωτέραν κατὰ τὸ δυνατὸν πληροφόρησιν τοῦ ποιμνίου εἰς ἑκάστην ἐπὶ μέρους Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, ἵνα ἡ Ὀρθοδοξία, ἐν εὐρύτητι νοῦ καὶ καρδίας, προχωρήσῃ ἐπὶ τῆς ὁδοῦ τῆς ἀπὸ κοινοῦ ἐν ἀκριβείᾳ ἀλλὰ καὶ ἐν πιστότητι πρὸς τὸ πνεῦμα καὶ τὸ γράμμα τῆς ἀποφάσεως τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἐπιτεύξεως ἑνιαίου ἑορτασμοῦ τῆς μεγίστης τῶν ἑορτῶν τοῦ Χριστιανισμοῦ, τοῦθ᾽ ὅπερ ἦτο καὶ ἡ σαφὴς πρόθεσις τῆς ἁγίας ἐκείνης Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.

5. Διακηρύττει, ὅτι τὸ ἡμερολόγιον καὶ αἱ ἐπὶ τούτου δημιουργηθεῖσαι ἀνώμαλοι καταστάσεις δὲν πρέπει νὰ ὁδηγῶσιν εἰς διχασμούς, διαστάσεις ἢ καὶ σχίσματα ἀκόμη, καὶ ὅτι τυχὸν ἀντιφρονοῦντες πρὸς τὴν κανονικὴν αὐτῶν Ἐκκλησίαν πρέπει νὰ υἱοθετήσωσι τὴν ἐκ παραδόσεως καθιερωμένην τιμίαν ἀρχὴν τῆς ὑπακοῆς πρὸς τὴν κανονικὴν Ἐκκλησίαν καὶ τῆς ἐπανασυνδέσεως αὐτῶν ἐντὸς τῶν κόλπων αὐτῆς ἐν εὐχαριστιακῇ κοινωνίᾳ, καὶ ἐν τῇ πεποιθήσει ὅτι «τὸ σάββατον διὰ τὸν ἄνθρωπον ἐγένετο καὶ οὐχ ὁ ἄνθρωπος διὰ τὸ σάββατον» (Μάρκ. 2, 27).

Ἀναγνωρίζει τὴν λυσιτέλειαν τῶν καταβαλλομένων ὑπὸ τῆς Γραμματείας ἐπὶ τῆς προπαρασκευῆς τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου προσπαθειῶν ἐν προκειμένῳ καὶ τὴν χρησιμότητα τυχὸν μελλοντικῆς συνεχίσεως τούτων». Tὸ κείμενον ἐλήφθη ἀπὸ Μητροπολίτου Ἑλβετίας Δαμασκηνου, Πρὸς τὴν Ἁγίαν καὶ Μεγάλην Σύνοδον. Προβλήματα καὶ Προοπτικαί, ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, Σειρὰ Διαλέξεις, Ἀθῆναι 1990, σελ. 38-41.

.......................................................................

Η ΠΥΡΚΑΓΙΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ Η ΛΑΘΟΣ ΠΥΡΟΣΒΕΣΗ

Οταν ο μητροπολιτης πειραιως εξαπολυει την Κυριακη της Ορθοδοξιας τα αναθεματα κατα του οικουμενισμου, αυτοματως καταδικαζει και αναθεματιζει και τον ιδιο του τον εαυτο, επειδη εχει εκκλησιαστικη κοινωνια μαζι τους.

Αυτο μας θυμιζει σημερα πολλους παλαιο - ημερολογιτες που ενω εχουν κοινωνια με τους νεο - ημερολογιτες ολοι μαζι στα λογια καταδικαζουν την αλλαγη του ημερολογιου του 1924.

Για ολους αυτους ο Αββας Ισαακ ο Συρος ειπε : οποιος διδασκει κατι και δεν το πραττει, μοιαζει με εκεινον που προσφερει στον διψασμενο ζωγραφιστο νερο και δεν ξεδιψαει.

Ο Κυριος μας λεει στο Αγιο Ευαγγελιο του : οποιος γνωριζει το καλο και δεν το κανει αμαρτανει.

Γιαυτους ολους ο Κυριος μας λεει τα φοβερα εκεινα  λογια : ουτε και εσεις εισερχεσθε, αλλα και τους αλλους εμποδιζετε να εισελθουν.

Ενας σεβαστος Γεροντας ερημιτης στο Αγιον Ορος οταν τον ρωτησα να μου πει ενα παραδειγμα για να κατανοησουμε την ζημια που εκανε ο οικουμενισμος σε σχεση με το νεο ημερολογιο μου απηντησε ως εξης : παιδακι μου δεν μπορουμε να σβησουμε ολες τις μεγαλες πυρκαγιες που αναψε ο οικουμενισμος καταστρεφοντας την Ορθοδοξη Εκκλησια, και να αφησουμε αναμενη την πρωτη και μεγαλη φωτια του νεου ημερολογιου, για να καταστρεφει τα παντα.

Εσεις αμα εσβυνες το φλεγομενο σπιτι σου θα αφηνες μια εστια φωτιας να καιει ??

7 Μαρτίου 2017

Η ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΚΟΥΤΛΟΥΜΟΥΣΙΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ ΔΙΩΚΕΙ ΤΟΥΣ ΜΟΝΑΧΟΥΣ ΤΗΣ ΠΟΥ ΔΙΕΚΟΨΑΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΑΖΙ ΤΗΣ.

Απο εγκυρες πληροφοριες, οι μοναχοι Μακαριος, Ιλαριων, και Ιωσηφ, απειλουνται με διαγραφη απο το μοναχολογιο της μονης, ( αρα διωκονται ), εαν δεν εχουν εκκλησιαστικη κοινωνια με τους μνημονευτες, για τους οποιους η Παναγια μας ειπε : ερχονται οι εχροι του Υιου μου και Εμου. ( το γνωστο θαυμα το ετος 1276 με τον Βεκκο και τους συναυτο λατινοφρονας ).

Λυπουμεθα δια τους διωκτας, και συγχαιρουμε τους ομολογητας μοναχους. Διοτι οι μεν πρωτοι ακολουθουν τους τυμπανιαιους της Ιερας Μονης Λαυρας του οσιου Αθανασιου, οι δε τον ιερομαρτυρα Κοσμα τον "Πρωτο" και τους λοιπους μαρτυρας.

Εις τους χαλεπους καιρους της αποστασιας και της παναιρεσεως, ευρισκονται πατερες που ακολουθουν τον ονειδισμο του μικρου ποιμνιου και ευχομεθα να ευρει πολλους αγιορειτες μιμητες.


ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗ ΔΙΑΚΟΠΗΣ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΥ ΤΟΥ Π. ΦΩΤΙΟΥ ΒΕΖΥΝΙΑ  ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΑΙΡΕΤΙΚΟ ΚΑΙ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΟ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΗ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΛΑΓΚΑΔΑ ΙΩΑΝΝΗ ΤΑΣΣΙΑ.

ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ Ο Π. ΦΩΤΙΟΣ ΒΕΖΥΝΙΑΣ ΣΤΟΝ ΙΕΡΟ ΝΑΟ ΖΩΟΔΟΧΟΥ ΠΗΓΗΣ ΑΣΚΟΥ ΛΑΓΚΑΔΑ ΔΙΕΚΟΨΕ ΤΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΤΟΥ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΛΑΓΚΑΔΑ ΛΗΤΗΣ ΚΑΙ ΡΕΝΤΙΝΗΣ ΙΩΑΝΝΗ ΤΑΣΣΙΑ.

ΕΧΟΥΝ ΕΤΟΙΜΑΣΤΕΙ ΑΜΕΤΡΗΤΕΣ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΕΙΣ ΙΕΡΕΩΝ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΕΓΚΥΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΕ ΠΑΡΑ ΠΟΛΛΕΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ ΗΜΕΡΑ ΜΕ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΘΑ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΓΝΩΣΤΕΣ.

ΣΕ ΛΙΓΟ ΚΑΙΡΟ ΟΙ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΜΕΝΟΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑ

ΠΟΛΥ ΛΑΙΚΟΙ ΘΕΛΟΥΝ ΝΑ ΣΤΕΙΛΟΥΝ ΤΙΣ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΕΙΣ ΤΟΥΣ  ΣΤΟΥΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΕΣ ΚΑΘΕ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ.

https://katanixis.blogspot.gr/2017/03/blog-post_80.html?m=1

ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΜΠΡΑΒΟ ΣΤΟΝ ΠΑΤΕΡ ΘΕΟΔΩΡΟ ΖΗΣΗ ΠΟΥ ΕΙΧΕ ΤΗΝ ΤΟΛΜΗ  ΚΑΙ ΔΙΕΚΟΨΕ ΤΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΤΟΥ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΗ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΘΙΜΟΥ. ΜΕ ΤΗΝ ΑΛΗΘΟΝΗ ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΩΣ ΠΟΥ ΕΚΑΝΕ ΕΔΩΣΕ ΜΕΓΑΛΗ ΧΑΡΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ ΠΟΥ ΟΜΟΛΟΓΟΥΝ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ ΚΑΙ ΑΚΟΛΟΥΘΩΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΣΥΝΟΔΩΝ ΑΦΗΣΕ ΠΙΣΩ ΤΟΥ ΜΑΚΡΙΑ ΤΟΥΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΕΣ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΣΥΝΑΞΕΩΣ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ. ΜΕ ΤΟ ΤΑΛΕΝΤΟ ΠΟΥ ΤΟΥ ΧΑΡΙΣΕ Ο ΘΕΟΣ  ΚΑΙ ΤΙΣ ΓΝΩΣΕΙΣ ΠΟΥ ΔΙΑΘΕΤΕΙ ΘΑ ΒΟΗΘΗΣΕΙ ΠΟΛΥ ΣΤΗΝ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΟΜΟΛΟΓΙΑΚΟΥ  ΠΛΗΡΩΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΕ ΣΚΟΠΟ ΝΑ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΟΥΜΕ  ΜΙΑ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΣΥΝΟΔΟ ΠΟΥ ΘΑ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΕΙ ΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ.


Πρωτοπρ. Θεόδωρος Ζήσης: Δήλωση Διακοπῆς Μνημοσύνου




Πρωτοπρεσβύτερος

Θεόδωρος Ζήσης

Ὁμότιμος Καθηγητὴς

Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.

18ο χλμ. Θεσσαλονίκης-Περαίας

570 19 Ν. Ἐπιβάται

ΤΗΛ.: 23920.24865 FAX: 23920.27402

Θεσσαλονίκη 03.03.2017

Παναγιώτατον

Μητροπολίτην Θεσσαλονίκης

κ. Ἄνθιμον

Ἐνταῦθα

Θέμα: Δήλωση Διακοπῆς Μνημοσύνου

Παναγιώτατε,

Μετὰ λύπης, ἀλλὰ καὶ πολλῆς πνευματικῆς χαρᾶς καὶ εὐφροσύνης, ἐπιθυμῶ διὰ τοῦ παρόντος νὰ σᾶς γνωστοποιήσω ὅτι, ἀκολουθώντας τὴν Ἀποστολικὴ καὶ Πατερικὴ Παράδοση στὸ θέμα τῆς κοινωνίας μὲ τοὺς αἱρετικούς, διακόπτω τὴ μνημόνευση τοῦ ὀνόματός σας στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες, γιατὶ σεῖς καὶ πολλοὶ ἄλλοι συνεπίσκοποί σας ἐγκαταλείψατε αὐτὴν τὴν θεία Παράδοση καὶ εὑρίσκεσθε ἐκτὸς τῆς ὁδοῦ τῶν Ἁγίων Πατέρων.

Ἡ θεάρεστη καὶ ἀπὸ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες ἐπαινούμενη αὐτὴ ἐνέργεια συμβολικὰ θὰ γίνει τὴν Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας (05.03.2017), ὁπότε ἑορτά-ζουμε τὴν ἀναστήλωση τῶν ἱερῶν εἰκόνων καὶ διαβάζουμε τὸ «Συνοδικὸν τῆς Ὀρθοδοξίας» μὲ τὰ ἀναθέματα ἐναντίον ὅλων τῶν αἱρετικῶν, ὥστε νὰ δηλώσουμε καὶ μέσα στὸν ἱερὸ χῶρο τῆς Θείας Λατρείας ὅτι καταδικάζουμε τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ ἀπορρίπτουμε τὴν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης, ἡ ὁποία ἀναγνώρισε τὶς αἱρέσεις ὡς ἐκκλησίες καὶ ἀποδέχθηκε τὸν συγκρητιστικὸ καὶ καταστροφικὸ Οἰκουμενισμό.

1. Εἰκονομαχία καὶ Οἰκουμενισμός

Μετὰ ἀπὸ ἑκατὸ περίπου χρόνια ποὺ ἐπιτρέψαμε τὸ νέφος τῶν αἱρέσεων νὰ θολώνει καὶ νὰ σκοτεινιάζει τὸν καταγάλανο οὐρανὸ τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, νὰ διαιρεῖ καὶ νὰ σχίζει τὸ ὀρθόδοξο πλήρωμα, νὰ διασπᾶ τὴν ἀδιάσπαστη ἀκολουθία καὶ διαδοχὴ τῶν ὀρθοδόξων δογμάτων, τώρα μὲ τὴ Χάρη καὶ συνέργεια τοῦ Θεοῦ καὶ τὶς πρεσβεῖες τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ τῶν θεοδιδάκτων καὶ θεοφωτίστων Ἁγίων Πατέρων θὰ συντελέσουμε μὲ τὴν θερμὴ ὀρθόδοξη Ὁμολογία μας, νὰ διαλυθεῖ τὸ νέφος τοῦ παναιρετικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὅπως διαλύθηκε τὸ νέφος τῆς Εἰκο-νομαχίας, ἡ ὁποία ταλαιπώρησε καὶ τότε τὴν Ἐκκλησία περισσότερο ἀπὸ ἕνα αἰώνα. Ἐμεῖς κάνουμε τὴν ἀρχὴ μαζὶ μὲ ἄλλους Πατέρες, μερικοὶ ἀπὸ τοὺς ὁποίους δὲν ἄντεξαν τὴν σκοτεινιὰ καὶ βγῆκαν ἤδη στὸ ξέφωτο, ὅπως ἔκαναν γιὰ τὴν Εἰκονομαχία καὶ οἱ μοναχοὶ τοῦ Ὀλύμπου τῆς Βιθυνίας, καὶ ἐλπίζουμε ὅτι θὰ ἀναστήσει καὶ θὰ ἀναδείξει ὁ Θεός, ὅπως καὶ τότε, πατριάρχας καὶ ἐπισκόπους, γιὰ νὰ ὁλοκληρώσουν τὸν νέον θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας ἐναντίον τῶν νέων κρυφῶν καὶ ἐπικίνδυνων δυνάμεων τοῦ σκότους.

Καὶ γιὰ νὰ μὴ θεωρηθεῖ ἄστοχη ἡ σύγκριση Εἰκονομαχίας καὶ Οἰκουμε-νισμοῦ προλαβαίνουμε ἐδῶ νὰ ποῦμε ὅτι ὁ Οἰκουμενισμὸς εἶναι χειρότερος κατὰ πολὺ τῆς Εἰκονομαχίας, διότι, ἐκτὸς τῶν ἄλλων σοβαρῶν δογματικῶν παρεκκλίσεων, ἀπορρίπτει τὴν προσκύνηση τῶν Ἁγίων Εἰκόνων στὸν χῶρο τοῦ Προτεσταντισμοῦ καὶ προσβάλλει καὶ ὑποτιμᾶ τὸ ὑπέρτιμο καὶ μοναδικὸ πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ τὴν τιμὴ τῶν λοιπῶν Ἁγίων. Μὲ αὐτοὺς τοὺς εἰκονομάχους καὶ ἁγιομάχους, τοὺς ἐχθροὺς τῆς Παναγίας καὶ τῶν Ἁγίων, συναγελαζόμαστε καὶ συνυπάρχουμε μέσα στὸ λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», ἐξευτελίζοντες τὴν Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία καὶ μεταβάλλοντάς την ἀπὸ «στύλο καὶ ἑδραίωμα τῆς Ἀληθείας»[1], ἀπὸ Νύμφη Χριστοῦ καὶ Σῶμα Χριστοῦ[2], σὲ ἰσάξια καὶ ἰσότιμη μὲ τὴν πιὸ μικρὴ καὶ ἄθλια προτεσταντικὴ αἵρεση[3]. Καὶ μόνο αὐτὸ ἀρκεῖ γιὰ νὰ ἀπορρίψουμε τὴν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης, ἡ ὁποία ἐπαινεῖ τὸ προτεσταντικὸ αὐτὸ συνονθύλευμα τῶν αἱρέσεων καὶ συνιστᾶ νὰ ἐξακολουθήσουμε τὴν συμμετοχή μας σ᾽ αὐτὸ καὶ τὸν ἐξευτελισμὸ τῆς Ἐκκλησίας.

2. Ἐπὶ δεκαετίες ἀποδοκιμάζεται ὁ Οἰκουμενισμός

Δὲν πρόκειται ἐδῶ νὰ παρουσιάσουμε ὅσα ἀντικανονικά, ἀντορθόδοξα, ἀντιπατερικά, ἀντισυνοδικὰ συνέβησαν καὶ συμβαίνουν στὶς σχέσεις μας μὲ τὶς παλαιὲς καὶ τὶς νέες αἱρέσεις, τὰ ὁποῖα ἔπρεπε νὰ εἶχαν ὁδηγήσει σὲ καθαιρέσεις τοὺς παραβάτες τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ Παραδόσεων καὶ σὲ συνοδικὴ καταδίκη τους. Ἐπὶ πολλὲς δεκαετίες Ἅγιοι Γέροντες, ὁμολογητές, ἀρχιερεῖς καὶ λοιποὶ κληρικοὶ καὶ μοναχοί, σοφοὶ καὶ νουνεχεῖς καθηγηταὶ καὶ μεγάλο μέρος τοῦ ὑγιοῦς ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος, ἰδιαίτερα τὸ Ἅγιον Ὄρος, ζητοῦσαν καὶ ζητοῦν νὰ ἀποχωρήσουμε ἀπὸ τὸ λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», δηλαδὴ αἱρέσεων, καὶ νὰ καταδικά-σουμε τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὅπως ἀξιεπαίνως τὸ ἔπραξαν οἱ ἐκκλησίες Βουλγαρίας καὶ Γεωργίας. Ἀκόμη καὶ πρόσφατα τὸ θέμα αὐτὸ ταράσσει τὶς συνειδήσεις ὅσων γνωρίζουν τὸ μέγεθος αὐτῆς τῆς ἐκκλησιο-λο­γικῆς ἐκτροπῆς.

Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἡ «Σύναξη Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν» ἐκφράζοντας αὐτὴν τὴν μακροχρόνια ἀνησυχία καὶ ἀγωνία, συνέταξε καὶ ἐκυκλοφόρησε τὸ 2009 τὴν «Ὁμολογία Πίστεως κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ», ἕνα ἱστορικὸ ὄντως κείμενο, ποὺ τὸ ὑπέγραψαν εὐάριθμοι ἀρχιερεῖς, ἑκατοντάδες κληρικῶν καὶ μοναχῶν καὶ χιλιάδες πιστῶν, στὸ ὁποῖο οἱ τίτλοι τῶν σχετικῶν ἑνοτήτων λέγουν τὰ ἑξῆς: 1) Φυλάττουμε ἀμετακίνη-τα καὶ ἀπαραχάρακτα ὅσα οἱ Σύνοδοι καὶ οἱ Πατέρες θέσπισαν. 2) Διακηρύσσουμε ὅτι ὁ Παπισμὸς εἶναι μήτρα αἱρέσεων καὶ πλανῶν.3) Τὰ ἴδια ἰσχύουν, σὲ μεγαλύτερο βαθμό, γιὰ τὸν Προτεσταντισμό, ὁ ὁποῖος ὡς τέκνο τοῦ Παπισμοῦ κληρονόμησε πολλὲς αἱρέσεις, προσέ-θεσε δὲ πολὺ περισσότερες. 4) Ὁ μόνος τρόπος γιὰ νὰ ἀποκατασταθεῖ ἡ κοινωνία μας μὲ τοὺς αἱρετικοὺς εἶναι ἡ ἐκ μέρους τους ἀποκήρυξη τῆς πλάνης καὶ ἡ μετάνοια, ὥστε νὰ ὑπάρξει ἀληθινὴ ἕνωση καὶ εἰρήνη· ἕνωση μὲ τὴν ἀλήθεια καὶ ὄχι μὲ τὴν πλάνη καὶ τὴν αἵρεση. 5) Ἐφ᾽ ὅσον οἱ αἱρετικοὶ ἐξακολουθοῦν νὰ παραμένουν στὴν πλάνη, ἀποφεύγουμε τὴν μετ᾽ αὐτῶν κοινωνία, ἰδιαίτερα τὶς συμπροσευχές. 6) Μέχρι τῶν ἀρχῶν τοῦ 20οῦ αἰῶνος ἡ Ἐκκλησία εἶχε σταθερὰ καὶ ἀμετάβλητα ἀπορριπτικὴ καὶ καταδικαστικὴ στάση ἔναντι ὅλων τῶν αἱρέσεων. 7) Ὁ διαχριστιανικὸς συγκρητισμὸς ποὺ υἱοθέτησε καὶ ἐνεθάρρυνε τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο πρῶτο, διευρύνθηκε τώρα καὶ σὲ διαθρη-σκειακὸ συγκρητισμό, ὁ ὁποῖος ἐξισώνει ὅλες τὶς θρησκεῖες μὲ τὴν μοναδικὴ θεόθεν ἀποκαλυφθεῖσα ἀπὸ τὸν Χριστὸ θεοσέβεια καὶ ζωή. 8) Ἐμεῖς πιστεύουμε καὶ ὁμολογοῦμε ὅτι μόνον ἐν τῷ Χριστῷ ὑπάρχει ἡ δυνατότης σωτηρίας. Οἱ θρησκεῖες τοῦ κόσμου καὶ οἱ αἱρέσεις ὁδηγοῦν στὴν ἀπώλεια. 9) Ὑπάρχουν βέβαια καὶ συλλογικὲς εὐθύνες, καὶ κυρίως τῶν οἰκουμενιστικῶν φρονημάτων Ἱεραρχῶν καὶ Θεολόγων μας, ἀπέ-ναντι στὸ ὀρθόδοξο πλήρωμα καὶ στὸ ποίμνιό τους[4].

3. Γιατί ἐπιταχύνθηκε ἡ σύγκληση τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης;

Ἡ ἀντιοικουμενιστικὴ αὐτὴ καὶ ἀντιαιρετικὴ ἐνέργεια συνετάραξε τοὺς κατευθύνοντες τὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, διότι ἔβλεπαν νὰ ἀφυπνίζονται οἱ ὀρθόδοξες συνειδήσεις καὶ νὰ κινδυνεύει τὸ ἀντίχριστο ὅραμά τους «ἵνα πάντες ἓν ὦσι», ὄχι μὲ τὴν Ἀλήθεια ἀλλὰ μὲ τὸ ψεῦδος καὶ τὴν πλάνη. Ἔπρεπε ἀπέναντι τοῦ πλήθους τῶν Ὀρθοδόξων, τὸ ὁποῖο αὐτοὶ δὲν διέθε-ταν, νὰ ἀντιτάξουν, ὡς κατέχοντες τοὺς θρόνους, τὶς ἀρχὲς καὶ ἐξουσίες, μία τυπικὰ καὶ ἐξωτερικὰ νομιμοφανῆ σύνοδο ἐπισκόπων, ἡ ὁποία θὰ θεσμοθετοῦσε καὶ θὰ ἐπικύρωνε, θὰ νομιμοποιοῦσε τὸν Οἰκουμενισμό. Ἔτσι προέκυψε ἡ ψευδοσύνοδος τῆς Κρήτης, ἡ ὁποία ἔντεχνα καὶ κρυφὰ μετήλ-λαξε τὴν καλὴ καὶ ἀπαραίτητη πορεία πρὸς μία Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, σὲ μία οἰκουμενιστικὴ καὶ αἱρετίζουσα ψευδοσύνοδο. Γιὰ τοῦ λόγου τὸ ἀληθὲς ὑπενθυμίζουμε τὴν αἰφνίδια ἐπιτάχυνση στὴν προετοιμασία τῆς «Συνόδου» ἀπὸ τὸ 2009 καὶ τὸν ὁρισμὸ «Εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς» γιὰ νὰ ἀναθεωρήσει δῆθεν καὶ ἐπικαιροποιήσει τὰ προσυνοδικὰ κείμενα, στὴν οὐσία ὅμως νὰ τὰ ἀλλοιώσει καὶ νὰ τὰ μεταλλάξει πρὸς τὴν κατεύθυνση τῆς ἀποδοχῆς τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ἡ «Σύνοδος» τῆς Κρήτης δὲν ἔχει σχέση μὲ τὴν προσδο-κώμενη καὶ προετοιμαζόμενη Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο τῶν Ὀρθοδόξων. Εἶναι μία μεταλλαγμένη οἰκουμενιστικὴ καὶ αἱρετίζουσα ψευδοσύνοδος[5].

Προσπαθήσαμε πολλοί, κληρικοὶ καὶ λαϊκοί, νὰ ἀποτρέψουμε τὴν σύγκλησή της, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν κατορθώθηκε. Ἦταν τόσο μεγάλη ἡ ἀνάγκη νὰ στηριχθεῖ ὁ Οἰκουμενισμὸς καὶ τόσο ἀποφασισμένοι οἱ ἐμπλεκόμενοι, ὥστε δὲν ἐλογάριασαν τὶς ἀγωνίες καὶ ἀνησυχίες ποὺ ἐκφράζονταν πολλαχόθεν, ὅπως π.χ. στὴν μεγάλη Ἡμερίδα ποὺ συνδιοργάνωσαν στὸν Πειραιᾶ, τὴνΤετάρτη 23 Μαρτίου 2016, στὴν κατάμεστη αἴθουσα «Μελίνα Μερκούρη» τοῦ Σταδίου Εἰρήνης καὶ Φιλίας, οἱ Ἱερὲς Μητροπόλεις Πειραιῶς, Γόρτυνος καὶ Μεγαλοπόλεως, Γλυφάδας, Κυθήρων καὶ ἡ Σύναξη Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν. Δὲν τοὺς συνεκράτησε οὔτε ἡ ἀπουσία τοῦ μεγαλυτέρου μέρους τῶν Ὀρθοδόξων μὲ τὴν ἀπουσία τεσσάρων ἐκκλησιῶν (Ἀντιοχείας, Ρωσίας, Βουλγαρίας, Γεωργίας), ἡ ὁποία ἀκύρωνε τόν πανορθόδοξο χαρακτήρα τῆς «Συνόδου» καὶ προεμήνυε ἀναστατώσεις καὶ διαιρέσεις τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος. Ἔσχιζαν καὶ διαιροῦσαν τὴν Ἐκκλησία πρὸς χάριν τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, χωρὶς πανορθόδοξη ἀπόφαση. Ἦταν τόσο καλὰ ὀργανωμένη ἡ συνοδικὴ κατοχύ-ρωση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὥστε ὅλες οἱ προσπάθειες ποὺ κατέβαλαν οἱ ἐκπρόσωποι κάποιων ἐκκλησιῶν νὰ διορθωθοῦν καὶ νὰ βελτιωθοῦν τὰ κείμενα ἔπεφταν στὸ κενό. Ἐκπλήσσεται κανείς, ὅταν διαβάσει τὰ «Πρακτι-κὰ - Κείμενα» τῆς Ε´ Προσυνοδικῆς Πανορθοδόξου Διασκέψεως (Σαμπεζὺ 10-17 Ὀκτωβρίου 2015), ἡ ὁποία τελικῶς ἐνέκρινε τὰ κείμενα ποὺ ἐπρόκειτο νὰ συζητήσει καὶ νὰ ἐπικυρώσει ἡ «Σύνοδος» τῆς Κρήτης. Ἕνα ἀόρατο διευθυντήριο εἶχε φροντίσει μὲ ἕνα ἀπαράδεκτο καὶ πρωτοφανῆ κανονισμὸ λειτουργίας νὰ ἑτοιμάσει προσυνοδικὰ κείμενα οἰκουμενιστικά, τῶν ὁποίων ἡ ἔγκριση ἦταν ἐξασφαλισμένη. Καὶ αὐτὸ διότι, ἔστω καὶ ἕνας μόνον ἐκπρόσωπος τῆς οἰκουμενιστικῆς παρέας νὰ διαφωνοῦσε, ὅταν μὲ κάποια πρόταση διορθώσεως ἐθίγοντο τὰ οἰκουμενιστικὰ δόγματα, ἡ πρόταση δὲν γινόταν δεκτή, καὶ τὸ οἰκουμενιστικὸ κείμενο παρέμενε ἀλώβητο καὶ ἄθικτο. Μήπως τὸ ἴδιο δὲν ἔγινε καὶ κατὰ τὴν διάρκεια τῆς λειτουργίας τῆς «Συνόδου» στὴν Κρήτη; Τί ἀπέγιναν οἱ περισσότερες καὶ οὐσιώδεις προτάσεις βελτιώσεως ποὺ ὑπέβαλαν ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἄλλες ἐκκλησίες, τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ μεμονωμένοι ἀρχιερεῖς; Κάποιος ἀπὸ τοὺς Ἡρακλεῖς τοῦ Οἰκουμενισμοῦ διαφωνοῦσε καὶ ἡ πρόταση ἡ ὀρθόδοξη πεταγόταν στὸν κάλαθο τῶν ἀχρήστων.

4. Ὁ Οἰκουμενισμὸς νομιμοποιεῖται καὶ εἰσάγεται στὴν Ἐκκλησία.

Ἔτσι ὁ πολεμούμενος προηγουμένως Οἰκουμενισμὸς καὶ καταδικαζόμε-νος ἀπὸ τὴν ἀγρυπνοῦσα ὀρθόδοξη συνείδηση, ἔχει ἀποκτήσει γιὰ πρώτη φορὰ συνοδικὴ κατοχύρωση, ἡ ὁποία βέβαια ἀλλάσσει ὁλοκληρωτικά τὸ ἐκκλησιολογικὸ τοπίο καὶ θέτει ὅλους πρὸ τῶν εὐθυνῶν μας. Δὲν εἶναι ἴδια ἡ κατάσταση πρὶν ἀπὸ τὴν «Σύνοδο» καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτήν. «Δὲν εἶναι ὁ περσινὸς καιρὸς ὁ φετεινὸς χειμώνας», ὅπως ἔλεγαν οἱ ἀγωνιστὲς τοῦ 1821 μπροστὰ στὴν ἐπικίνδυνη στρατιὰ τοῦ Δράμαλη. Μὲ νύχια καὶ μὲ δόντια προσπαθοῦν οἱ ὑποστηρικτὲς τῆς «Συνόδου» νὰ δικαιολογήσουν τὰ ἀδικαιο-λόγητα. Καὶ ἐπειδὴ δὲν διαθέτουν θεολογικὰ ἐπιχειρήματα, γιὰ νὰ καλύ-ψουν τὰ θεολογικὰ καὶ κανονικὰ ἀτοπήματα, ὑβρίζουν, συκοφαντοῦν καὶ διώκουν ὅσους ἀντιδροῦμε, ἐξωτερικεύοντας τὴν ἐσωτερική τους σύγχυση καὶ ἐμπάθεια.

Ἐμεῖς, ἐκτὸς ἀπὸ προσωπικὰ κείμενα κριτικῆς καὶ ἀπορρίψεως τῆς «Συνόδου» μετὰ τὴν πραγματοποίησή της, συμμετείχαμε ὡς μέλη τῆς «Συνάξεως Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν» στὴν σύνταξη καὶ κυκλο-φόρηση ἐνημερωτικῶν κειμένων, ὥστε νὰ ἐνημερωθεῖ τὸ συνήθως ἀπληρο-φόρητο καὶ ἀκατήχητο πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι ἀμέσως μετὰ τὴν λήξη τῶν ἐργασιῶν τῆς «Συνόδου» κυκλοφορήσαμε τὸ κείμενο «Ἡ Σύνοδος τοῦ Κολυμπαρίου Κρήτης καὶ ἡ σύμπλευσή της μὲ τὸν Οἰκουμενισμό», στὸ ὁποῖο καὶ μόνο ἀπὸ τὸν τίτλοφαίνεται ὅτι θεωροῦμε τὴν «Σύνοδο» ὄχι ὡς ὀρθόδοξη ἀλλὰ ὡς οἰκουμενιστική[6]. Λίγο ἀργότερα κυκλοφορήσαμε ἐκτενέ-στερο κείμενο μὲ τίτλο «Ἀνοικτὴ Ἐπιστολὴ - Ὁμολογία γιὰ τὴν “Σύνοδο” τῆς Κρήτης», τὸ ὁποῖο ὑπεγράφη ἀπὸ χιλιάδες κληρικῶν, μοναχῶν καὶ λαϊκῶν, καὶ τὸ ὁποῖο διαιρεῖται στὶς ἑξῆς ἑνότητες: 1. Ἡ «Σύνοδος» καταστρέφει τὴν ἑνότητα καὶ προκαλεῖ διαιρέσεις. 2. Τίποτε κοινὸ μὲ τὶς ὀρθόδοξες συνόδους τῆς Ἐκκλησίας. Οἰκουμενιστικὴ σύνοδος· 3. Εἰσάγει αἱρετικὴ ἐκκλησιολογία. 4. Θὰ ἐπικυρωθεῖ ἡ «Σύνοδος» ἀπὸ τὴν Ἑλλαδικὴ Ἱεραρχία; Διακοπὴ μνημοσύνου 5. Ὁ Οἰκουμενισμὸς τῆς Πανθρησκείας εἰσάγεται καὶ στὰ σχολεῖα[7].

Ἐπισκεφθήκαμε ἐπίσης, κάποια μέλη τῆς Συνάξεως, μετὰ ἀπὸ πρόσ-κληση τῶν τοπικῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀρχῶν, τὶς ὀρθόδοξες χῶρες τῆς Βουλ-γαρίας, Ρουμανίας, Μολδαβίας, Γεωργίας, συμπροβληματισθήκαμε γιὰ τὴν «Σύνοδο» τῆς Κρήτης καὶ παρουσιάσαμε τὶς δικές μας ἐκτιμήσεις. Στὴν Μολδαβία μάλιστα σὲ ὀργανωθεῖσα «στρογγυλὴ τράπεζα» στὶς29 Ἰουνίου 2016, ἀμέσως μετὰ τὴν λήξη τῆς «Συνόδου» καταθέσαμε κοινὸ κείμενο ποὺ ἑτοιμάσθηκε μὲ συμβολὲς τοῦ γράφοντος, τοῦ καθηγητοῦΔημ. Τσελεγγίδη καὶ τοῦ μοναχοῦ π. Σεραφεὶμ μὲ τίτλο «Ἀποτίμηση τῶν ἀποφάσεων τῆς “Συνόδου” τῆς Κρήτης», στὸ ὁποῖο λέγαμε ὅτι ἡ «Σύνοδος» διέψευσε τὶς προσδοκίες τοῦ ὑγιοῦς πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, δὲν εἶναι οὔτε ἁγία, οὔτε μεγάλη, οὔτε σύνοδος, δὲν ἐπέλυσε σπουδαῖα ποιμαντικὰ προβλήμα-τα, ὅπως τὸ τοῦ Ἡμερολογίου, οὔτε κατεδίκασε τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ· ἀντίθετα τὴν νομιμοποίησε καὶ τὴν ὑποστήριξε καὶ προέβη σὲ ἄμικτη μείξη Ὀρθοδοξίας καὶ αἱρέσεων. Διετύπωσε ἐπίσης αἱρετικὴ ἐκκλη-σιολογία καὶ διέσπασε τὴν διαχρονικὴ στὴν Πίστη ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἀποδοχὴ τῆς «Συνόδου» μεταφέρει τὸν Οἰκουμενισμὸ μέσα στὴν Ἐκκλη-σία καὶ δὲν ἀρκεῖ ἡ ἀποσιώπηση ἢ ἡ ἀπόκρυψη τῶν ἀποφάσεών της, ἀλλὰ ἀπαιτεῖται ἡ συνοδικὴ καταδίκη τους. Σημειώναμε ἐπίσης ὅτι ἡ μνημόνευση τῶν ἐπισκόπων «ἐπ᾽ ἐκκλησίαις» δὲν εἶναι ἀπροϋπόθετη, ἀλλὰ συναρτᾶται πρὸς τὴν ὀρθόδοξη πίστη τους καὶ δείχνει ὅτι ὁ μνημονευόμενος καὶ οἱ μνημονεύοντες ἔχουν τὴν ἴδια πίστη[8].

5. Ἐλπίζαμε νὰ ἀντιδράσει ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἀλλὰ διαψευσθήκαμε. Ἄλλη Φερράρα-Φλωρεντία.

Ὅσοι ἀνήκουμε στὴν ἐκκλησιαστικὴ δικαιοδοσία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἐλπίζαμε ὅτι ἡ εἰκοσιπενταμελὴς (25) ἀντιπροσωπία της, ἔχουσα ἐπὶ κεφαλῆς τὸν ἀρχιεπίσκοπο κ. Ἱερώνυμο, θὰ τηροῦσε τὶς ὁμόφωνες ἀποφάσεις τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Μαΐου τοῦ 2016, οἱ ὁποῖες ἔδιδαν ὀρθόδοξη κατεύθυνση στὸ βασικὸ κείμενο τῆς «Συνόδου»,«Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον», καὶ θὰ ἀνέπαυαν τὶς συνειδήσεις τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν. Δυστυχῶς μετὰ ἀπὸ ἀσκηθεῖσες πιέσεις, ὅπως κατήγγειλε ὁ μητροπολίτης Ναυπάκτου Ἱερόθεος, μέλος τῆς ἀντιπροσωπίας, ἐγκαταλείφθηκαν οἱ συνοδικὲς ἀποφάσεις τῆς Ἱεραρχίας, ὑπανεχώρησαν ὁ ἀρχιεπίσκοπος καὶ τὸ σύνολο τῆς ἀντιπροσωπίας, πλὴν τοῦ μητροπολίτου Ναυπάκτου, καὶ ὄχι μόνο κατέστησαν ὑπεύθυνοι ἀ-νυπακοῆς καὶ ἀπειθαρχίας σὲ συνοδικὲς ἀποφάσεις, καὶ γι᾽ αὐτὸ ὑπόλογοι, ἀλλὰ ἐπανέλαβαν τὴν δουλοπρέπεια καὶ δειλία ὅσων ἔλαβαν μέρος στὴν ψευδοσύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας, οἱ ὁποῖοι λόγῳ τῶν πιέσεων ὑπέγρα-ψαν τὰ φιλοπαπικὰ κείμενα τότε, ὅπως τώρα στὴν Κρήτη τὰ φιλοοικουμε-νιστικά. Τουλάχιστον τότε, ὅταν ἐπέστρεψαν στὴν Κωνσταντινούπολη, ἐλεύθεροι ἀπὸ πιέσεις, ὡμολόγησαν τὴν ἐνοχή τους μπροστὰ στὸ πλῆθος τῶν πιστῶν ποὺ τοὺς ἀποδοκίμαζε καὶ εἶπαν τὰ γνωστά: «Τὸ χέρι αὐτὸ ὑπέγραψε, ἂς κοπεῖ· ἡ γλώσσα ὡμολόγησε, ἂς ἐκριζωθεῖ»[9].

Τώρα ὄχι μόνον δὲν ἔδειξαν παρόμοια μεταμέλεια ὅσοι ἔλαβαν μέρος στήν «Σύνοδο», ἀλλὰ κατάφεραν νὰ πείσουν ὅλα σχεδὸν τὰ μέλη τῆς Ἱεραρχίας, ὄχι μόνο νὰ μὴ τοὺς ἐγκαλέσουν γιὰ τὴν φιλοαιρετικὴ στάση τους στὴν Κρήτη, ἀλλὰ νὰ θεωρήσουν οἱ περισσότεροι ὡς καλῶς καὶ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ληφθεῖσες τὶς ἀντορθόδοξες ἀποφάσεις, καὶ ἁπλῶς στὴν τελευταία Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας (23-24 Νοεμβρίου 2016) νὰ γίνει μία συζήτηση καὶ ἐνημέρωση γιὰ τὴν «Σύνοδο» τῆς Κρήτης, μὲ δεδομένη, ὄχι ἀμφισβητούμενη, τὴν ἀποδοχή της. Καὶ τὸ ἀποκορύφωμα ὅλης αὐτῆς τῆς ἀντιπατερικῆς στάσεως τῆς Ἱεραρχίας, στὴν πλειονότητα τῶν μελῶν της, ποὺ δείχνει ὁλοφάνερα τὴν θετικὴ ἀποτίμηση τῆς ψευδοσυνόδου καὶ γκρεμίζει ὅλες τὶς ἐλπίδες καὶ τερματίζει τὴν ἀναβολὴ καὶ ἀναμονὴ γιὰ τὶς δικές μας ἱεροκανονικὲς καὶ ὀρθόδοξες ἀποφάσεις, ἦταν τὸ κείμενο τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου «Πρὸς τὸν Λαό», ποὺ ἀποσκοποῦσε δῆθεν στὴν ἐνημέρωση τοῦ λαοῦ. Εἶναι ἕνα κείμενο ντροπῆς καὶ ψεύδους, μνημεῖο παραπληροφόρησης καὶ παραπλάνησης τοῦ λαοῦ, πρὸς τὸν ὁποῖο τολμοῦν καὶ λέγουν ὁλοφάνερα ψεύδη, διότι γνωρίζουν ὅτι, ὅπως τὸν ἄφησαν ἀδίδακτο καὶ ἀκατήχητο, θὰ τοὺς πιστεύσει ὡς ποιμένες ὅτι λέγουν τὴν ἀλήθεια. Εἶναι νὰ ἀπορεῖ κανεὶς πῶς ὅλα ξαφνικὰ ἔγιναν ὡραῖα καὶ καλά. Ποιό μαγικὸ χέρι ἄγγιξε τὰ ἀμφισβητούμενα πρὸ τῆς Συνόδου κείμενα καὶ τὰ μετέβαλε σὲ ὀρθόδοξα καὶ πατερικά; Μήπως ἔγινε λόγος στὴν «Σύνοδο»γιὰ τὴν παλαιὰ αἵρεση τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ καὶ τὶς νέες αἱρέσεις τοῦ Παπισμοῦ, τοῦ Προτεσταντισμοῦ καὶ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ; Ὑπάρχει κάπου στὰ κείμενα ἡ λέξη αἵρεση; Ἀποτιμῶνται καὶ κρίνονται τὰ κείμενα τῶν Θεολογικῶν Διαλόγων, πολλὰ ἀπὸ τὰ ὁποῖα εἶναι γεμᾶτα ἀπὸ αἱρέσεις καὶ πλάνες; Προβληματίζονται γιὰ τὴ συμμετοχή μας στὸ λεγόμενο «Παγκό-σμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», δηλαδὴ αἱρέσεων;Ἀντιμετωπίζεται τὸ φλέγον θέμα τοῦ Παλαιοῦ καὶ Νέου Ἡμερολογίου, ποὺ τραυματίζει ἀπὸ τὸ 1924 τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας; Γιατί δὲν ἔλαβαν μέρος οἱ τέσσερις ἐκκλησίες, Ἀντιοχείας, Ρωσίας, Βουλγαρίας, Γεωργίας, ποὺ ἀντιπροσωπεύουν τὸ μεγαλύτερο μέρος τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν; Ὑπῆρξε στὴν ἱστορία ἄλλο παράδειγμα συνόδου, ποὺ νὰ μὴν ὑπογράφουν ὅλοι οἱ ἐπίσκοποι παρὰ μόνον οἱ προκαθήμενοι, ποὺ νὰ μὴ μετέχουν ὅλοι οἱ ἐπίσκοποι, καὶ νὰ καταστρέφεται ἔτσι ἡ βασικὴ ἐκκλησιολογικὴ ἀρχὴ τῆς ἰσότητος τῶν ἐπισκόπων, οἱ ὁποῖοι μόνον πρὸς τοὺς ἱεραρχικὰ κατωτέρους τους προβάλλουν τὰ προνόμια τοῦ ἐπισκοπικοῦ βαθμοῦ, ἐνῶ τὰ λησμονοῦν πρὸ τῶν ἰσοβάθμων τους ἀξιωματούχων;

Ἀκόμη καὶ στὸ κείμενο τῆς Ἱεροκοινοτικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Ἁγίου Ὄρους, τὸ ὁποῖο θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι ἀπορριπτικὸ καὶ καταδικαστικὸ τῆς «Συνόδου», διατηρεῖται κάποιο ἴχνος ἀξιοπρεπείας καὶ συνεπείας πρὸς τὰ πρὸ τῆς «Συνόδου» ὑποστηριζόμενα, διότι, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ θετικὰ στὶς ἀποφάσεις τῆς «Συνόδου», βλέπουν καὶ πολλὰ ἀρνητικά. Στὸ κείμενο «Πρὸς τὸν Λαό» τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὅλα εἶναι ὡραῖα καὶ καλά· τίποτε ἀρνητικό. Σημειώνουμε βέβαια γιὰ τὴν ἁγιορειτικὴ θέση, ποὺ δὲν ἐκφράζει τὸ σύνολο τῶν Ἁγιορειτῶν, ὅτι σὲ συνοδικὰ κείμενα ὅλα πρέπει νὰ εἶναι θετικά· καὶ τὸ πιὸ μικρὸ ἀρνητικὸ καταστρέφει ὅλο τὸ κείμενο, διότι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ συνυπάρχουν ἡ ἀλήθεια μὲ τὸ ψεῦδος· μικρὴ σταγόνα δηλητηρίου καθιστᾶ ἐπικίνδυνο ὅλο τὸ νερὸ ποὺ ὑπάρχει σὲ ἕνα ποτήρι. Καὶ ὅπως λέγειὁ Ἁγιορείτης Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, «ἐν τοῖς περὶ Θεοῦ οὐκ ἔστι μικρὸν τὸ παραμικρόν»[10]. Ἴσως γι᾽ αὐτὸ ὁ συντάκτης ἢ οἱ συντάκτες τοῦ κειμένου «Πρὸς τὸν Λαό» τὰ εἶδαν ὅλα ὄμορφα καὶ ὡραῖα, ψευδόμενοι ὅμως, πλα-νῶντες καὶ πλανώμενοι. Δὲν μποροῦμε ἐδῶ νὰ παρουσιάσουμε τὰ θεολογι-κὰ καὶ ἱεροκανονικὰ ἀτοπήματα τῆς ψευδοσυνόδου· ἁπλῶς τὰ ὑπαινιχθή-καμε· καλὴ καὶ ἀντικειμενικὴ εἰκόνα βλέπει κανεὶς στὸ νέο διπλὸ τεῦχος τῆς «Θεοδρομίας» (Ἰούλιος – Δεκέμβριος 2016), στὸ ὁποῖο σὲ τέσσερις ἑνότη-τες παρουσιάζουμε μεγάλο μέρος, ὄχι τὸ σύνολο, τῶν κειμένων ποὺ καταδι-κάζουν τὴν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης: Α´ Κείμενα Ἐκκλησιῶν. Β´ Κείμενα Ἀρχιερέων. Γ´ Κείμενα λοιπῶν Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν καὶ Δ´ Κείμενα Λαϊκῶν.

6. Τί δέον γενέσθαι; Διακοπὴ Μνημοσύνου.

Καὶ τώρα ποῦ βρισκόμαστε; Τί δέον γενέσθαι; Θὰ ἀφήσουμε τὴν ἀσθένεια τοῦ Οἰκουμενισμοῦ νὰ λυμαίνεται τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας; Ἤδη ἔχει προσβάλει ἀπὸ καιρὸ μεγάλο μέρος τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱεραρχίας καὶ τῆς θεολογικῆς ἐπιστήμης μὲ πρωταγωνιστὴ στὴ διάδοση τῆς νόσου τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο. Δικαιολογημένα οἱ Ἁγιορεῖτες καὶ κάποιοι ἀρχιε-ρεῖς τῶν λεγομένων «Νέων Χωρῶν» διέκοψαν τὸ μνημόσυνο τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἀθηναγόρα κατὰ τὰ ἔτη 1969-1972, τὸ ὁποῖο καλῇ τῇ πίστει ἐπανέλαβαν τὸ 1973 μὲ τὴν ἄνοδο στὸ θρόνο τοῦ σεμνοῦ καὶ ταπεινοῦ Δημητρίου, διαψευσθέντες ὅμως, διότι καὶ αὐτὸς ἀκολούθησε τὰ βήματα τοῦ προκατό-χου του. Ὁ σημερινὸς οἰκουμενικὸς πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος ξεπέρασε τοὺς προκατόχους του σὲ αἱρετικὰ καὶ ἀντορθόδοξα τολμήματα. Φρίττει καὶ ἰλιγγιᾶ κανείς, ὅταν ἀναγινώσκει αἱρετικὲς δηλώσεις του ἢ στὴν πράξη ἱεροκανονικὲς παραβάσεις μὲ συμπροσευχὲς καὶ ἄλλα. Δὲν παραλείψαμε ἡ «Σύναξη Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν» νὰ ἐπισημάνουμε κάποιες ἐκκλησιολογικὲς πλάνες του σὲ εἰδικὸ τεῦχος ποὺ κυκλοφορήσαμε μὲ τίτλο «Ἡ νέα Ἐκκλησιολογία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου». Τὸ κείμενο αὐτὸ ἐκτὸς ἀπὸ τὸ προεδρεῖο καὶ τὰ μέλη τῆς «Συνάξεως», τὸ ὑπέ-γραψαν καὶ οἱ σεβασμιώτατοι ἀρχιερεῖς, Καλαβρύτων καί Αἰγιαλείας Ἀμβρόσιος, Δρυϊνουπόλεως Ἀνδρέας, Ζιχνῶν καί Νευροκοπίου Ἱερόθεος, Πειραιῶς Σεραφείμ, Γλυφάδας Παῦλος, Κυθήρων Σεραφείμ, Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας Κοσμᾶς, Γόρτυνος Ἱερεμίας, ἑκατοντάδες κληρικῶν καὶ μοναχῶν καὶ χιλιάδες Ὀρθοδόξων πιστῶν[11].

Ὅ,τι ὅμως καὶ ἂν ἔλεγαν καὶ ἔπρατταν ὁ πατριάρχης καὶ οἱ σὺν αὐτῷ ἦσαν προσωπικές τους γνῶμες, δὲν εἶχαν ἐκκλησιαστικὴ ἐπικύρωση. Ἀδυ-νατοῦσαν νὰ τὶς παρουσιάσουν ὡς διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας. Μὲ τὴν ψευ-δοσύνοδο τῆς Κρήτης αὐτὸ ἔχει ἀνατραπῆ. Στὸ ὑψηλότερο ἐπίπεδο αὐθεν-τίας καὶ περιφανείας, ἐπ᾽ ὄρους ὑψηλοῦ καὶ ἐπηρμένου, στὸ συνοδικὸ ἐπίπε-δο, οἱ αἱρέσεις γαυριοῦν καὶ καυχῶνται ὅτι εἶναι ἐκκλησίες, ὁ διαχριστια-νικὸς καὶ διαθρησκειακὸς Οἰκουμενισμὸς τοῦ Ἀντιχρίστου, τὸ μυστήριο τῆς ἀνομίας θρονιάστηκε στὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ, τὰ κελεύσματα τῆς συνόδου δια-βάστηκαν μέσα στοὺς ναοὺς καὶ διανεμήθηκαν ἀπὸ χέρια ἐπισκόπων καὶ ἱερέων.

Ἁγιορεῖτες μοναχοὶ στὶς σκῆτες καὶ στὰ κελλιά, ἀφοῦ εἶδαν ὅτι ἡ ἐπίσημη Ἁγιορειτικὴ Κοινότητα σιωπᾶ καὶ συμπορεύεται, διέκοψαν ἤδη τὸ μνημόσυνο τοῦ πατριάρχου Βαρθολομαίου, ἀκολουθοῦντες τὴν σταθερὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας στὴν ἀντιμετώπιση τῶν αἱρέσεων. Δὲν ἄντεχε ἡ συνείδησή τους νὰ μνημονεύουν τὸ ὄνομα τοῦ Βαρθολομαίου ὡς ἀρχιεπι-σκόπου στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες καὶ νὰ δηλώνουν μὲ αὐτὸ ὅτι ἔχουν τὴν ἴδια πίστη, ὅτι συμφωνοῦν μὲ τὰ αἱρετικά του φρονήματα καὶ μὲ τὴν ψευδο-σύνοδο τῆς Κρήτης.

7. Ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιὰ τὴν μνημόνευση τοῦ ὀνόματος τοῦ ἐπισκόπου εἶναι νὰ ὀρθοδοξεῖ, νὰ ὀρθοτομεῖ τὸν λόγο τῆς ἀληθείας.

Ἀσφαλῶς εἶναι σημαντικὴ καὶ ἐπιφανὴς ἡ θέση τοῦ ἐπισκόπου στὴν Ἐκκλησία, καὶ ὅλοι τὴν σεβόμεθα καὶ τὴν ἀναγνωρίζουμε, καὶ δὲν χρειά-ζεται νὰ μᾶς ἀραδιάζουν οἱ οἰκουμενιστὲς γνωστὰ κείμενα ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πατέρες καὶ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες. Ὅλα αὐτὰ ἰσχύουν ὑπὸ τὴν ἀπαραίτητη προϋπόθεση ὅτι ὁ ἐπίσκοπος ὀρθοδοξεῖ, ὅτι ὀρθοτομεῖ τὸν λόγο τῆς ἀλη-θείας, ὅτι δὲν κηρύσσει αἵρεση. Ὅταν κηρύσσει αἵρεση, διακόπτουμε κάθε σχέση μαζί του καὶ κοινωνία καὶ δὲν τὸν μνημονεύουμε στὶς ἱερὲς ἀκολου-θίες. Ἂς ξεκολλήσουν κάποιοι ἀπὸ τὴν καινοτομία τοῦ ἐπισκοποκεντρι-σμοῦ· τὰ μυστήρια τελοῦνται στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος, καὶ ὄχι στὸ ὄνομα τοῦ ἐπισκόπου, κατὰ τὴν ἀμάρτυρη καὶ βλάσφημη ζηζιούλια ἐκκλησιολογία. Δὲν ὑπάρχει ὑποχρέωση καὶ καθῆκον ὑπακοῆς στὸν αἱρετικὸ ἐπίσκοπο· ὑπάρχει κακὴ ὑπακοὴ καὶ ἁγία ἀνυπακοή, ὅπως δείξαμε μὲ βάση τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τοὺς Ἁγίους Πατέρες, στὸ ὁμώνυμο βιβλίο μας ἐδῶ καὶ πολλὰ χρόνια[12]. Ἂν συνέβαινε τὸ ἀντίθετο, δὲν θὰ ὑπῆρ-χε σήμερα ἡ Ἐκκλησία, διότι οἱ κατὰ καιροὺς αἱρετικοὶ πατριάρχες, ἐπίσκο-ποι καὶ λοιποὶ κληρικοὶ θὰ εἶχαν ἐπιβάλει μὲ τόσες αἱρετικὲς συνόδους ποὺ συνεκάλεσαν, μὲ τὴν βοήθεια μάλιστα αἱρετικῶν αὐτοκρατόρων, τὴν αἵρε-ση, καὶ θὰ ἐθριάμβευε τὸ σκότος τῆς πλάνης καὶ τῆς ἀγνωσίας τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ ἐπιθυμοῦν ὅσοι καὶ σήμερα διώκουν, ἀλλὰ καὶ ὅσοι ἐπικρίνουν τοὺς δῆθεν ἀνυπάκουους καὶ ἀπείθαρχους κληρικούς; Ἂς ξαναδιαβάσουν προσε-κτικὰ τοὺς δύο Κανόνες τὸν 31ο Ἀποστολικὸ καὶ τὸν 15ο τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου τοῦ Μ. Φωτίου, καὶ ἂς μὴ ἐπικαλοῦνται ἄσχετους κανόνες, ἀποδεικνύοντες καὶ τὴν θεολογική τους ἀμάθεια. Ἡ ψευδοσύνοδος τῆς Κρήτης καὶ ὅσοι τὴν ὑποστηρίζουν φανερὰ καὶ ἀπροκάλυπτα, «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ», ἐμπίπτουν στὸν 15ο Κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας. Σὲ αὐτὸν ἀντὶ νὰ τιμωροῦνται, ἐπαινοῦνταν καὶ τιμῶνται οἱ ἱερεῖς ποὺ διακόπτουν τὸ μνημόσυνο τοῦ αἱρετικοῦ ἐπισκόπου[13].

8. Δὲν πρέπει νὰ λέμε ψέμματα μπροστὰ στὴν Ἁγία Τράπεζα.

Ὡς πρὸς τὸν πατριάρχη Βαρθολομαῖο καὶ πρὸ τῆς «Συνόδου» ἦταν δικαιολογημένη ἡ διακοπὴ μνημοσύνου, πολὺ περισσότερο μετὰ ἀπὸ αὐ-τήν, διότι αὐτὸς ἦταν ὁ πρωτουργὸς καὶ πρωτεργάτης. Εἶναι συγκλονιστικὸ καὶ ἀκαταμάχητο τὸ ἐπιχείρημα τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων στὴν ἐπιστολὴ ποὺ ἔστειλαν πρὸς τὸν αὐτοκράτορα Μιχαὴλ Η´ Παλαιολόγο, ὁ ὁποῖος μετὰ τὴν ψευδοένωση τῆς Λυὼν (1273) τοὺς ἐπίεζε νὰ μνημονεύουν στὴν Θ. Λειτουργία τὸ ὄνομα τοῦ πάπα. Ἀποκρούοντες αὐτὴν τὴν ἀπαίτηση ἀντιτείνουν: Πῶς εἶναι δυνατόν, ἐνῶ ἡ Ἁγία Γραφὴ μᾶς συνιστᾶ οὔτε στὸν δρόμο νὰ χαιρετοῦμε τοὺς αἱρετικούς, οὔτε νὰ τοὺς δεχόμαστε σὲ κοινὲς οἰκίες, ἐμεῖς νὰ τοὺς εἰσάγουμε μέσα στοὺς ναούς, ὅταν στὴν φρικτὴ καὶ μυστικὴ τράπεζα θύεται καὶ σφαγιάζεται ἀθύτως ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ; Μόνον ἀπὸ τὸν Ἅδη θὰ μποροῦσε νὰ ἐκπορεύεται φωνὴ ποὺ μνημονεύει τὸν ἐχθρὸ τοῦ Θεοῦ, τὸν πάπα. Ἂν ὁ ἁπλὸς χαιρετισμὸς τῶν αἱρετικῶν μᾶς κάνει κοινωνοὺς τῆς αἱρέσεως, πόσο περισσότερο ἰσχύει αὐτὸ γιὰ τὴν φωνητικὰ ἰσχυρὴ μνημόνευσή του, ὅταν τελοῦνται τὰ θεῖα καὶ φρικτὰ μυστήρια; Καὶ ἂν ὁ Χριστός, ὁ ἐπὶ τῆς Ἁγίας Τραπέζης κείμενος, εἶναι ἡ αὐτοαλήθεια, πῶς θὰ δεχθεῖ τὸ μεγάλοψεῦδος, τὸ νὰ συμπαραθέτουμε τὸν πάπα ὡς ὀρθόδοξο πατριάρχη μὲ τοὺς λοιποὺς ὀρθοδόξους πατριάρχες; Τὴν ὥρα τῶν φρικτῶν μυστηρίων θὰ παίζουμε θέατρο καὶ θὰ παρουσιάζουμε τὸ ἀνύπαρκτο ὡς ὑπαρκτό, τὴν αἵρεση ὡς Ὀρθοδοξία; Πῶς θὰ τὰ ἀνεχθεῖ αὐτὰ ἡ ὀρθόδοξη ψυχὴ καὶ δὲν θὰ διακόψει τὴν κοινωνία πρὸς αὐτοὺς ποὺ μνημονεύουν καὶ δὲν θὰ τοὺς θεωρήσει ὡς καπήλους καὶ ἐκμεταλλευτὲς τῶν θείων;[14] Καὶ στὸ σημεῖο αὐτὸ οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες ἐξηγοῦν γιὰ ποιό λόγο μνημονεύουμε τὸ ὄνομα τοῦ ἀρχιερέως κατὰ τὴν Θεία Λειτουργία. Αὐτὸ γίνεται, ὄχι γιατὶ χωρὶς τὴν μνημόνευση τοῦ ὀνόματος τοῦ ἀρχιερέως δὲν ἐπιτελεῖται τὸ μυστήριο, κατὰ τὴν σφαλερὴ γνώμη μερικῶν συγχρόνων, ἀλλὰ γιὰ νὰ φανεῖ ἡ «τέλεια συγκοινωνία», ἡ ταυτότητα πίστεως τοῦ μνημονεύοντος καὶ τοῦ μνημονευομένου. Ἀναφέρουν μάλιστα καὶ τὴν ἐξήγηση τῆς Θείας Λειτουργίας τοῦ Θεοδώρου Ἀνδίδων, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ὁ ἱερουργὸς ἀναφέρει τὸ ὄνομα τοῦ ἀρχιερέως γιὰ νὰ δείξει ὅτι κάνει ὑπακοὴ στὸν προϊστάμενό του, ὅτι ἔχει τὴν ἴδια πίστη μὲ αὐτὸν καὶ ὅτι εἶναι διάδοχος τῶν θείων μυστηρίων[15].

Ὀρθῶς, λοιπόν, καὶ σύμφωνα μὲ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες καὶ τὴν Παράδο-ση τῆς Ἐκκλησίας οἱ Ἁγιορεῖτες διέκοψαν παλαιὰ τὸ μνημόσυνο τοῦ ἐπισκό-που τους, τοῦ Ἀθηναγόρα, καὶ οἱ σημερινοὶ κελλιῶτες τὸ μνημόσυνο τοῦ Βαρθολομαίου. Ὀρθῶς ἐπίσης ἔπραξαν τὸ 1970 οἱ τρεῖς ἀρχιερεῖς τῶν «Νέων Χωρῶν», δηλαδὴ οἱ μητροπολίτες Ἐλευθερουπόλεως Ἀμβρόσιος, Φλωρίνης Αὐγουστῖνος καὶ Παραμυθίας Παῦλος, ποὺ διέκοψαν ἐπίσης τὸ μνημόσυνο τοῦ Ἀθηναγόρα, χωρὶς νὰ ἐλεγχθοῦν ἢ νὰ ἐπιτιμηθοῦν ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τότε. Τώρα τρέμουν καὶ δειλιοῦν καὶ δὲν θέλουν οὔτε νὰ ἀκούσουν τὴν λέξη Διακοπὴ Μνημοσύνου ἢ Ἀποτείχιση, τὴν ὥρα ποὺ ὁ Βαρθολομαῖος ὑπερέβη ὅλα τὰ ἐκκλησιολογικὰ ὅρια καὶ εἰσήγαγε μὲ τὴν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ μέσα στὸν ἱερὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως εἰσήγαγε τὸν πάπα καὶ ἄλλους αἱρετικοὺς μέσα στὸ θυσιαστήριο τὴν ὥρα τῆς Ἐπιτελέσεως τῆς Θείας Μυσταγωγίας.

9. Ἡ διακοπὴ μνημοσύνου ἐπεκτείνεται καὶ στοὺς ἀρχιερεῖς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.

Μέχρι τώρα ἤμασταν ἐπιφυλακτικοὶ ὡς πρὸς τὴ διακοπὴ τοῦ μνημοσύ-νου τῶν ἐπισκόπων τῶν «Νέων Χωρῶν» ποὺ μνημονεύουν τὸν πατριάρχη Βαρθολομαῖο στὴν Θεία Λειτουργία· θὰ ἔπρεπε κανονικὰ νὰ τὸ εἶχαν διακόψει πολὺ πρὸ τῆς «Συνόδου» τῆς Κρήτης μὲ βάση τὰ «γυμνῇ τῇ κεφα-λῇ» λεγόμενα καὶ πραττόμενά του. Καὶ ἀνεχόμασταν νὰ ψεύδεται ὁ ἐπίσκοπός μας πρὸ τῆς Ἁγίας Τραπέζης, ἰσχυριζόμενος ὅτι ὁ πατριάρχης ὀρθοτομεῖ τὸν λόγο τῆς ἀληθείας λέγοντας στὴν ἐκφώνηση: «Ἐν πρώτοις μνήσθητι Κύριε τοῦ πατριάρχου ἡμῶν Βαρθολομαίου καὶ τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Συνόδου τῶν ὀρθοτομούντων τὸν λόγον τῆς σῆς ἀληθείας». Τουλάχιστον κατὰ τὸ ἥμισυ ἡ ἐκφώνηση ἦταν ἀληθής, διότι ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλη-σίας τῆς Ἑλλάδος ἐπὶ πολλὲς δεκαετίες ἀντιδροῦσε στὰ οἰκουμενιστικὰ ἀνοίγματα τοῦ Φαναρίου, καὶ οἱ ἱεράρχες στὴν πλειονότητά τους ἦσαν ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ μέχρι καὶ τῆς ἐποχῆς τοῦ μακαριστοῦ ἀρχιεπισκόπου Σεραφείμ, τοῦ ὁποίου εἶναι γνωστὴ ἡ κατηγορηματικὴ ρήση ὅτι «ὁ παπισμὸς δὲν εἶναι ἐκκλησία». Τώρα ὅμως μετὰ τὴν θετικὴ ἀποτί-μηση καὶ ἀποδοχὴ ἀπὸ τὴν Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἑλλάδος καὶ ἀπὸ τὴν Διαρκῆ Ἱερὰ Σύνοδο τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης, μὲ τὸ ψευδέστατο κείμενο «Πρὸς τὸ Λαό», ἡ ἐκφώνηση ψεύδεται καὶ γιὰ τὸν πατριάρχη καὶ γιὰ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο, διότι πλέον ἀμφότεροι δὲν ὀρθοτομοῦν τὸν λόγο τῆς ἀληθείας τοῦ Χριστοῦ. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἀκόμη καὶ οἱ ἱερεῖς τῆς παλαιᾶς Ἑλλάδος, ὅπου οἱ ἀρχιερεῖς μνημονεύουν μόνο τὴν Ἱερὰ Σύνοδο, ἔχουν τὸ κανονικὸ δικαίωμα νὰ διακόψουν τὸ μνημόσυνο τοῦ οἰκείου ἐπισκόπου, διότι δὲν ἀντέχειἡ ἱερατική τους συνείδηση νὰ τὸν ἀκούουν νὰ ψεύδεταιμέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ λέγει,«Ἐν πρώτοις μνήσθητι Κύριε τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Συνόδου τῆς ὀρθοτομούσης τὸν λόγον τῆς σῆς ἀληθείας». Πολὺ περισσότερο δικαιοῦνται νὰ διακόψουν τὸ μνημόσυνο ὅσων ἐπισκόπων ἔχουν οἱ ἴδιοι αἱρετικὰ - οἰκουμενιστικὰ φρονήματα, καὶ στὴν παλαιὰἙλλάδα καὶ στὶς λεγόμενες «Νέες Χῶρες», καὶ διδάσκουν, λόγου χάριν, ὅτι ὁ Παπισμὸς εἶναι Ἐκκλησία μὲ Χάρη, Μυστήρια καὶ ἀποστολικὴ διαδοχή.

Τοὺς ἐπισκόπους ποὺ ἔχουν ἐμφανῶς ὀρθόδοξο φρόνημα καί δὲν συμφωνοῦν μὲ τοὺς οἰκουμενιστὲς καὶ τὴν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης, ἀλλὰ γιὰ λόγους ποὺ αὐτοὶ θεωροῦν σοβαροὺς ἐξακολουθοῦν νὰ μνημονεύουν τὸν πατριάρχη καὶ τὴν σύνοδο δέν τοὺς κατακρίνουμε. Τοὺςπαρακαλοῦμε νὰ σκεφθοῦν τὴν ἐξάπλωση καὶ κυριαρχία τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ νὰ ἐπιτελέσουν τὸ ποιμαντικό τους χρέος· περιμένουμε καὶ τὴν δική τους ἐπαινετὴ ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους καὶ Πατέρες ἀντίδραση. Ἡ ὁποιαδήποτε οἰκονομίαδὲν παραβλάπτει τὴν ἀκρίβεια καί ἔχει προσωρινὸ χαρακτήρα[16].

10.Ὁλοφάνερα οἰκουμενιστὴς ὁ μητροπολίτης Θεσσαλονίκης. Ἐμπίπτει στὸν 15ο Κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας.

Στὴν κατηγορία τῶν οἰκουμενιστῶν ἐπισκόπων ἀνήκετε ὁλοφάνερα καὶ σεῖς, Παναγιώτατε μητροπολίτα Θεσσαλονίκης κ. Ἄνθιμε, ὅπως σᾶς ἐξήγησα πρὸ ἡμερῶν στὴν ἐπιστολὴ ποὺ σᾶς ἔστειλα, ἀπαντώντας στὴν «πατρική» καὶ «νουθετήρια» ἐπιστολή σας, μὲ τὴν ὁποία μοῦ συνιστούσατε νὰ παύσω νὰ ὁμιλῶ γιὰ τὸν Οἰκουμενισμὸ καὶ γιὰ τὴν σύνοδο τῆς Κρήτης, γιατὶ ἀναστατώνω δῆθεν τὶς συνειδήσεις τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπιβεβαιώσατε ὁλοφάνερα «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ» τὴν οἰκουμενιστική σας ταυτότητα μὲ τὴν ἐγκωμιαστικὴ ἀποδοχὴ τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης κατὰ τὴν Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, στὶς 23-24 Νοεμβρίου τοῦ 2016, καὶ μὲ τὴν ἐντολὴ νὰ διαβασθεῖ καὶ νὰ διανεμηθεῖ στοὺς Ἱεροὺς Ναούς τῆς Μητροπόλεώς σας τὸ ψευδέστατο κείμενο «Πρὸς τὸν Λαό». Ὅση προσπάθεια καὶ ἂν καταβάλλετε, σεῖς καὶ οἱ ἄλλοι οἰκουμενισταὶ ἐπίσκοποι, νὰ ἐξωραΐσετε τὴν ψευδοσύνοδο, δὲν πρόκειται νὰ τὸ ἐπιτύχετε, διότι αὐτὴ δὲν εἶναι οὔτε ἁγία, οὔτε μεγάλη, οὔτε σύνοδος, ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὴν ἀληθῆ μαρτυρία τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως αὐτὴ ἀποτυπώνεται μὲ πλῆθος κειμένων στὸ τελευταῖο διπλὸ τεῦχος τῆς Θεοδρομίας (Ἰούλιος – Δεκέμβριος 2016), τὸ ὁποῖο σᾶς ἀποστείλαμε.

Ἐπειδὴ λοιπὸν ἐμπίπτετε σὲ ὅσα περὶ ἐπισκόπων ποὺ κηρύσσουν αἵρε-ση διαλαμβάνει ὁ 15ος Κανὼν τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου τοῦ Μ. Φωτίου (861), συνοψίζοντας τὴν Ἀποστολικὴ καὶ Πατερικὴ Παράδοση, γι᾽ αὐτὸ δια-κόπτω τὴν μνημόνευση τοῦ ὀνόματός σας κατὰ τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες συμβο-λικὰἀπὸ σήμερα Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας. Δὲν ἀνέχεται ἡ ἱερατική μου συνείδηση ἡ μὲν Ἐκκλησία διὰ τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ τῶν Ἁγίων Συνόδων νὰ καταδικάζει σήμερα ὅλες τὶς αἱρέσεις καὶ τοὺς εἰκονομάχους, σεῖς ὅμως νὰ ἀναγνωρίζετε τὶς αἱρέσεις ὡς ἐκκλησίες καὶ νὰ συναποτελεῖτε μὲ τοὺς εἰκονομάχους Προτεστάντες τὸ «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν». Μνημονεύοντας τὸ ὄνομά σας δηλώνω ὅτι εἶμαι καὶ ἐγὼ οἰκουμενιστής, ὅτι ἔχω τὴν ἴδια πίστη μὲ σᾶς καὶ ψεύδομαι ἐνώπιον τῆς Ἀληθείας, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ θύοντος καὶ θυομένου ἐπὶ τῆς Ἁγίας Τραπέζης, ὅπως ψεύδεσθε τώρα καὶ ὅλοι σχεδὸν οἱ ἐπίσκοποι παλαιᾶς καὶ νέας Ἑλλάδος ἰσχυριζόμενοι ἐκφώνως ὅτι ὁ πατριάρχης Βαρθολομαῖος καὶ ἡ Ἱερὰ Σύνοδος ὀρθοτομοῦν τὸν λόγο τῆς ἀληθείας.

Θὰ χαρῶ πολύ, ἄν, ἐφαρμόζοντας καὶ σεῖς τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες, ἰδιαίτερα τὸν 15ο τῆς Πρωτοδευτέρας, ἐπαινέσετε ἀγῶνες ὑπὲρ τῆς εὐσε-βείας ἢ τουλάχιστον μὲ ἀφήσετε νὰ ἐπιτελῶ τὸ λειτουργικὸ καὶ διδακτικό μου ἔργο στὸν Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου. Ἔτσι ἔπραξε ὁ πατριάρχης Ἀθηναγόρας, ὅταν οἱ Ἁγιορεῖτες τοῦ ἔκοψαν τὸ μνημόσυνο, καὶ ἔτσι ἔπραξε καὶ ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος γιὰ τοὺς τρεῖς μνημο-νευθέντες μητροπολίτες. Δὲν ἔλαβαν κανένα μέτρο ἐναντίον τους, καὶ ἔτσι ἀποφεύχθηκαν οἱ διαιρέσεις, ποὺ θὰ εἶχαν ἀποφευχθῆ ἄν, μετὰ τὴν μεταρρύθμιση τοῦ Ἡμερολογίου, ἡ Ἐκκλησία ἄφηνε ὅσους ἤθελαν νὰ ἀκολουθοῦν τὸ παλαιὸ Ἡμερολόγιο μέσα στοὺς κόλπους της, ὅπως ἄφησε καὶ πολλὲς τοπικὲς ἐκκλησίες καὶ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἂν ἀρχίσετε τὶς διώξεις, σεῖς θὰ εἶσθε παραβάτης τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ δημιουργὸς σχισματικῶν καταστάσεων. Ἐγὼ δὲν θὰ προκαλέσω σχίσμα, διότι δὲν θὰ προσχωρήσω σὲ σχισματικὴ ὁμάδα, οὔτε θὰ μνημονεύω ἄλλον ἐπίσκοπο. Θὰ ἀναμένω μετὰ καλῶν ἐλπίδων νὰ ἐπαναλάβω τὸ μνημόσυνό σας, ὅταν δημοσίως καὶ «ἐπ᾽ ἐκκλησίαις» καταδικάσετε τὶς αἱρέσεις τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ, τοῦ Παπισμοῦ, τοῦ Προτεσταντισμοῦ, τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ ἀπορρίψετε τὴν σύνοδο τῆς Κρήτης. Ἂν παραμείνετε στὰ φιλοπαπικὰ καὶ οἰκουμενιστικά σας φρονήματα, δὲν θέλω τοῦ λοιποῦ νὰ ἔχω καμμία κοινωνία μαζί σας, ἀκολουθώντας τὸν ἄτλαντα τῆς Ὀρθοδοξίας, τὸν Ἅγιο Μᾶρκο τὸν Εὐγενικό, ὁ ὁποῖος συνοψίζοντας τὴν συνοδικὴ καὶ πατερικὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἔλεγε ὅτι «ὅλοι οἱ διδάσκαλοι τῆς ἐκκλησίας, ὅλες οἱ σύνοδοι καὶ ὅλη ἡ Ἁγία Γραφὴ μᾶς παρακινοῦν νὰ ἀποφεύγουμε τοὺς ἑτεροδόξους καὶ νὰ μὴν ἔχουμε κοινωνία μαζί τους»[17]. Συνιστοῦσε νὰ ἀποφεύγουμε τοὺς λατινόφρονες, ἀντίστοιχους τῶν σημερινῶν οἰκουμε-νιστῶν, ὅπως φεύγει κανεὶς ἀπὸ τὰ φίδια[18]. Εἶχε τὴν πεποίθηση ὅτι ὅσο ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν λατινόφρονα πατριάρχη καὶ τοὺς ὁμοίους του τόσο προσεγγίζει πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τοὺς Ἁγίους, καὶ ὅταν χωρίζεται ἀπὸ αὐτούς, ἑνώνεται μὲ τὴν ἀλήθεια καὶ τοὺς Ἁγίους Πατέρες καὶ Θεολόγους τῆς Ἐκκλησίας[19].

Ἐγὼ ὡς μικρὸς ποιμένας καὶ διδάσκαλος ἔπραξα τὸ καθῆκον μου. Εὔχομαι καὶ σεῖς ὡς μεγαλοποιμένας νὰ πράξετε ὅ,τι σᾶς φωτίσει ὁ Θεός.

Μὲ σεβασμὸ στὴν ἀρχιερωσύνη σας

Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης

[1].Α´ Τιμ. 3, 15.

[2].Α´ Κορ. 12, 27. Ἐφ. 1, 23 καὶ Ἐφ. κεφ. 4 καὶ 5.

[3]. Βλ. Ἀπολογία πατριάρχου Ἰωσὴφ πρὸς τὸν αὐτοκράτορα Μιχαὴλ Η´ Παλαιολόγον, ἐν V. Laurent – J. Darrouzes, Dossier Grec de l’ Union de Lyon 1273-1277), Paris 1976, σ. 289: «Διὰ τοῦτο καὶ ἡμεῖς, ἡ τοῦ Χριστοῦ ἐκκλησία, ἣν ἑαυτῷ νύμφην “ἄμωμον” καὶ ἀμίαντον ἐμνηστεύσατο, φυλάξασθε ἀπὸ τοῦ μιάσματος τούτου, παρακαλῶ, τοῦ τῶν Ἰταλῶν· μὴ προσάψωμεν ἑαυτοῖς τὸν ἐκ τούτου μιασμόν, καὶ ἀποστραφῆ ἡμᾶς ὁ τῶν ψυχῶν νυμφίος καὶ αἰωνίως καταισχυνώμεθα. “Μὴ δῶμεν τόπον τῷ διαβόλῳ”». Ὁ πατριάρχης Ἰωσὴφ εἶναι ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἑορτάζει στὶς 30 Ὀκτωβρίου.

[4]. Συναξη Ορθοδοξων Κληρικων και Μοναχων, Ὁμολογία Πίστεως κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, Ἰούλιος 2009.

[5]. Βλ. Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδωρου Ζηση, «Μεταλλαγμένη καὶ ἀλλοιωμένη ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος», Θεοδρομία 17 (2015) 3-9. Τοῦ αὐτοῦ, «Ποιός καὶ γιατί ἄλλαξε τὸν χαρακτήρα τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου;», Θεοδρομία 17 (2015) 602-628. Τὰ ἴδια ἄρθρα καὶ στὸ βιβλίο τοῦ ἰδίου, Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος. Πρέπει νὰ ἐλπίζουμε ἢ νὰ ἀνησυχοῦμε; ἐκδόσεις «Τὸ Παλίμψηστον», Θεσσαλονίκη 2016, σελ. 49-94.

[6]. Βλ. τὸ κείμενο εἰς Θεοδρομία 18 (2016) 474-477.

[7]. Τὸ κείμενο εἰς Θεοδρομία 18 (2016) 478-487.

[8]. Τὸ κείμενο εἰς Θεοδρομία 18 (2016) 495-502.

[9]. Δουκα, Ἱστορία Βυζαντινὴ 31, PG 157, 1013: «Ἀλλὰ πῶς ἡ δεξιὰ αὕτη ὑπέγραψεν; ἔλεγον. Κοπήτω· ἡ γλῶττα ὡμολόγησεν ἐκριζούσθω».

[10]. Ἁγίου Γρηγοριου Παλαμα, Λόγος Α´, Περὶ τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, Πρόλογος, ἐν Π. Χρηστου, Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Συγγράμματα, Θεσσαλονίκη 1962, τόμος Α´, σελ. 24.

[11]. Τὸ κείμενο καὶ εἰς Θεοδρομία 16 (2014) 557-570.

[12]. Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδωρου Ζηση, Κακὴ ὑπακοὴ καὶ ἁγία ἀνυπακοή, Θεσσαλο-νίκη 2006.

[13]. Κανὼν 31ος Ἁγίων Ἀποστόλων: Εἴ τις Πρεσβύτερος, καταφρονήσας τοῦ ἰδίου Ἐπισκόπου, χωρὶς συναγάγει, καὶ θυσιαστήριον ἕτερον πήξει, μηδὲν κατεγνωκὼς τοῦ Ἐπισκόπου ἐν εὐσεβείᾳ, καὶ δικαιοσύνῃ, καθαιρείσθω, ὡς φίλαρχος. Τύραννοςγάρ ἐστιν· ὡσαύτως δὲν καὶ οἱ λοιποὶ Κληρικοί, καὶ ὅσοι ἂν αὐτῷ προσθῶνται, οἱ δὲ λαϊκοὶ ἀφοριζέσθωσαν. Ταῦτα δὲ μετὰ μίαν, καὶ δευτέραν καὶ τρίτην παράκλησιν τοῦ Ἐπισκόπου, γινέσθω». Κανὼν 15ος Πρωτοδευτέρας Συνόδου: «Τὰ ὁρισθέντα περὶ Πρεσβυτέρων καὶ Ἐπισκόπων καὶ Μητροπολιτῶν, πολλῷ μᾶλλον ἐπὶ Πατριαρχῶν ἁρμόζει. Ὥστε εἴ τις Πρεσβύτερος, ἤ Ἐπίσκοπος, ἤ Μητροπολίτης τολμήσοι ἀποστῆναι τῆς πρὸς τὸν οἰκεῖον Πατριάρχην κοινωνίας, καὶ μὴ ἀναφέρει τὸ ὄνομα αὐτοῦ, κατὰ τὸ ὡρισμένον καὶ τεταγμένον, ἐν τῇ θείᾳ Μυσταγωγίᾳ, ἀλλὰ πρὸ ἐμφανείας συνοδικῆς καὶ τελείας αὐτοῦ κατακρίσεως, σχίσμα ποιήσοι· τοῦτον ὥρισεν ἡ ἁγία Σύνοδος πάσης ἱερατείας παντελῶς ἀλλότριον εἶναι, εἰ μόνον ἐλεγχθείη τοῦτο παρανομήσας. Καὶ ταῦτα μὲν ἐσφράγισταί τε καὶ ὥρισται περὶ τῶν προφάσει τινῶν ἐγκλημάτων τῶν οἰκείων ἀφισταμένων προέδρων, καὶ σχίσμα ποιούντων, καὶ τὴν ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας διασπώντων. Οἱ γὰρ δι᾽ αἵρεσίν τινα παρὰ τῶν ἁγίων Συνόδων, ἢ Πατέρων, κατεγνωσένην, τῆς πρὸς τὸν πρόεδρον κοινωνίας ἑαυτοὺς διαστέλλοντες, ἐκείνου δηλονότι τὴν αἵρεσιν δημοσίᾳ κηρύττον-τος, καὶ γυμνῇ τῇ κεφαλῇ ἐπ᾽ Ἐκκλησίας διδάσκοντος, οἱ τοιοῦτοι οὐ μόνον τῇ κανο-νικῇ ἐπιτιμήσει οὐχ ὑπόκεινται πρὸ συνοδικῆς διαγνώσεως ἑαυτοὺςτῆς πρὸς τὸν καλούμενον ἐπίσκοπον κοινωνίας ἀποτειχίζοντες, ἀλλὰ καὶ τῆς πρεπούσης τιμῆς τοῖς ὀρθοδόξοις ἀξιωθήσονται. Οὐ γὰρ Ἐπισκόπων, ἀλλὰ ψευδεπισκόπων καὶ ψευδοδιδα-σκάλων κατέγνωσαν, καὶ οὐ σχίσματι τὴν ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας κατέτεμον, ἀλλὰ σχισμάτων καὶ μερισμῶν τὴν Ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ῥύσασθαι».

[14].Ἐπιστολὴ ὁμολογητικὴ τῶν Ἁγιορειτῶν πρὸς τὸν βασιλέα Μιχαὴλ Παλαιολόγον, ἐν V. Laurent – J. Darrouzes, Dossier Grec, ἔνθ᾽ ἀνωτ., σελ. 397-399.

[15]. Αὐτόθι, σελ. 399: «Ἄνωθεν γὰρ ἡ τοῦ Θεοῦ ὀρθόδοξος ἐκκλησία τὴν ἐπὶ τῶν ἀδύτων ἀναφορὰν τοῦ ὀνόματος τοῦ ἀρχιερέως συγκοινωνίαν τελείαν ἐδέξατο τοῦτο· γέγραπται γὰρ ἐν τῇ ἐξηγήσει τῆς θείας λειτουργίας ὅτι ἀναφέρει ὁ ἱερουργῶν τὸ τοῦ ἀρχιερέως ὄνομα, “δεικνύων καὶ τὴν πρὸς τὸ ὑπερέχον ὑποταγὴν καὶ ὅτι κοινωνὸς αὐτοῦ τῆς πίστεως καὶ τῶν θείων μυστηρίων διάδοχος”». Θεοδωρου ἐπισκόπου Ἀνδίδων, Προθεωρία κεφαλαι-ώδης περὶ τῶν ἐν τῇ Θείᾳ Λειτουργίᾳ γινομένων συμβόλων καὶ μυστηρίων 32, PG 140, 460-461: «Εἶτα ἡ ἐκφώνησις· Ἐν πρώτοις μνήσθητι Κύριε τοῦ ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν· ἀφ᾽ ἧς δείκνυται ὑποταγὴ ἡ πρὸς τὸ ὑπερέχον καὶ ὅτι τούτου μνημονευομένου τοῦ ἀρχιερέως κοινωνός ἐστι καὶ ὁ προσφέρων τῆς πίστεως καὶ τῆς παραδόσεως τῶν μυστηρίων διάδοχος, ἀλλ᾽ οὐχὶ καινὸς τις μύστης ἢ εὑρετὴς τῶν παρ᾽ αὐτοῦ προσφερομένων συμβόλων».

[16]Βλ. Ἁγίου Θεοδώρου Στουδίτου, Θεοκτίστῳ Μαγίστρω, Ἐπιστολὴ Ι. ΚΔ, PG 99, 984: «Καὶ τοῦτο δεδιδάγμεθα, ἐν μὲν τοῖς Ἀποστόλοις παρὰ τοῦ Παύλου ἁγνισαμένου καὶ περιτεμόντος τὸν Τιμόθεον· ἐν δὲ τοῖς Πατράσι παρὰ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου προσηκαμένου τὸ λῆμμα τοῦ Οὐάλεντος καὶ ὑποσιωπήσαντος πρὸς καιρὸν τὴν Θεὸς φωνὴν γυμνὴν ἐπὶ τοῦ Πνεύματος. Ἀλλ᾽ οὔτε ὁ Παῦλος ἔμεινεν ἁγνιζόμενος, οὔτε Βασίλειος προσηκάμενος ἔτι τὸ τοῦ Οὐάλεντος δῶρον καὶ μὴ κηρύττων Θεὸν τὸ Πνεῦμα. Τοὐναντίον μὲν οὖν ἀμφότεροι ὑπὲρ ἑκατέρων θανάτους αἱρησάμενοι φαίνονται. Οὕτω τις ἐκ τοῦ αἰῶνος οἰκονομῶν οὐ διέσφαλται τοῦ καλοῦ· θᾶττον γὰρ ἐπεδράξαντο ὃ μικρὸν ἐνέλιπον. Ὡς ἐπὶ τοῦ οἰακοστρόφου, ὑπανέντος μικρὸν τὸ πηδάλιον, διὰ τὴν ἀντιπνεύσασαν καταιγίδα. Ἑτέρως δὲ διενεχθεὶς διήμαρτε τοῦ σκοποῦ· ἀντὶ οἰκονομίας παράβασιν τελέσας». Ναυκρατίῳ τέκνῳ, Ἐπιστολὴ Ι, ΜΘ, PG 99, 1088: «Ἃ μέχρι τινὸς καιροῦ γινόμενα, οὐδὲν ἔχει τὸ μεπτόν, οὐδὲ τὸ κατὰ τι ἀπηχὲς καὶ ἔκνομον· ὑφειμένον δ᾽ οὖν ὅμως καὶ οὐκ ἄγαν ἀκριβές. Τοῦτο γὰρ οἰκονομία ἡ πρὸς καιρόν».

[17].Μαρκου Ευγενικου, Ὁμολογία τῆς ὀρθῆς πίστεως ἐκτεθεῖσα ἐν Φλωρεντίᾳ 5, Patrolo-gia Orientalis 17, 442: «Ἅπαντες οἱ τῆς Ἐκκλησίας διδάσκαλοι, πᾶσαι αἱ σύνοδοι καὶ πᾶσαι αἱ θεῖαι Γραφαὶ φεύγειν τοὺς ἑτερόφρονας παραινοῦσι καὶ τῆς αὐτῶν κοινωνίας διΐστα-σθαι».

[18].Τοῦ αὐτοῦ, Ἐγκύκλιος τοῖς ἁπανταχοῦ τῆς γῆς καὶ τῶν νήσων εὑρισκομένοις Χριστια-νοῖς 6, ἐν Ιωαννου Καρμιρη, Τὰ Δογματικὰ καὶ Συμβολικὰ Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολι-κῆς Ἐκκλησίας, Ἀθῆναι 19602, τόμος Α´, σελ. 427: «Φευκτέον αὐτούς, ὡς φεύγει τις ἀπὸ ὄφεως, ὡς αὐτοὺς ἐκείνους ἢ κακείνων πολλῷ χείρονας, ὡς χριστοκαπήλους καὶ χριστεμ-πόρους».

[19].Τοῦ αὐτοῦ, Λόγοι ἐν τῇ τελευτῇ αὐτοῦ, Patrologia Orientalis 17, 485: «Πέπεισμαι γὰρ ἀκριβῶς ὅτι ὅσον ἀποδιίσταμαι τούτου καὶ τῶν τοιούτων ἐγγίζω τῷ Θεῷ καὶ πᾶσι τοῖς Ἁγίοις, καί, ὥσπερ τούτων χωρίζομαι, οὕτως ἑνοῦμαι τῇ ἀληθείᾳ καὶ τοῖς Ἁγίοις Πατράσι καὶ Θεολόγοις τῆς Ἐκκλησίας».

https://youtu.be/BnkHkhEMSQc


5 Μαρτίου 2017

ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΕΙΣ. ΜΟΝΟΙ ΤΟΥΣ ΘΑ ΜΕΙΝΟΥΝ ΟΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ. ΑΚΟΜΗ ΜΙΑ ΝΕΑ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗ ΗΡΘΕ : Ο Π.ΜΑΞΙΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΤΟΛΕΜΑΙΔΑ ΔΙΕΚΟΨΕ ΤΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΗ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΘΕΟΚΛΗΤΟΥ 

ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗ ΔΙΑΚΟΠΗΣ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ Π.ΜΑΞΙΜΟ ΚΑΡΑΒΑ ΣΤΗΝ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΜΗΛΟΧΩΡΙΟΥ ΠΤΟΛΕΜΑΙΔΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΦΙΛΟ - ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΗ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΠΡΕΣΠΩΝ ΚΑΙ ΕΟΡΔΑΙΑΣ ΘΕΟΚΛΗΤΟ ΠΑΣΣΑΛΗ.

3η ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗ ΣΤΗΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΠΗΣ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΥ ΤΟΥ Π.ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΑΙΡΕΤΙΚΟ ΚΑΙ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΟ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΘΙΜΟ

ΣΤΟΝ ΙΕΡΟ ΝΑΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΗΜΕΡΑ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ Ο Π.ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ ΔΙΕΚΟΨΕ ΤΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΗ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΘΙΜΟΥ.

ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΙΕΡΕΙΣ ΜΟΝΑΧΟΥΣ ΚΑΙ ΛΑΙΚΟΥΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΤΟΠΙΚΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΤΗΣ ΜΙΑΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΖΗΤΑΜΕ :

1) ΝΑ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΤΟΥΝ ΟΣΟΙ ΜΝΗΜΟΝΕΥΟΥΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥΣ ΚΑΙ ΝΑ ΔΙΑΚΟΨΟΥΝ ΤΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΤΩΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ ΠΡΟ ΚΑΙ ΜΕΧΡΙ ΣΥΝΟΔΙΚΗΣ ΔΙΑΓΝΩΣΕΩΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΔΙΚΗΣ.

2) ΝΑ ΔΙΑΚΟΨΟΥΝ  ΠΑΣΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥΣ ΓΙΑ ΝΑ ΠΡΟΚΑΛΕΣΟΥΜΕ ΝΑ ΣΥΓΚΑΛΕΣΟΥΜΕ ΚΑΙ ΝΑ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΟΥΜΕ ΑΓΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΣΥΝΟΔΟ ΠΡΟΕΚΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΑΛΑΙΩΝ ΙΕΡΩΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΩΝ ΣΥΝΟΔΩΝ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟΥΣ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΟΥΜΕ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΘΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΜΕΤΑΝΟΗΤΩΝ ΝΑ ΜΠΟΥΝ ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ.

3) ΝΑ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΟΥΜΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥΣ ΠΟΥ ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΥΝ ΣΤΟ Π.Σ.Ε.

4) ΝΑ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΟΥΜΕ  ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΚΟΙΝΕΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΓΙΝΕΙ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ.

5) ΝΑ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΟΥΜΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΑΙΡΕΤΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΩΝ ΑΡΧΙΕΡΕΩΝ.

6) ΝΑ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΟΥΜΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΑΙΡΕΤΙΚΕΣ ΣΥΝΟΔΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΩΝ ΑΡΧΙΕΡΕΩΝ.

7) ΝΑ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΟΥΜΕ ΤΟ ΝΕΟ - ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΚΟ ΣΧΙΣΜΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ ΠΟΥ ΚΑΤΑΣΤΡΕΨΕ ΤΗΝ ΛΑΤΡΕΥΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ  ΜΙΑ ΑΓΙΑ ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ.

8) ΝΑ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΟΥΜΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΟΥΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΩΝΟΥΝΤΑΣ ΜΕΤ' ΑΥΤΩΝ.

9) ΝΑ ΓΥΡΙΣΟΥΝ ΟΛΟΙ  ΣΤΟ ΠΑΛΑΙΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΓΙΑ ΝΑ ΕΠΙΣΤΡΕΨΕΙ Η ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΜΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ.

10) ΝΑ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΥΠΕΡ - ΠΑΝ - ΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ.

11)  ΝΑ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΟΥΜΕ  ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΥΠΕΡ - ΠΑΝ - ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΩΝΟΥΝΤΑΣ ΜΕΤ'ΑΥΤΩΝ.

12) ΝΑ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΟΥΜΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥΣ ΤΩΝ ΣΥΝΟΔΩΝ  ΙΕΡΑΡΧΙΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΤΑΞΕΩΝ ΠΑΡΑΣΥΝΑΓΩΓΗΣ Γ.Ο.Χ. ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΩΝΟΥΝΤΑΣ ΜΕΤ' ΑΥΤΩΝ ΔΙΟΤΙ ΚΑΝΑΝΕ ΜΕΓΑΛΗ ΖΗΜΙΑ ΚΑΙ ΓΙΝΟΝΤΟΥΣΑΝ ΤΟΣΑ ΧΡΟΝΙΑ ΕΜΠΟΔΙΟ ΣΤΟ ΕΝΙΣΤΑΜΕΝΟ ΚΑΙ ΑΚΑΙΝΟΤΟΜΗΤΟ ΠΛΗΡΩΜΑ ΩΣΤΕ ΝΑ ΜΗΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΟΥΜΕ ΣΥΝΟΔΟ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΩΝ.

13) ΝΑ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΟΥΜΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΕΣ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΝΕΟΤΕΡΙΣΜΟΥΣ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΚΑΙΝΟΤΟΜΟΥΣ ΚΑΙ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΝΕΟΤΕΡΙΣΤΕΣ ΠΟΥ ΔΟΥΛΕΥΟΥΝ ΚΑΤΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ ΤΗΣ ΜΙΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

ΚΥΡΙΑΚΗ Α' ΝΗΣΤΕΙΩΝ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

https://drive.google.com/file/d/0B8i_rrioHU5CQnM3anJpQ281WWM/view?usp=drivesdk